Στις 19 Σεπτεμβρίου, η Unesco, σε συνεδρίασή της στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, αποφάσισε την ένταξη του Ζαγορίου ως πολιτιστικό τοπίο στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Οι εύλογοι πανηγυρισμοί του υπουργείου Πολιτισμού, της Περιφέρειας Ηπείρου («περάσαμε»), του Δήμου Ζαγορίου κι άλλων φορέων δεν έλειψαν.
Η μάχη πάντως στο Ριάντ δεν ήταν καθόλου εύκολη. Η ένταξη στον Κατάλογο έγινε με αρκετές συστάσεις προς την Ελλάδα, οι οποίες πρέπει να υλοποιηθούν μέχρι τον Δεκέμβριο του 2024.
Καταρχάς, ας δούμε κάποια βασικά δεδομένα: Το Ζαγόρι αποτελεί όντως ένα διατηρημένο –σε σημαντικό βαθμό- αρχιτεκτονικό σύνολο σε μια περιοχή με μεγάλη βιοποικιλότητα και ιδιαίτερους γεωλογικούς σχηματισμούς. Είναι ένας τους πιο δημοφιλείς προορισμούς (κατά περιόδους) της χώρας, με κάποια συγκεκριμένα χωριά, όπως το Πάπιγκο και το Μονοδέντρι, να έχουν αποκτήσει μια τουριστική προστιθέμενη αξία η οποία έχει προκαλέσει εδώ και χρόνια προβληματισμούς για τον βαθμό κορεσμού.
Η αρχιτεκτονική του Ζαγορίου διασώθηκε χάρη στο Προεδρικό Διάταγμα του 1979, που ήρθε να βάλει όρια και κανόνες στον τρόπο δόμησης των 45 χωριών του Ζαγορίου –σε άλλα πιο αυστηρούς κανόνες και σε άλλα πιο ευέλικτους. Πολλές κατοικίες, ωστόσο, είναι ερειπωμένες ή εγκαταλελειμμένες.
Σήμερα, το Ζαγόρι είναι κυρίως τόπος επισκεπτών. Οι κάτοικοι είναι λίγοι. Ο Δήμος Ζαγορίου μετράει, σύμφωνα με την απογραφή, γύρω στους 3.500 κατοίκους. Και δυστυχώς οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες δεν είναι πολλές. Ο αγροτικός τομέας είναι μικρός και όσες δραστηριότητες υπάρχουν, επικεντρώνονται επί της ουσίας στον τουρισμό και την παροχή υπηρεσιών. Σύμφωνα με στοιχεία του 2019, στο Ζαγόρι υπάρχουν 201 ξενοδοχειακές μονάδες και συνολικά 3.077 κλίνες. Τα περισσότερα ξενοδοχεία, τα μετράει το Πάπιγκο -38 στον αριθμό.
Λόγω και των εναλλασσόμενων τουριστικών περιόδων, το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα του Ζαγορίου είναι ότι δεν έχει δημιουργηθεί ένας κοινωνικός ιστός. Με απλά λόγια, δεν γίνεται κανείς εύκολα μόνιμος κάτοικος του Ζαγορίου. Και ίσως αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Δήμο αυτόν –δεν είναι τυχαίο εξάλλου που ο Δήμος ζήτησε πριν λίγο καιρό από την κυβέρνηση να ενταχθεί σε καθεστώς προβληματικών περιοχών.
Χώρια τα προβλήματα που αφορούν το οδικό δίκτυο, την προσπελασιμότητα, την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας κ.λπ.
Ένας τόπος χωρίς πολλούς κατοίκους, αλλά με πάρα πολλούς επισκέπτες. Από το 2010 μέχρι το 2019, η επισκεψιμότητα στο Ζαγόρι ανέβηκε πολύ, όπως προκύπτει και από το σχέδιο διαχείρισης που κατατέθηκε στην Unesco. Το 2010 καταγράφηκαν 11.339 επισκέψεις –από τις οποίες οι 10.000 ήταν Έλληνες. Το 2019, το Ζαγόρι το επισκέφθηκαν 46.366 άνθρωποι, με τους ξένους επισκέπτες να αυξάνονται κατ’ αναλογία – 28.603 Έλληνες και 17.763 ξένοι. Το σύνολο των διανυκτερεύσεων, τον ίδιο χρόνο, έφτασαν τις 106.000.
Το τουριστικό Ζαγόρι οφείλει την ύπαρξή του στο τοπίο του. Ένα πολιτιστικό και φυσικό τοπίο που ήρθε να αναγνωρίσει λοιπόν και η Unesco. Πιο συγκεκριμένα, αναγνώρισε την αρχιτεκτονική παράδοση (βάσει του κριτηρίου v), όπως αυτή έχει «αποτυπωθεί» στις οικίες, σε πρώην σχολεία ή σχολές, σε γεφύρια, σε εκκλησίες. Και με την αναγνώριση και τη σφραγίδα της Unesco, αναμένεται να αυξηθεί η επισκεψιμότητα, με το ζήτημα της φέρουσας ικανότητας του τουριστικού προορισμού να ανοίγει και πάλι.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε ανάρτησή του μέσα στην εβδομάδα, σχολιάζοντας την ένταξη του Ζαγορίου στην Unesco, μίλησε για ανάδειξη της περιοχής «σε προορισμό για επισκέπτες από όλο τον κόσμο, και τις τέσσερις εποχές του χρόνου». Και παράλληλα, έκανε λόγο για προστασία «από την αλόγιστη δόμηση (σ.σ. παραδείγματα δεν ανέφερε) και τον υπερτουρισμό»… Υπό αυτό το πρίσμα, θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον πώς θα γίνει η διαχείριση ενός αυξανόμενου αριθμού επισκεπτών αλλά και ενός ενδεχόμενου αυξανόμενου αριθμού επενδυτών.
Ποια χωριά του Ζαγορίου εντάχθηκαν στον κατάλογο της Unesco; Τα Άνω Πεδινά, η Αρίστη, ο Βίκος Αρίστης, η Βίτσα, το Βραδέτο, το Δίκορφο, το Δίλοφο, ο Ελαφότοπος, το Καπέσοβο, τα Κάτω Πεδινά, οι Κήποι, το Κουκούλι, το Μονοδένδρι, οι Νεγάδες, το Πάπιγκο, το Μικρό Πάπιγκο, το Τσεπέλοβο, οι Φραγκάδες –συνολικά 18 χωριά. Τα υπόλοιπα χωριά του Ζαγορίου βρίσκονται και αυτά υπό τη σκέπη της Unesco ως περιμετρική ζώνη όμως. Τα 18 χωριά είναι αυτά που ανήκουν στον «πυρήνα» του διατάγματος προστασίας του 1979. Στον «πυρήνα», περιλαμβάνονται κι άλλα δύο χωριά: η Ελάτη και το Σκαμνέλι, για τα οποία το ICOMOS, συμβουλευτικό όργανο της UNESCO, εισηγήθηκε να ενταχθούν στην περιμετρική ζώνη. Κάτι που αποδέχτηκε το σώμα.
Υπάρχουν κι άλλες συστάσεις προς την Ελλάδα: η καταγραφή των παραδοσιακών κτιρίων για τη δημιουργία μιας βάσης αναφοράς, η ανάπτυξη ενός σχεδίου διατήρησης που να «βλέπει» με ολιστικό τρόπο τα γεφύρια, τα παραδοσιακά μονοπάτια και τις σκάλες, η ένταξη στο σχέδιο διαχείρισης ενός οικονομικού προγραμματισμού, συγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων και ενός τοπικού μάστερ πλαν, η υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης για την προστασία της πολιτιστικής αξίας και του φυσικού περιβάλλοντος.
Κι αυτά πρέπει να γίνουν μέσα στους επόμενους 14 μήνες.
Το υπουργείο Πολιτισμού, που υποστήριξε την υποψηφιότητα στο Ριάντ, είχε προετοιμάσει αρχικά έναν φάκελο υποψηφιότητας που αφορούσε την ικανοποίηση κι άλλων κριτηρίων, πέραν της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, όπως είναι η βιοποικιλότητα. Ωστόσο, μετά από διαπραγματεύσεις που είχαν προηγηθεί όλους αυτούς μήνες, τα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς θεωρήθηκαν ως το πιο δυνατό συγκριτικό πλεονέκτημα της ελληνικής υποψηφιότητας.
Κατά τη συνεδρίαση στο Ριάντ, με το δεδομένο ότι οι χώρες είχαν στα χέρια τους όλον τον φάκελο της υποψηφιότητας, δόθηκε έμφαση στο κριτήριο της βιοποικιλότητας, με την Unesco να προτείνει στην Ελλάδα την εκ νέου διερεύνηση του ζητήματος με στόχο να κατατεθεί υποψηφιότητα και για αυτό το κριτήριο στο μέλλον.
Η σημαντική παράμετρος του φυσικού περιβάλλοντος συμβαδίζει πάντως με την αρχιτεκτονική κληρονομιά και έχει ληφθεί υπόψη στη διαδικασία ένταξης του Ζαγορίου ως πολιτιστικού τοπίου στον Κατάλογο Μνημείων της Unesco.
.