Μια άλλη διάσταση δίνει η Αγωνιστική Συσπείρωση Υγειονομικών (παράταξη που στηρίζεται από το ΠΑΜΕ) για τις τοποθετήσεις στελεχών στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων.
Η παράταξη, με αφορμή όσα γίνονται τις τελευταίες μέρες, αναφέρει μεταξύ άλλων ότι πρώτον, οι «καρατομήσεις» διευθυντικών στελεχών και προϊσταμένων δεν είναι νόμιμες, αντίθετα με ό,τι υποστηρίζει «πλαγίως» ο σύλλογος εργαζόμενων που ελέγχεται από τη ΔΑΚΕ και ότι δεύτερον, οι «έκτακτες συνθήκες» λόγω πανδημίας, είναι ουσιαστικά ένα πρόσχημα για τοποθέτηση ημετέρων.
Η παράταξη σημειώνει επίσης ότι ανάλογες τακτικές είχαν χρησιμοποιήσει και οι προηγούμενες διοικήσεις και ότι δεν είναι κάτι καινούργιο, εγκαλώντας τους συνδικαλιστές-τριες, τόσο της ΔΑΚΕ, όσο και της ΠΑΣΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Λέει συγκεκριμένα ότι η διοίκηση του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου προσπάθησε να «μοιράσει την πίτα» και ότι εκτός από τέσσερα στελέχη της ΔΑΚΕ, τοποθέτησε ένα του ΠΑΣΟΚ και άφησε «ανέγγιχτες τις επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην νοσηλευτική υπηρεσία. Οι στρατηγικές πολιτικές τους συγκλίσεις είναι δεδομένες, σε βαθμό που προτάθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ κοινός υπουργός Υγείας. Άλλωστε και σήμερα υλοποιούνται εφαρμοστικοί νόμοι των 3 μνημονίων που μαζί ψήφισαν».
«Το δόγμα όλων των κυβερνήσεων και διοικήσεων, ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ που οδηγήσανε στην σημερινή εγκληματική κατάσταση το δημόσιο σύστημα υγείας, εφαρμόζεται πιο εκτεταμένα από κάθε άλλη φορά στο ΠΓΝΙ, εν μέσω πανδημίας. Το νοσοκομείο που πληρώνει βαρύ τίμημα από την αναδιοργάνωση των υπηρεσιών του τους τελευταίους μήνες, λόγω της εγκληματικής εγκατάλειψης του συστήματος υγείας, με μεγάλες ελλείψεις προσωπικού που γίνονται ολοφάνερες στην έλλειψη εφεδρειών όταν νοσούνε συνάδελφοι» περιγράφει η παράταξη στην ανακοίνωσή της και συνδέει περιστατικά όπως οι διώξεις εις βάρος υγειονομικού προσωπικού που νόσησε, σε Πτολεμαΐδα, Ηράκλειο και Άγιο Σάββα, στην Αθήνα, αλλά μια σειρά ακόμα περιστατικά αυταρχισμού σε Θεσσαλονίκη, Καρδίτσα.
Αναφέρει επίσης ότι ναι, γινόταν έτσι και πριν (απαντώντας στην πλειοψηφία του συλλόγου εργαζόμενων), με ανοχή των «καρατομημένων υπαλλήλων που δεν διεκδικούσαν το δίκιο τους από το φόβο ‘ότι θα το βρουν μπροστά τους’ και με την στήριξη των φιλοκυβερνητικών συνδικαλιστών, όπως στις καρατομήσεις των ‘φίλα προσκείμενων στην ΝΔ’ το 2018».
Ανατρέχει στην καταψήφιση καταγγελίας του συλλόγου στις 22 Φεβρουαρίου 2018 από την παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την «οργισμένη ανακοίνωση των συνδικαλιστών ΔΑΚΕ-ΠΑΣΚΕ» της ίδιας ημερομηνίας, για αντίστοιχες περιπτώσεις μετακινήσεων.
Στηρίζει το επιχείρημά της περί παράνομων τοποθετήσεων, λέγοντας ότι με βάση το άρθρο 87 του υπαλληλικού κώδικα περί αναπλήρωσης προϊσταμένων ορίζεται ότι «τον προϊστάμενο, που απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο ανώτερος κατά βαθμό προϊστάμενος των υποκείμενων οργανικών μονάδων» και ότι στην προκειμένη περίπτωση «κανείς προϊστάμενος δεν απουσιάζει ή κωλύεται, κανείς δεν συνταξιοδοτήθηκε ή υπέπεσε σε πειθαρχικό αδίκημα ασύμβατο με την εκτέλεση καθηκόντων προϊσταμένου. Καμία θέση δεν κενώθηκε για να πληρωθεί. Την κένωσε αυθαίρετα η διοίκηση σε κοινό σχεδιασμό με τη ΔΑΚΕ».
Εν τέλει, η παράταξη θεωρεί ότι «το βασικό μήνυμα είναι ότι δεν έχει νόημα να επενδύει κανείς στην δουλειά και στις σπουδές για να εξελιχθεί υπηρεσιακά. Έχει μόνο έναν τρόπο: την δήλωση υποταγής στην συνδικαλιστική παράταξη της εκάστοτε κυβέρνησης». Στηρίζει τους «καρατομημένους-ες» και ζητάει και αυτή, ανάκληση των αποφάσεων.