Πόσο σημαντική είναι μια συζήτηση γύρω από τις φυλές παραγωγικών ζώων που ενδημούν ή (κυρίως) εκτρέφονται στην Ήπειρο; Η εικόνα της γεμάτης αίθουσας στα παλιά σφαγεία, στην εκδήλωση της Ελληνικής Ζωοτεχνικής Εταιρίας, αλλά και οι συζητήσεις μεταξύ των παραγωγών και επιστημόνων του κλάδου που βρέθηκαν εκεί, μαρτυράνε ότι όντως, είναι κάτι που χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Γιατί;
Γιατί πολύ απλά, η εξέλιξη, η παραγωγική δυνατότητα και κυρίως, η ποιότητα των παραγώγων του ζωικού κεφαλαίου (τι εμπορευόμαστε και τι τρώμε κοινώς), εξαρτώνται άμεσα από τα παραπάνω.
Ο Ιωσήφ Μπιζέλης, καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών έκανε αρκετές βόλτες στην περιοχή των Ιωαννίνων μέχρι τη χτεσινή εκδήλωση, στην οποία ήταν πρώτος ομιλητής με θέμα τις αυτόχθονες φυλές. Είναι άλλωστε ένας από τους ειδικούς στην Ελλάδα, πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Σε αυτές του τις περιοδείες, είχε αρκετά ενδιαφέροντα ευρήματα που δείχνουν ότι ναι μεν υπάρχει μια γενετική συνέχεια παλιών, αυτοχθόνων φυλών, αλλά περιορισμένη.
Στην ομιλία του, ο κ. Μπιζέλης είπε ότι η παγκόσμια τάση είναι η αντικατάσταση των αυτοχθόνων φυλών με ξένες, βελτιωμένες που θεωρήθηκαν πιο παραγωγικές. Με το πέρασμα όμως των χρόνων τα οικονομικά δεδομένα άλλαξαν και μαζί τους, άλλαξαν και οι «δείκτες» που διαμορφώνουν αυτές τις τάσεις. Για παράδειγμα, όπως τόνισε ο κ. Μπιζέλης, από τις 34 φυλές προβάτων, ανάμεσα στις «κανονικές» είναι αυτή της Άρτας και στις «επίφοβες» είναι η ορεινή φυλή της Ηπείρου, αλλά και η φυλή Κατσικά.
«Τα μεγαλύτερα προβλήματα για τη διατήρηση των εγχώριων φυλών στην Ελλάδα είναι οι ανεξέλεγκτες διασταυρώσεις που πραγματοποιούνται από τους εκτροφείς τους, το μικρό μέγεθος των εκτροφών που καθιστά δύσκολο τον έλεγχο της ομομειξίας και της γενετικής παρέκκλισης, η αδυναμία κατάταξης των ζώων σε φυλή με βάση το φαινότυπο και κυρίως, η ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι στην εποχή μας παρουσιάζουν μικρή σημασία» είπε ο κ. Μπιζέλης, συνοψίζοντας το πρόβλημα.
Ενδιαφέρον είναι ότι οριοθέτησε την αρχή του φαινομένου στις νομοθετικές διατάξεις του 1995, οι οποίες εφαρμόζονται μέχρι σήμερα, ενώ πρόσθεσε ότι τα επιδοτούμενα από την Ε.Ε. προγράμματα διάσωσης αυτοχθόνων φυλών, έχουν αποτύχει σε μεγάλο βαθμό.
Άρα, τι μέλλει γενέσθαι;
Σύμφωνα με τον κ. Μπιζέλη, η κρίσιμη οικονομική καμπή δίνει τη δυνατότητα επαναθεώρησης της κτηνοτροφίας. Για να διασωθούν όμως οι αυτόχθονες φυλές, θα πρέπει να μελετηθούν, να πιστοποιηθούν γενετικά, να ελεγχθούν οι αποδόσεις και να εφαρμοστούν προγράμματα γενετικής βελτίωσης, να αλλάξει προς το καλύτερο το ίδιο το παραγωγικό σύστημα εκτροφής, να συνδεθούν τα παραγόμενα προϊόντα με τις αγορές και να παραχθούν βιολογικά και ΠΟΠ προϊόντα, να ιδρυθούν σύλλογοι και φορείς διατήρησης και προστασίας, να στηριχθούν οι σπάνιες φυλές κ.λπ.
Όλα τα παραπάνω μοιάζουν θεμιτά και αναγκαία. Ωστόσο, η συζήτηση που γίνεται γύρω από τις αυτόχθονες φυλές ασφυκτιά κάτω από την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση και κυρίως, την οικονομική θέση των παραγωγών που μειώνονται συνεχώς. Ο εκπρόσωπος της Ένωσης Κτηνοτρόφων Μιχάλης Τζίμας το έθεσε εύγλωττα στην τοποθέτησή του στο συνέδριο: «Υπάρχουν τα επιμέρους θέματα που είναι σοβαρότατα. Υπάρχει όμως και η ανάγκη να απαντηθεί το ερώτημα, πώς θα βελτιωθεί η ποιότητα των προϊόντων και η θέση των κτηνοτρόφων». Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα των τιμών του γάλακτους που μειώνονται ή μένους στάσιμες, ενώ το κόστος παραγωγής αυξάνεται, ο κ. Τζίμας είπε ότι «αυτά τα επτά λεπτά που χάθηκαν στην τιμή του αιγοπρόβειου γάλακτος αυτά τα χρόνια, είναι περισσότερα από το κέρδος των κτηνοτρόφων». Μίλησε ακόμα για τις «ελληνοποιήσεις» ζώων και την επίδρασή τους στην παραγωγή.
Ο περιφερειάρχης Αλέκος Καχριμάνης εστίασε και αυτός στην καταγραφή των φυλών, τονίζοντας όμως συχνά στην ομιλία του ότι θα πρέπει να αναληφθεί δράση «γιατί ο κτηνοτροφικός κόσμος ήταν αφημένος στην τύχη του». Ανέφερε μια σειρά παραδείγματα παρεμβάσεων της Περιφέρειας, σε γραφειοκρατικά κυρίως ζητήματα, αλλά και πρόσφατες ρυθμίσεις του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, τις οποίες η Περιφέρεια στήριξε. Πίσω στην έναρξη του συνεδρίου, ο Γιώργος Ζέρβας, καθηγητής και πρώην πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών τόνισε ότι η στροφή στην επένδυση στην κτηνοτροφία που παρατηρείται τα 2-3 τελευταία χρόνια, θα πρέπει να «καθοδηγηθεί» στο θέμα επιλογής φυλής, «θέμα που δεν παίρνει άλλη καθυστέρηση», όπως είπε.