Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων από την Κίνα από την Πέμπτη, αφού οι συνομιλίες μεταξύ των Βρυξελλών και του Πεκίνου απέτυχαν να βρουν μια φιλική λύση στην εμπορική τους διαμάχη, δήλωσε την Τρίτη ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Όλοφ Τζιλ.
Τα ηλεκτρικά οχήματα έχουν γίνει ένα σημαντικό σημείο διαμάχης σε μια ευρύτερη εμπορική αντιπαράθεση σχετικά με την επιρροή των κινεζικών κυβερνητικών επιδοτήσεων στις ευρωπαϊκές αγορές και τις εκρηκτικές εξαγωγές πράσινης τεχνολογίας του Πεκίνου στο μπλοκ.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων κινεζικής κατασκευής αυξήθηκαν από το 3,9% της αγοράς ηλεκτρικών οχημάτων το 2020 σε 25% έως τον Σεπτέμβριο του 2023, εν μέρει χάρη στην αθέμιτη υποτίμηση των τιμών της βιομηχανίας της ΕΕ.
Ο Τζιλ δήλωσε ότι οι δασμοί θα παραμείνουν σε ισχύ για μια περίοδο πέντε ετών, αλλά δήλωσε ότι η ΕΕ και η Κίνα συνεχίζουν να διαπραγματεύονται για μια λύση.
«Οποιαδήποτε τέτοια λύση θα πρέπει να είναι αποτελεσματική για την αντιμετώπιση του προβλήματος που εντοπίστηκε από την έρευνα (της ΕΕ), καθώς και συμβατή με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου», δήλωσε στους δημοσιογράφους.
Οι δασμοί για τους Κινέζους κατασκευαστές αναμένεται να είναι 17% για τα αυτοκίνητα που κατασκευάζει η BYD, 18,8% για εκείνα της Geely και 35,3% για τα οχήματα που εξάγει η κρατική SAIC της Κίνας. Η Geely έχει μάρκες όπως η Polestar και η σουηδική Volvo, ενώ η SAIC κατέχει τη βρετανική MG, μία από τις πιο εμπορικές μάρκες EV στην Ευρώπη.
Άλλοι κατασκευαστές ηλεκτρικών οχημάτων στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένων δυτικών εταιρειών όπως η Volkswagen και η BMW, θα υπόκεινται σε δασμούς 20,7%. Η Επιτροπή έχει έναν «ατομικά υπολογισμένο» συντελεστή για την Tesla ύψους 7,8%.
Αντιδράσεις
Ο επικεφαλής της ένωσης αυτοκινητοβιομηχανιών της Γερμανίας, VDA, δήλωσε ότι η επιβολή των δασμών αποτελεί «πλήγμα για το ελεύθερο παγκόσμιο εμπόριο και άρα για την ευημερία, τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και την ανάπτυξη της Ευρώπης». Η Χίλντεγκαρντ Μιούλερ δήλωσε ότι η κίνηση αυτή αυξάνει τον κίνδυνο μιας εκτεταμένης εμπορικής σύγκρουσης.
«Ο κλάδος δεν είναι αφελής στην αντιμετώπιση της Κίνας, αλλά οι προκλήσεις πρέπει να επιλυθούν με διάλογο» ανέφερε η Μιούλερ σε δήλωσή της.