Το Ιτς Καλέ στο Κάστρο των Ιωαννίνων είναι σήμερα το πιο ζωντανό αρχαιολογικό πάρκο της Ηπείρου. Ένας πολιτιστικός χώρος που «χτίστηκε» με πολλή δουλειά των αρχαιολογικών υπηρεσιών από τη δεκαετία του ’80 και μετά, αφού είχε προηγηθεί η παραχώρησή του από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο υπουργείο Πολιτισμού. Και βέβαια υπήρχαν και οι κατάλληλοι άνθρωποι, αρχαιολόγοι, που οραματίστηκαν τη μεταμόρφωση της εσωτερικής αυτής ακρόπολης σε έναν αρχαιολογικό χώρο, σε εποχές μάλιστα που ο πολιτισμός δεν αντιμετωπιζόταν μόνο ως εργαλείο ανάπτυξης και επένδυσης.
Το Βυζαντινό Μουσείο που άνοιξε τις πόρτες του το 1995, ανασκαφικές έρευνες, αναστηλώσεις μνημείων, όπως του Θησαυροφυλακίου, του Φετιχιέ Τζαμιού, της πυριτιδαποθήκης ή των τούρκικων μαγειρείων που λειτουργούν ως καφέ, έδωσαν μια άλλη ζωή στο Ιτς Καλέ. Από πέρσι, το Μουσείο Αργυροτεχνίας του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ) ήρθε να επιτείνει τη δυναμική του πάρκου, αλλά και να θέσει, λόγω της αύξησης της επισκεψιμότητας στον χώρο, ένα ζήτημα κυκλοφορίας των πολιτών μέσα στο πάρκο αλλά και στο Κάστρο γενικότερα. Ένα ζήτημα βέβαια που δεν είναι εύκολο, καθώς υπάρχουν πολλές παράμετροι, όπως η φύλαξη του αρχαιολογικού χώρου.
Όπως και να’ χει, κυκλοφορία μέσα στο Ιτς Καλέ ίσον «πύλες». Το Ιτς Καλέ φτιάχτηκε για να αποτελέσει ένα αυτοτελές φρούριο, ένα έσχατο καταφύγιο για τους υπερασπιστές της πόλης από τις εχθρικές επιθέσεις. Ο ρόλος του σήμερα είναι τελείως διαφορετικός.
Οι πύλες της εσωτερικής ακρόπολης λοιπόν δεν είναι ούτε μία ούτε δύο, αλλά πέντε –αν και όχι όλες λειτουργικές..
Καταρχάς, υπάρχει η γνωστή σε όλους κεντρική πύλη, η οποία επιστέφεται με μεγάλο αψίδωμα. Στην επιφάνειά του, υφίστανται τρία ορθογώνια διάχωρα στα οποία, όπως εκτιμάται, υπήρχαν επιγραφές, αλλά και μια μαρμάρινη πλάκα που περιβάλλεται από ανάγλυφο φυτικό διάκοσμο.
Στην ίδια πλευρά του Ιτς Καλέ, «εμφανίζονται» άλλες δύο πύλες, μία μικρότερη και μία μεγαλύτερη, με τις οποίες ο περαστικός δεν έχει άμεση οπτική επαφή. Κι αυτό γιατί αυτές γειτνιάζουν με τις κατοικίες της καστροπολιτείας. Και οι δύο βρίσκονται επί της οδού Αγίας Θεοδώρας. Η μικρή πύλη, που δεν παρουσιάζει κάποιο ιδιαίτερο μορφολογικό στοιχείο, είναι ολίγον υπερυψωμένη.
Η πιο σημαντική είναι η μεγαλύτερη, η πύλη της Αγίας Θεοδώρας (ονομασία που προέρχεται από τον παρακείμενο δρόμο). Η πύλη αυτή σήμερα είναι κλειστή. Πριν από αρκετά χρόνια, παρέμενε ανοιχτή αλλά χρησιμοποιούνταν κυρίως από τους περιοίκους. «Βγαίνει» στο κάτω επίπεδο του Ιτς Καλέ, στην πίσω μεριά του Θησαυροφυλακίου και κοντά στο Μουσείο Αργυροτεχνίας, και εν δυνάμει μπορεί να «συνδεθεί» μέσω μιας πολιτιστικής διαδρομής με την κεντρική πύλη της ακρόπολης.
Πέραν της λειτουργικής χρήσης που θα μπορούσε να έχει, η πύλη της Αγίας Θεοδώρας είναι μια ωραία πύλη. Η πρόσβαση σε αυτήν γίνεται μέσα από μικρούς, πλακόστρωτους δρόμους του Κάστρου. Μορφολογικά, έχει ένα μεγάλο τοξωτό άνοιγμα που επιστέφεται από μεγάλο αψίδωμα, ενώ δεξιά και αριστερά του τόξου είναι εντειχισμένα δύο λιθανάγλυφα, που απεικονίζουν φτερωτούς γρύπες. Στην πύλη υπάρχει και εντειχισμένη λίθινη επιγραφή που αναφέρεται στον σουλτάνο Αβδούλ Μετζήτ, στον πασά των Ιωαννίνων Οσμάν Νουρή και στον διοικητή του στρατού Αλή βέη, με τη χρονολογία 1259 (1843).
Και πάμε στη νότια πύλη (από την πλευρά του πάρκινγκ κοντά στη Σκάλα), η οποία ανοίγει κάποιες μέρες μέσα στον μήνα για την εξυπηρέτηση του Μουσείου Αργυροτεχνίας. Μια τοξωτή πύλη πάνω στην οποία ήταν εντοιχισμένη μια λίθινη επιγραφή με χρονολογία 1815. Η επιγραφή αυτή, μετά τη συγκόλλησή της, εκτίθεται στο Φετιχιέ Τζαμί. Εσωτερικά, υπάρχει ένας λιθόστρωτος διάδρομος και δεξιά ανοίγονται πέντε δωμάτια όπου έμενε η φρουρά.
Την πέμπτη πύλη μπορεί να την εντοπίσει κανείς καλύτερα μόνο από την εσωτερική πλευρά του Ιτς Καλέ. Βρίσκεται λίγο πριν την… κάθοδο προς τη νότια πύλη. Στην είσοδό της τα τελευταία χρόνια «φιλοξενείται» ένα εγκαταλελειμμένο αυτοκίνητο της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Μέσω αυτής της πύλης, γίνεται η πρόσβαση στον περίδρομο των εξωτερικών τειχών του Κάστρου.