Πριν από μερικούς μήνες, τον Ιούνιο, ο προϊστάμενος του Κέντρου Διεπιστημονικής Αξιολόγησης Συμβουλευτικής και Υποστήριξης, Γιάννης Σταύρου, υπέβαλλε την παραίτησή του από τη θέση.
Ο λόγος ήταν ότι διαφωνούσε με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και δεν ήταν ο μόνος. Η αντίθεση στην αξιολόγηση, ειδικά όπως την προάγει το Υπουργείο Παιδείας, αλλά και ως πράξη στην εκπαιδευτική διαδικασία, δεν έχει να κάνει με τη μόνιμη επωδό ότι «οι εκπαιδευτικοί δεν θέλουν να αξιολογούνται», αλλά με πολύ περισσότερα και ουσιαστικά ζητήματα.
Ο κ. Σταύρου παραιτήθηκε και εις βάρος του κινήθηκαν δύο εκπαιδευτικοί, η μια εκ των οποίων συνδικαλίστρια της κυβερνητικής ΔΑΚΕ.
Είτε έτσι, είτε αλλιώς, με την παραίτησή του έδωσε τον «χώρο» στη διοίκηση, με την πολιτική της οποίας διαφώνησε.
Τώρα όμως το Πειθαρχικό Συμβούλιο εγκαλεί τον κ. Σταύρου γιατί συμμετείχε στην απεργία-αποχή που είχαν κηρύξει οι διδασκαλικές και καθηγητικές ομοσπονδίες.
Το ενδιαφέρον είναι ότι, αφενός το υπουργείο δεν αποδέχθηκε την παραίτηση του εκπαιδευτικού από τη θέση, παρότι αυτή είχε τη σύμφωνη γνώμη του ανώτατου υπηρεσιακού συμβουλίου Ηπείρου, αφετέρου, τώρα τον εγκαλούν άρον-άρον, τη στιγμή που ο ίδιος έχει καταθέσει αίτηση συνταξιοδότησης.
Κοινώς, το υπουργείο όχι μόνο δεν αποδέχθηκε την παραίτηση του εκπαιδευτικού, αλλά τον «κυνηγάει» κιόλας, σε μια κίνηση που υποδεικνύει διάθεση παραδειγματισμού, η οποία παραπέμπει στις χειρότερες διοικητικές μέρες της ελληνικής εκπαίδευσης και πολιτείας…