Τον Απρίλιο του 1978, 43 χρόνια πριν, τέτοιες μέρες οι Rainbow κυκλοφορούσαν τον τρίτο και τελευταίο αξιόλογό τους δίσκο. To Long Live Rock’n’Roll ήταν από την αρχή ως το τέλος επικό. Ηχογραφήθηκε καταρχάς σε ένα μεσαιωνικό σατώ κοντά στο Παρίσι και εκτός από τον ήχο και τις μεσαιωνικές αφηγηματικές εμμονές του Μπλάκμορ και του Ντίο, είχε και… γοτθικές γραμματοσειρές.
Πέρα όμως από τους συμβολισμούς, ο δίσκος ήταν και παραμένει ένα έπος, το ίδιο μεγάλο όσο και ο προηγούμενος δίσκος τους, το Rising.
Αν σας αρέσει ο Τύπος, μπορείτε να τον στηρίξετε με μια συνδρομή:
Εκείνη την εποχή οι Rainbow ήταν βασικά τρεις: Ο Μπλάκμορ στην κιθάρα και δύο από τους ανθρώπους που μπορούσαν (ακόμα) να τον αντέξουν. Τύχαινε αυτοί βέβαια να είναι ο Ρόνι Τζέιμς Ντίο, η «Φωνή» και ο Κόζι Πάουελ στα ντραμς, ένας από τους τρεις κορυφαίους ντράμερ του χαρντ ροκ. Αμφότεροι δεν ζουν πια.
Παρά την τρομερή δύναμη των συνθέσεων του ντουέτου Μπλάκμορ-Ντίο και το χαρακτηρισμό τους ως «παραμυθάδων», από το δίσκο δεν έλειψαν πιο καθαρά ροκενρόλ στιγμές, όπως το LA Connection και το ομώνυμο Long Live Rock ’n’ Roll. Μαζί με αυτά συνυπάρχουν μια μελιστάλαχτη (και τρομερή) μπαλάντα που αντιγράφηκε από όλο το συρφετό των ‘80s, το Rainbow Eyes, αλλά και τα φέροντα τη σφραγίδα του συνθετικού ντουέτου, το Lady of the Lake (ίσως του καλύτερου κομματιού που έγραψαν οι Rainbow στην ιστορία τους) και το Gates of Babylon.
O Πάουελ συνεισφέρει μόνο σε ένα κομμάτι, που είναι όμως και το πιο χαρακτηριστικό του άλμπουμ: Το Kill the King είναι ένας οδοστρωτήρας τεσσεράμισι λεπτών που δείχνει το δρόμο στις power metal μπάντες των ‘80s, πριν καν οι Manowar φορέσουν πέτσινα μαγιό.
Λίγο αργότερα, ο Μπλάκμορ αποφάσισε ότι ήθελε να πάει τη μπάντα σε πιο εμπορικούς δρόμους και να τη βγάλει από τη θεματολογία «σπαθί και μαγικά».
Ευτυχώς από μια άποψη, γιατί ο Ντίο έφυγε, πήγε στους Sabbath και μαζί τους έβγαλε το Heaven and Hell. Οι δε Rainbow έγιναν εμπορικοί και επιτυχημένοι, ωστόσο ο Μπλάκμορ ξανάβγαλε αξιόλογο δίσκο επτά χρόνια αργότερα. Με τους Deep Purple…