ΓΙΑΝΝΕΝΑ

Στον Τάκη…

Εικόνα του άρθρου Στον Τάκη…
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: Κύριος Τύπος
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 27/01/2024, 23:06
ΓΙΑΝΝΕΝΑ

Ένας αποχαιρετισμός στον Τάκη Ζαγορίσιο που έφυγε από τη ζωή –από έναν φίλο του…



«Δεν ήμασταν εκεί Τάκη.

Δεν ήρθαμε να σου χτυπήσουμε την πόρτα στο σιόμπαστο φτωχικό σου παραμονή πρωτοχρονιάς. Δεν σταθήκαμε δίπλα σου να γελάσουμε και να κλάψουμε για τα χάλια του κόσμου και να ζεστάνουμε την καρδιά σου με το μόνο διαθέσιμο γιατρικό: το σωτήριο ψέμα ότι στον κόσμο αυτό υπάρχει ελπίδα. Και εσύ τότε να πάρεις φόρα και να μας ξαναπείς: μωρέ διαόλοι, θα βγουν νέοι άνθρωποι, μη σκάτε, θα σηκωθούν οι νέοι και θα παλέψουν αδελφωμένοι, και θα νοιάζεται ο ένας για τους πολλούς, τώρα όλα είναι ένα απλό πισωγύρισμα. Θα καμωνόμασταν ότι συμφωνούμε. Γέροι γάρ εμείς, πάντα νέος εσύ.

Ένα τσίπουρο έδωσε την ευκαιρία στην παρέα να βρεθεί και να νοιώσουμε ότι είμαστε ακόμα μαζί. Πλέον ως σχολιαστές της πολιτικής σκηνής και των λεπτομερειών της. Απομονωμένοι από τον κόσμο, τους εαυτούς μας και από την ψυχή μας την ίδια. Ως αριστεροί του περιπεπλεγμένου τίποτα. Στην όποια βόλεψή μας, ξεχάσαμε ότι ίσως θα αυτές τις δύσκολες μέρες θα αναζητούσες την παρουσία των συντρόφων σου.

Αρκεστήκαμε απλά να σε μολογήσουμε, να μείνουμε για μια φευγαλέα στιγμή σιωπηλοί, να πούμε ότι πρέπει χωρίς άλλο να σε δούμε την επόμενη, κι ύστερα να γυρίσουμε στους ρόλο μας, να φιληθούμε για το νέο έτος ν’ ανταλλάξουμε άθλια δωράκια που έπαψαν προ καιρού να είναι φλογερά βιβλία, και να ευχηθούμε αυτό να επαναλαμβάνεται εσαεί, ακόμα κι όταν ξανά και ξανά στο γυαλί θα μετράει αντίστροφα την ώρα ένας αναλφάβητος δήμαρχος κι έξω θα σκάνε πυροτεχνήματα, δείγματα μιας ανυπόφορης αμήχανης θλίψης, για το χρόνο που περνάει.

Δεν μπορώ να σταθώ στην εκκλησιά Τάκη να σε βλέπω σιωπηλό με τα μάτια κλειστά. Δεν μπορώ απλά να δακρύσω ή να μου ξεφύγει λυγμός. Δεν μπορώ να δεχθώ ότι έφυγες και σύ μετά τον Αλέκο και τόσους άλλους κι ότι λίγοι έμειναν να μας θυμίζουν τις μέρες τις παλιές και τ’ όνειρο.

Πάντα θα περιμένω την ατάκα σου, την αφορμή να ταξιδεύω ξανά πίσω, να ζώ σαν παιδί που ονειρεύεται τη μέγιστη - δηλαδή την καθημερινή - στιγμή του αγωνιστή στη φυλακή, στην εξορία, στη μάχη να συνεταιριστούν οι αγρότες, τη μεγάλη ατέλειωτη στιγμή του ερωτευμένου που μας μίλαγες για τη Σταυρούλα με λόγια που δεν έχω ξανακούσει, τόσο ζεστά, γιατί εκείνη ήταν για σένα η ενσάρκωση της συμπόνοιας, της δύναμης, της αποφασιστικότητας, της καλοσύνης, του αλτρουισμού, της αγάπης το κέντρο όλων όσων πίστευες, όλα μέσα σε μια φιγούρα. Η φιγούρα που ξαφνικά και άδικα εξαφανίστηκε από τη ζωή σου. Διπλά ένοχοι λοιπόν εμείς που δεν τολμήσαμε να γεμίσουμε έστω και λίγες ώρες παραπάνω το μεγάλο κενό της απουσία της.

Θα μιλήσουν οι φίλοι σου. Που σ’ αγαπούσαν πολύ. Θ’ αναφερθούν όμως κι άλλοι στην προσφορά σου. Στο συνεταιριστικό κίνημα. Θα θυμίσουν την εποχή που πήρε τα πάνω του και άλλαξε τις ζωές των ανθρώπων του τόπου μας με τη δική σου ιδιαίτερη και αποφασιστική συμβολή. Δεν ελπίζω όμως, αν και το εύχομαι, ν’ αναφερθούν στις μαύρες μέρες, όταν έπαιρνε την κάτω βόλτα, που μεταλλασσόταν σε κάτι άλλο, ξένο με τις αρχές σου και στο πόσο εσύ αντιστάθηκες αλλά και πόσο λοιδορήθηκες γιατί δεν ήθελες η υπόθεση των πολλών να γίνεται βόλεμα, εξυπηρέτηση και όφελος για λίγους.

Δύσκολα πράγματα αλλά πρέπει να ακούγονται - έλεγες. Κι ας μεγαλώνει ο κύκλος με τους φταίχτες και δεν θα κρίνω εγώ που σταματάει, μιας και εγώ, βλέποντας από μέσα, λόγο δικαστή δεν δικαιούμαι: Ως άνθρωποι, ως κόμματα, όντας μικρές και μεγάλες εξουσίες, χειριζόμαστε σύμβολα, αρχές, όνειρα και ζωές. Συχνά το πάμε αλλού και πέφτουμε στη λούμπα να μη ξεχωρίζουμε σημαντικά απ’ τα δεύτερα. Μιλάμε χωρίς σταματημό, χωρίς να λέμε κάτι.

Να ήξεραν όλοι αυτοί που τώρα μιλάνε ακατάσχετα για δικαιώματα και ελευθερίες, πόσο εσύ ήσουν ανοιχτός κι ελεύθερος όταν κανείς δεν ήταν, και πως το μόνο που δεν ήθελες ήταν να δίνεις εξετάσεις για το φέρεσθαι αλλά μονάχα για το πράττειν, έχοντας λεύτερη ψυχή και στόμα που δε δείλιαζε να μολογάει τ’ άσχημα μαζί και τα δικά μας!

Σίγουρα θα μας περίμενες μια απ’ αυτές τις μέρες.

Ανήμποροι όμως κι άβουλοι σ’ αφήσαμε μονάχο.

Το μόνο που θέλω να πω είναι το κρίμα μου.

Κι ότι με ενοχή για πάντα θα θυμάμαι πόσα μας έμαθες εσύ σε μας, τους τότε νέους, τώρα αποσυρμένους στο καβούκι μας ή σε μαγκανοπήγαδο που το γυρίζουν άλλοι.

Γ.Σ.»

ΣΧΟΛΙΑ
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
Ντοτη3 dodoni back