Oikonomou pisoi
ΑΠΟΨΕΙΣ

(Παρ)ακούγοντας κακά επιχειρήματα

Εικόνα του άρθρου (Παρ)ακούγοντας κακά επιχειρήματα
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: Γιώργος Τσαντίκος
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 13/11/2022, 12:52
ΑΠΟΨΕΙΣ

Πριν από ένα περίπου μήνα, στην εναρκτήρια εκδήλωση του «A matter of trust», του πενθήμερου συνεδρίου που διοργάνωσε στην Αθήνα το Imedd, ο διευθυντής της «Καθημερινής» Αλέξης Παπαχελάς προκαλούσε στο γεμάτο αμφιθέατρο του Ωδείου Αθηνών έκπληξη, μουρμουρητά καθώς και μερικά «εντάξει τώρα, δεν το ακούμε αυτό».

Έλεγε καταρχάς ότι η «Καθημερινή» αρχικά δεν έκρινε σωστά την υπόθεση των υποκλοπών. Μετά, απαντώντας σε ερώτηση, είπε ότι το πρώτο ρεπορτάζ που έκανε «δεν άρεσε στην κυβέρνηση». Λίγο πριν, ένας από τους ομιλητές διερωτούνταν ρητορικά: «Πώς γίνεται ένα τέτοιο θέμα που συνήθως τραβάει τις εφημερίδες που θέλουν πρωτοσέλιδα με αποκαλύψεις, να άφησε αδιάφορα τα ελληνικά ΜΜΕ;».

Ένα μήνα μετά, τα ελληνικά ΜΜΕ ασχολούνται συστηματικά με τις υποκλοπές. Ξαφνικά, το θέμα δεν έχει «κλείσει» όπως βιάστηκαν να το κάνουν τα «Νέα», μεθερμηνεύοντας αποτέλεσμα δημοσκόπησης. Ένας πρωτοσέλιδος τίτλος όμως εμπεριέχει και τα «θέλω» του μέσου και δεν αφορά απλώς το ρεπορτάζ.

Ξαφνικά, τα ίδια μέσα που «δεν έκριναν σωστά» ή είχαν «κλείσει την υπόθεση», την ξανανοίγουν και η κυβέρνηση πελαγώνει σε επιχειρήματα που δεν πείθουν στην ελληνική πιάτσα.

Για παράδειγμα, το μόνιμο επιχείρημα «έτσι γίνεται και στην Ευρώπη» ταιριάζει μόνο κουβέντες καφενείου. Αν «συμβαίνει και στην Ευρώπη» έτσι, γενικά, θα πρέπει να συνοδεύεται και από το «πώς το αντιμετωπίζουν στην Ευρώπη», είτε αφορά τις βενζίνες, είτε τις παρακολουθήσεις.

Βέβαια, το επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης ακριβώς γι αυτό το λόγο ρίχνει αυτό το επιχείρημα στο τραπέζι: γιατί ξέρει ότι ταιριάζει στις καφενειακές κουβέντες, άρα έχει και περισσότερες πιθανότητες να κερδίσει. Τον λένε «λαϊκισμό» και είναι απλός. Και η κυβέρνηση τον χρησιμοποιεί σταθερά.

Τώρα όμως, το πρόβλημα και προτέρημα ταυτόχρονα (γιατί τα αδιέξοδα υπάρχουν παντού, και στη δημοκρατία), είναι ότι η μερίδα των «απρόσεκτων» ή απλώς ημέτερων ΜΜΕ του πρόσφατου παρελθόντος, αποφάσισε ότι υπάρχει όντως πρόβλημα και απειλεί την κυβέρνηση με το ίδιο της το όπλο: την απόλυτη επικυριαρχία στις συζητήσεις και τις απόψεις.

Σε αυτό στηρίχτηκε εν πολλοίς η κυβέρνηση Μητσοτάκη και όχι στο οποιοδήποτε υπαρκτό ή όχι έργο της. Εκεί πόνταρε ο πρωθυπουργός για να φτιάξει την εικόνα του σχεδόν άτρωτου ηγέτη, κάτι που δεν είναι ούτε σε αυτό, ούτε σε κανένα παράλληλο σύμπαν.

Γι αυτό και τα συνοδά επιχειρήματα γίνονται όλο και πιο «λαϊκά». Τις τελευταίες μέρες δηλαδή, η ΝΔ μοιράζει «γραμμή» στο κοινό της ότι «τι μας νοιάζουν οι υποκλοπές, αυτές είναι για τους πολιτικούς, εδώ εμείς θα πεινάσουμε και θα κρυώσουμε». Ένα επιχείρημα για κάθε πρόβλημα, άσχετα αν τα επιχειρήματα μεταξύ τους δεν ταιριάζουν. Το ίδιο έκανε και ο ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές του ’19, όταν έλεγε «εντάξει, το πήραμε το μήνυμα, τώρα θα ψηφίσει αλλιώς ο κόσμος». Τα πιο επώνυμα υποστηρίγματα της κυβέρνησης στο τουίτερ, εσχάτως δεν αρνούνται τις υποκλοπές, απλά λένε «πάλι μπροστά είμαστε στα γκάλοπ». Και μπορεί και να είναι, όντως.

Το πρόβλημα όμως είναι πάνω από τα επιτήδεια επιχειρήματα, αυτή τη στιγμή. Μια «δυτική δημοκρατία» έχει συγγενή συμπτώματα απολυταρχίας: δέρνει αλύπητα, μπαίνει σε σπίτια ανθρώπων, οι οποίοι αθωώνονται αλλά οι αυτουργοί δεν τιμωρούνται ποτέ, και τώρα κρυφακούει, οικείους και αλλότριους, αλλά και «υπεράνω υποψίας».

Και πεισμένη και η ίδια για το πόσο άτρωτη είναι, συνεχίζει να δίνει κακές απαντήσεις και κακά επιχειρήματα στο ακροατήριό της.

ΣΧΟΛΙΑ
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
Ντοτη3 dodoni back