Του Θανάση Μανταλόβα*
Με αφορμή την πρόθεση παραχώρησης και αξιοποίησης του εγκαταλειμμένου πανεπιστημιακού κτιρίου στη Δομπόλη, έχει ανοίξει ένας κύκλος δημόσιας συζήτησης για τη μελλοντική χρήση του κτιρίου, αλλά και για την κατασκευή ενός νέου Δημαρχείου στην πόλη των Ιωαννίνων.
Τέτοιες συζητήσεις έχουν προηγηθεί αρκετές φορές στο παρελθόν, τόσο για τα προαναφερόμενα ζητήματα, όσο και για άλλα εξίσου σημαντικά, όπως π.χ. το οικοσύστημα της Λίμνης Παμβώτιδας.
Η αλήθεια είναι, ιδιαίτερα σήμερα, πως τέτοιες δημόσιες συζητήσεις ευνοούνται σε μέγιστο βαθμό από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης αλήθεια είναι ότι τα αποτελέσματα, τις περισσότερες φορές, δεν είναι ανάλογα των προσδοκιών, των συμμετεχόντων στο διάλογο. Γιατί ασφαλώς από τη διατύπωση μιας ιδέας ή πρότασης –ακόμη και τεκμηριωμένης- έως την υλοποίηση αυτής πρέπει να μεσολαβήσουν αρκετοί μήνες ή/και χρόνια μεθοδικής εργασίας από μια ομάδα ανθρώπων που θα αναλάβουν την τεχνική ωρίμανση του έργου ή των δράσεων, ενώ ταυτόχρονα θα εξασφαλίσουν τη χρηματοδότηση αυτού μέσω κάποιου χρηματοδοτικού εργαλείου.
Η επανάχρηση του εγκαταλειμμένου πανεπιστημιακού κτιρίου στη Δομπόλη και η κατασκευή ενός δημαρχείου στον ίδιο ή σε διαφορετικό χώρο, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντιμετωπιστούν ως σημειακές ή αποσπασματικές παρεμβάσεις που απλά στοχεύουν ή αφορούν τη συστέγαση και τη βελτίωση της λειτουργικότητας των δημοτικών υπηρεσιών, ή την απόσειση της ηθικής και πολιτικής ευθύνης εκ μέρους της πολιτείας για την εγκατάλειψη ενός κτιρίου και ενός χώρου συνδεδεμένου άρρηκτα με την συλλογική ιστορική μνήμη της πόλης των Ιωαννίνων και των κατοίκων της.
Αποτελούν εμβληματικές παρεμβάσεις, δημιουργούν νέα τοπόσημα στα Γιάννενα, συμβάλλουν στην ανανέωση του κτιριακού αστικού αποθέματος και στον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας της πόλης μας και ως τέτοιες πρέπει να αντιμετωπιστούν. Ιδιαίτερα σήμερα που οι ελληνικές πόλεις αναζητούν νέα τοπόσημα προκειμένου να αναδείξουν τις ιδιαιτερότητές τους, να προβάλουν τα μοναδικά χαρακτηριστικά τους και την ιδιαίτερη ταυτότητά τους, στο πλαίσιο ενός οραματικού αστικού σχεδιασμού που μετατρέπεται σε εργαλείο αναβάθμισης της θέσης της πόλης στην ιεραρχία του αστικού συστήματος.
Το κτίριο στη Δομπόλη
Η συζήτηση για την αξιοποίηση του κτιρίου στη Δομπόλη είναι συναισθηματικά φορτισμένη και συνδεδεμένη με προσωπικές μνήμες και διαδρομές για χιλιάδες από εμάς.
Χώρος μόρφωσης και αναζήτησης, συναναστροφής και συνύπαρξης, διαλόγου, αλλά και αγώνων για τη δημοκρατία, αποτελεί σημαντικό μέρος της συλλογικής ιστορικής μνήμη αυτής της πόλης, άρρηκτα συνδεδεμένος με τη σύγχρονη ιστορία της και την εξέλιξη της, που σε σημαντικό βαθμό το ίδιο κτίριο ως Πανεπιστημιακό Ίδρυμα καθόρισε και επηρέασε.
Η σχέση μας με το συγκεκριμένο χώρο έχει αποκτήσει πλέον συμβολική μορφή, από τη λειτουργία της οποίας ο ίδιος ο χώρος καθίσταται πλήρης αξιών και νοημάτων. Επιτρέπεται άραγε να προσπεράσουμε όλα αυτά που μας συνδέουν και συνάμα μας πληγώνουν κάθε φορά που περνάμε μπροστά από το εγκαταλελειμμένο κουφάρι του, αντιμετωπίζοντας το απλά ως ένα ακόμη κτίριο μερικών χιλιάδων τετραγωνικών που πιθανά θα επιλύσει ζητήματα στέγασης κάποιων υπηρεσιών;
Ή μήπως είναι ευκαιρία για ένα πρωτοποριακό εγχείρημα, όπως ακριβώς ήταν και η δημιουργία του πρώτου περιφερειακού Πανεπιστημίου στα Γιάννενα, που επηρέασε καθοριστικά την εξέλιξη της πόλης, προσφέροντας συνάμα τεράστιες προοπτικές κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης.
H επανάχρηση του κτιρίου και η μετατροπή του, μέσω της ανάδειξης και διατήρησης όλων των ιστορικών του στοιχείων, σε ένα πολυχώρο υποστήριξης και προώθησης της δημιουργικής, καλλιτεχνικής και καινοτόμου πολιτιστικής δραστηριότητας στα Γιάννενα, μπορεί να αποτελέσει ένα πρωτοποριακό και συνάμα εμβληματικό έργο που θα συμβάλλει αποφασιστικά στην ενίσχυση της υπερτοπικής εμβέλειας της πόλης, θα οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων υπηρεσιών-προϊόντων, θα καταστήσει τα Γιάννενα ελκυστικό πολιτιστικό προορισμό, συμβάλλοντας στην αναζωογόνηση της τοπικής οικονομίας.
Με τη δημιουργία μουσειακών χώρων (όπως του Μουσείου τυπογραφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων), συνεδριακού κέντρου, χώρους θεατρικών παραστάσεων και συναυλιών, προβολών και ομιλιών, πολλαπλές αίθουσες εκδηλώσεων, εκθεσιακούς χώρους, αίθουσες εκπαίδευσης και ανοιχτούς (open co-working space) συνεργατικούς χώρους εργασία για νέους επιστήμονες, χώρων δημιουργίας (maker space), studio φιλοξενίας καλλιτεχνικών δράσεων, χώρους συνεδριάσεων και διοίκησης και τέλος βιβλιοθήκη, cafe αλλά και πωλητήριο τοπικών χειροτεχνημάτων και προϊόντων. Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του χώρου παρέχονται επίσης υπηρεσίες θερμοκοιτίδας για την υποστήριξη και εκκόλαψη καινοτόμων επιχειρηματικών ιδεών από νέους επιστήμονες.
Κεντρικός στόχος της επανάχρησης και αξιοποίησης του κτιρίου είναι η δημιουργία ενός ζωντανού κυττάρου στην καρδιά του αστικού ιστού, σημείο αναφοράς μια πόλης με δυναμισμό, δημιουργικότητα και εξωστρέφεια.
Η πρόταση που καταθέτω ασφαλώς δεν είναι η μοναδική. Υπάρχουν και άλλες ενδιαφέρουσες προτάσεις και σκέψεις. Εκτός από αυτές που έχουν δει το φως της δημοσιότητας γνωρίζω προσωπικά το ενδιαφέρον που υπήρξε –στο πρόσφατο παρελθόν- για την ανάπτυξη ενός εμβληματικού project, με ιδιωτικά κεφάλαια, το οποίο θα συνδύαζε την ανακατασκευή του χώρου ως κέντρο των νέων τεχνολογιών και της καινοτομίας με την ανάδειξη των χαρακτηριστικών και της ιστορικότητας του κτιρίου. Θα μπορούσε άραγε να ανανεωθεί το ενδιαφέρον αν εξέλειπε ο λαβύρινθος της γραφειοκρατίας;
Υποχρέωση να καταθέσουν τις προτάσεις τους, έχουν ασφαλώς οι δημοτικές παρατάξεις και κυρίως η Δημοτική Αρχή. Όχι με όρους πρόσκαιρης επικοινωνίας, όχι με πυροτεχνήματα προθέσεων –έστω και καλών- που απλά αναδεικνύουν την προχειρότητα και επιπολαιότητα με την οποία η Δημοτική Αρχή προσεγγίζει σημαντικά αλλά και δύσκολα ζητήματα του τόπου μας.
Η διεκδίκηση της παραχώρησης ενός εμβληματικού χώρου πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται με ολοκληρωμένο και πλήρες σχέδιο αξιοποίησης αυτού. Διαφορετικά είναι μια πρωτοβουλία κενού περιεχομένου, που ίσως πιθανά να προσθέτει στη δημοτική ακίνητη περιουσία ένα ακόμη αναξιοποίητο κτίριο. Ο δρόμος για την επανάχρηση του κτιρίου στη Δομπόλη θα είναι μακρύς και δύσκολος. Χρειάζεται μεθοδικότητα, περισσότερη δουλειά και λιγότερες ανακοινώσεις.
Το νέο Δημαρχείο
Η πόλη, ο Δήμος Ιωαννιτών είναι από τους ελάχιστους δήμους σε όλη την Ελλάδα, που δεν διαθέτει ένα σύγχρονο Δημαρχείο, στο οποίο θα στεγάζεται το σύνολο των υπηρεσιών του. Εξακολουθεί και πληρώνει πολλά χρόνια τώρα, σημαντικά ποσά για την ενοικίαση χώρων στέγασης των υπηρεσιών του.
Η λειτουργικότητα των υπηρεσιών, αλλά και η βέλτιστη εξυπηρέτηση του πολίτη, προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ενιαίου διοικητικού κέντρου. Η συστέγαση των δημοτικών υπηρεσιών δεν είναι ο μοναδικός λόγος για την κατασκευή του νέου δημαρχείου. Αν όχι μεγαλύτερο, εξίσου σημαντικό λόγο αποτελεί η κατασκευή ενός εμβληματικού κτιρίου που θα αναδεικνύει και θα ενισχύει τη φυσιογνωμία και τα χαρακτηριστικά της πόλης ως μητροπολιτικό κέντρο υπερτοπικής εμβέλειας.
Το προηγούμενο Δημοτικό συμβούλιο, μετά από πρόταση μου, ομόφωνα αποδέχτηκε τον ενεργειακό, λειτουργικό και αισθητικό μετασχηματισμό του ΚΕΠΑΒΙ και τη μετατροπή του μεγαλύτερου τμήματος αυτού σε ένα σύγχρονο δημαρχείο που ακολουθεί τις παρακάτω αρχές:
-Προσαρμογή του κτιρίου και του περιβάλλοντα χώρου στο υπάρχον τοπίο και τα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής.
-Σαφής κτιριακή διάκριση των δύο λειτουργικών ενοτήτων με δημιουργία ξεχωριστής, ανεξάρτητης κεντρικής εισόδου για το Δημαρχείο από την πλευρά της λίμνης Παμβώτιδας, με παράλληλη δημιουργία πλατείας Δημαρχιακού Μεγάρου Ιωαννιτών.
-Αξιοποίηση της θέας της λίμνης Παμβώτιδας και της παρόχθιας περιοχής γενικότερα.
-Δημιουργία ενός πιλοτικού, πρότυπου Δημαρχείου, που αξιοποιεί εναλλακτικές μορφές ενέργειας, υιοθετεί και εισάγει καινοτόμες τεχνολογίες με στόχο τη βελτίωση του δομημένου περιβάλλοντος, τον περιορισμό της εκπομπής ρύπων και την εφαρμογή εναλλακτικών μορφών ενέργειας.
Με χρηματοδότηση του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), εκπονήθηκε μια πλήρης και οριστική αρχιτεκτονική μελέτη διαμόρφωσης του νέου Δημαρχείου, ενώ μετά από συνεργασία με τις υπηρεσίες του Δήμου οργανώθηκε ένα ολοκληρωμένο κτιριολογικό πρόγραμμα χωροθέτησης των υπηρεσιών του Δήμου, η πλήρης ανάπτυξη των οποίων καταλαμβάνει 9 χιλ. περίπου τετρ. μέτρα (με τους βοηθητικούς χώρους).
Η μελέτη ασφαλώς χρειάζεται σημαντικές συμπληρώσεις, αλλά κυρίως απαιτείται στο πλαίσιο της προτεινόμενης αρχιτεκτονικής διαμόρφωσης, σύναψη μακροχρόνιας συμφωνίας με την ΚΕΠΑΒΙ Α.Ε., για την παραχώρηση της χρήσης των 9 χιλ τετρ (κατά τη γνώμη μου ο Δήμος πρέπει να διεκδικήσει τουλάχιστον 10.500 τ.μ.) και την άρση των περιορισμών που υφίστανται από το πλαίσιο σύστασης και λειτουργίας της ΚΕΠΑΒΙ Α.Ε.
Το κτιριακό συγκρότημα του ΚΕΠΑΒΙ, αποτελεί περιουσιακό στοιχείο του Δήμου, σήμερα υπολειτουργεί, ενώ σημαντικό τμήμα αυτού διατίθεται (όχι από το Δήμο) για δραστηριότητες διαφορετικές από αυτές που προβλέπονται στην 50κονταετή σύμβαση παραχώρησης του Δήμου (έως το 2053), εμφανίζει σημαντικές φθορές και κακοτεχνίες που θα επιδεινώσουν τραγικά την κατάσταση του, με την πάροδο του χρόνου.
Επιπλέον εδράζεται σε ένα χώρο που έχει προνομιακά χαρακτηριστικά, δίπλα στη λίμνη και στο χώρο των παλιών στρατιωτικών φυλακών που παραχωρήθηκαν στο Δήμο και αναμένεται η αξιοποίησή τους ως πάρκο (τεράστια και εδώ η καθυστέρηση), έχει εύκολη οδική πρόσβαση, ενώ διαθέτει χώρους στάθμευσης.
Η αξιοποίηση του υπάρχοντος κτιριακού αποθέματος, η θέση του ακινήτου και η νέα αρχιτεκτονική πρόταση διαμόρφωσης προδιαγράφουν τα χαρακτηριστικά μιας εμβληματικής παρέμβασης που ενισχύουν κατά πολύ την ελκυστικότητα και τη λειτουργικότητα της πόλης.
Ποιος ο λόγος λοιπόν αναζήτησης νέων χώρων (όπως το κτίριο στη Δομπόλη), όταν πολύ περισσότερο δεν έχουν καν αξιολογηθεί τα χωροταξικά, πολεοδομικά, κτιριολογικά και κυκλοφοριακά δεδομένα της νέας –υποτίθεται- επιλογής; Και κυρίως γιατί εμφανίζουμε πλήρη ανετοιμότητα να αξιοποιήσουμε σημαντικούς πόρους προγραμμάτων (Φιλόδημος & Αντ. Τρίτσης) που έχουν προκηρυχθεί πριν από ένα έτος τουλάχιστον και αφορούν την κατασκευή νέων ή επανάχρηση υπαρχόντων κτιρίων σε δημαρχεία; Όταν ως Δήμος Ιωαννιτών έχουμε τη δυνατότητα να υποβάλλουμε προτάσεις και έργα υπεράνω των 15 εκατ €, εμείς λίγο πριν την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προτάσεων (μετά μάλιστα από τρίμηνη παράταση), εξαντλούμαστε σε συζητήσεις περί νέων Δημαρχείων;
Γιατί στο τέλος αυτής της δημόσιας συζήτησης, όπως και στην αρχή κάθε επόμενης που θα ανοίξει σύντομα, ένα ερώτημα καλούμαστε όλοι μας να απαντήσουμε, κυρίως όμως η Δημοτική Αρχή. Πώς οραματιζόμαστε την πόλη μας στο μέλλον και πώς διασφαλίζουμε την επίτευξη των στόχων; Με λόγια ή με έργα και πράξεις;
* Ο Θανάσης Μανταλόβας είναι πρώην αντιδήμαρχος Ιωαννίνων