Ένα ταξίδι δεν είναι απλώς μια μετάβαση. Είναι γνωριμία με τόπους και ανθρώπους, είναι ιδέες, είναι εμπειρίες, είναι εικόνες και εντυπώσεις, είναι έμπνευση. Κάθε ταξίδι συνδέεται με μια πλούσια θεματολογία: από την τουριστική βιομηχανία μέχρι τις συγκοινωνίες, από τη γεωγραφία μέχρι την ιστορία, από τη λογοτεχνία μέχρι την τέχνη και από την οικονομική και κοινωνική οργάνωση μέχρι την οικολογία.
Στο πλαίσιο συνεργασίας του με τον «Τύπο Ιωαννίνων», ο Γιάννης Παπαδημητρίου, δικηγόρος και ένας άνθρωπος με μεγάλη διαδρομή στην πολιτική ζωή του τόπου και στα κινήματα, γράφει «για τα δικά μας ταξίδια», για περισσότερο ή λιγότερο γνωστούς προορισμούς, για τόπους που έχει επισκεφθεί ή σκοπεύει να επισκεφθεί. Και πάντα με την ιδιαίτερη αυτή ματιά του, που βάζει στο επίκεντρο τον ταξιδιώτη και όχι τον τουρίστα.
Προορισμός αυτής της εβδομάδας, η πόλη Βεσπρέμ της Ουγγαρίας.
typos-i
Του Γιάννη Παπαδημητρίου
Ο θεσμός της πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης, που τελευταία εστιάζεται σε λιγότερο προβεβλημένες περιοχές, όπως για παράδειγμα η δική μας Ελευσίνα, προσφέρει μια ετήσια αφορμή ταξιδιού. Το συγκεκριμένο θα μας φέρει στη «Βεσπρέμ - Μπάλατον 2023».
Η Ουγγαρία είναι μια χώρα περίκλειστη, χωρίς πρόσβαση στην Αδριατική, τουλάχιστον από το 1920 και τη Συνθήκη του Τριανόν. Μικρός απορούσα, πώς, χωρίς επαφή με θάλασσα, καταφέρνει να έχει τέτοια παράδοση στα αθλήματα του νερού και τόσα χρυσά ολυμπιακά μετάλλια ειδικά στην υδατοσφαίριση. Όμως η Ουγγαρία έχει τελικά τη δική της θάλασσα, που τη λένε Μπάλατον.
Με έκταση 592 τ.χ. και συνολική ακτογραμμή 236 χιλιομέτρων πρόκειται για τη μεγαλύτερη λίμνη της κεντρικής Ευρώπης, πασίγνωστη ως τουριστικό προορισμό και πολυσυζητημένη τα τελευταία χρόνια και στα Γιάννενα. Είτε τη δεκαετία του ’80, όταν έγινε ο εμπλουτισμός της Παμβώτιδας με ουγγρικά ψάρια, από τα οποία μάλιστα άντλησε και τον τίτλο για το ομώνυμο σατιρικό του μυθιστόρημα ο Γιάννης Πλιώτας, είτε αργότερα, όταν η διαχείριση της Μπάλατον, το Λιμνολογικό Ινστιτούτο της οποίας χρονολογείται από το 1927, μελετήθηκε ως υπόδειγμα πάλι για τη λίμνη των Ιωαννίνων.
Η πολιτιστική πρωτεύουσα του 2023 πάντως, παρότι περιλαμβάνει εκδηλώσεις και σε παραλίμνιες πόλεις, εδρεύει στη λοφώδη βόρεια ενδοχώρα της, την περιοχή Μπάκονι. Πρόκειται για την πόλη του Βεσπρέμ με 60.000 κατοίκους, από τις παλιότερες μετά από την εγκατάσταση των Μαγυάρων κατά τον 10ο αιώνα και αποφασιστική για τον εκχριστιανισμό τους, καθώς εδώ εγκαταστάθηκε το 1009 η πρώτη Επισκοπή. Το κάστρο του εξελίχθηκε σε αγαπημένη κατοικία των βασιλισσών της μεσαιωνικής Ουγγαρίας ενώ διέθετε Πανεπιστήμιo ήδη από τον 13ο αιώνα. Μετά από την καταστροφή του βέβαια απέκτησε καινούργιο μόλις στον 20ο.
Βρέθηκα εκεί τον Μάιο, 4 ολόκληρους μήνες μετά από την έναρξη της διοργάνωσης, και ομολογώ ότι οι εντυπώσεις μου δεν ήταν οι καλύτερες: Περιφραγμένο γιαπί το κάστρο του Βεσπρέμ, κέντρο υποτίθεται των εκδηλώσεων, και ανοιχτό μόνο τα σαββατοκύριακα, γιαπί και ο σιδηροδρομικός σταθμός με ένα βανάκι να χρησιμεύει ως εκδοτήριο εισιτηρίων. Κακή πληροφόρηση των εθελοντών για το ωράριο λειτουργίας των εκθέσων, σπανιότητα της επίσημης έκδοσης στα αγγλικά, την οποία κάποιος μπορούσε να περιεργαστεί στο ενημερωτικό κιόσκι αλλά όχι να την προμηθευτεί ούτε να την αγοράσει!
Εν ολίγοις μια εικόνα καθυστερήσεων και ανοργανωσιάς, ανοίκεια ακόμη και για τα ελληνικά δεδομένα. Δεν ξέρω, αν και πόσο ευθύνεται η κυβέρνηση Όρμπαν γι’ αυτή, αλλά σκέφτομαι ότι ένας φιλόδοξος θεσμός, για να υπηρετηθεί με συνέπεια επί έναν ολόκληρο χρόνο, απαιτεί ανάλογα πληθυσμιακά μεγέθη.
Το σίγουρο είναι ότι το Βεσπρέμ έχει τα φόντα: Μια πόλη χτισμένη πάνω σε 7 βραχώδεις λόφους και στα χαμηλά ανάμεσα σ’ αυτούς, με ένα επιβλητικό κάστρο να κυριαρχεί στο αστικό τοπίο, με πλούσιο κτιριακό απόθεμα από παλιότερες εποχές, του οποίου μόνο ένα μέρος έχει ανακαινιστεί, με ένα μεγάλο δακτύλιο πρασίνου, όπου ρέει -προς τα βόρεια, όχι προς τη Μπάλατον- ο μικρός ποταμός Σεντ και έχουν εγκατασταθεί οι, εμπνευσμένες από την ιστορία της πόλης, καρτουνίστικες μπρούτζινες φιγούρες του Μιχάϊ Κολόντκο. 50 μέτρα πάνω από την κοιλάδα του Σεντ υψώνεται η κατασκευασμένη το 1937 οδογέφυρα του Αγίου Στεφάνου, που αντικρύζει το κάστρο και την προέκταση του λόφου του. Στην τελευταία συνηθίζει να ρεμβάζει η νεολαία της πόλης με μια θέα, εννοείται, καταπληκτική.
Ελπίζοντας ότι το varprojekt, το πρόγραμμα ανάπλασης του κάστρου, θα έχει πλέον ολοκληρωθεί, δεν είναι άσχημη ιδέα μια εξόρμηση, υπό φθινοπωρινά χρώματα, στην πολιτιστική πρωτεύουσα, π.χ. για το φεστιβάλ τζαζ από 16 έως 19 Νοεμβρίου. Δέστε και το σάιτ της διοργάνωσης https://veszprembalaton2023.hu/en. Σε κάθε περίπτωση δεν λείπουν οι εναλλακτικές. Καθώς οι συγκοινωνίες είναι και πυκνές και φτηνές, ίσως επειδή είναι ακόμα κρατικές, ο ταξιδιώτης μπορεί, διασχίζοντας τη βιομηχανική ενδοχώρα της πόλης, να κατευθυνθεί στις βόρειες όχθες της Μπάλατον.
Η πιο κοντινή πόλη είναι το Μπαλατονφίρεντ, ατμομηχανή του κοσμοπολίτικου τουρισμού του 19ου αιώνα, από όπου απέπλευσε και το πρώτο ατμόπλοιο το 1846. Κοντά στις αλέες του παραλίμνιου μετώπου βρίσκεται το μουσείο (τέως θερινή βίλα) του συγγραφέα Μορ Γιοκάϊ, όπου φιλοξενείται η έκθεση για τη ζωή και το έργο του – δυστυχώς με επεξηγήσεις μόνο στα ουγγρικά.
Αυτός, αφού έκανε την επαναστατική του θητεία κατά την επανάσταση του 1848 στο πλευρό του Σάντορ Πέτεφι, εξελίχθηκε στον σημαντικότερο Μαγυάρο λογοτέχνη της εποχής του. Το μυθιστόρημά του «Οι τελευταίες μέρες των γενιτσάρων» είχε ως θέμα τον Αλή Πασά, εκδόθηκε το 1854 και μεταφράστηκε στα αγγλικά υπό τον τίτλο «Ο λέων των Ιωαννίνων». Κυκλοφόρησε και σε ελληνική μετάφραση αλλά στις ΗΠΑ!
Από κει το Τίχανι απέχει δυό βήματα. Η ηφαιστειογενούς προέλευσης χερσόνησος, μήκους 5 χιλιομέτρων, διεισδύει στο υδάτινο σώμα της λίμνης και συνδέεται με σημαντικές ιστορικές στιγμές, αφότου ο βασιλιάς Ανδρέας ο 1ος ίδρυσε, τον 11ο αιώνα, ένα μοναστήρι βενεδικτίνων και βασιλικό μαυσωλείο στο ψηλότερο σημείο της. Μετατράπηκε σε κάστρο, που 400 χρόνια αργότερα απέκρουσε τις επανειλημμένες οθωμανικές εισβολές, καθώς η Μπάλατον ήταν το όριο μεταξύ των δύο αυτοκρατοριών, των Οθωμανών και των Αψβούργων.
Τον 18ο αιώνα οι δεύτεροι δεν το χρειαζόταν πλέον και το κατεδάφισαν, ανεγείροντας στη θέση του το σημερινό συγκρότημα του Αβαείου, στο οποίο δεσπόζει η εντυπωσιακή μπαρόκ εκκλησία με τους δύο πύργους. Εάν έχει κάποιο νόημα η έννοια «εκδίκηση της Ιστορίας», αυτό έγκειται στο ότι ο τελευταίος Αψβούργος αυτοκράτορας το 1921 πέρασε εδώ το τελευταίο τριήμερο στην επικράτειά του, πριν εξοριστεί στη Μαδέρα.
Ολοκληρώνοντας την επίσκεψη στο μουσείο του Αβαείου, βγαίνετε στο μπαλκόνι, από όπου το πανόραμα της Μπάλατον, που αλλάζει τα χρώματά της ανάλογα με την ώρα, την εποχή και τις καιρικές συνθήκες, είναι μαγευτικό. Πίνετε ένα καφεδάκι συνοδευόμενο από γλύκισμα με γεύση λεβάντας, μιας και το Τίχανι διαθέτει εκτεταμένες καλλιέργειες και κέντρα επεξεργασίας και ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας του βασίζεται σε φαρμακευτικά και καλλωπιστικά παράγωγα λεβάντας. Οι κάτοικοι της χερσονήσου, που αποτελεί προστατευόμενη περιοχή, αντιδρούν στα σχέδια εντατικής οικιστικής και τουριστικής εκμετάλλευσης.
Οι υπόλοιπες γαστρονομικές συστάσεις αφορούν, αναμενόμενα με βάση την εισαγωγή, τα ουγγρικά ψάρια (π.χ. ψαρόσουπα ή τηγανητό λαβράκι γλυκού νερού), το κλασσικό γκούλας και φυσικά το περίφημο κρασί τοκάϊ, ξηρό ή γλυκό, που δεν παράγεται στην περιοχή αλλά στα βόρεια της χώρας. Είχε εξασφαλίσει, δικαίως, τον χαρακτηρισμό «κρασί των βασιλιάδων και βασιλιάς των κρασιών» από τον Γάλλο μονάρχη Λουδοβίκο τον 14ο.
Η περίμετρος της Μπάλατον επιφυλάσσει πολλά ακόμη αξιοθέατα, μη εξαιρουμένης και της βόλτας με καραβάκι. Αν πάλι ο επισκέπτης θέλει να διευρύνει τον κύκλο της περιήγησης, οι επιλογές είναι προς τα ανατολικά το Σεκεσφεχερβάρ, από τη σύνθεση των λέξεων σέκες (= έδρα) και φεχερβάρ, κατά λέξη μετάφρασης του ρωμαϊκού Alba Regia (=λευκό κάστρο), όπου ο ιδρυτής του κράτους των Μαγυάρων Άγιος Στέφανος ανήγειρε την εκκλησία της στέψης των βασιλιάδων, με ένα καλοδιατηρημένο ιστορικό κέντρο, μνημεία και μπαρόκ κτίρια, και προς τα βόρεια το αβαείο Πανονχάλμα (λίστα Unesco) μετά από μια γραφική σιδηροδρομική διαδρομή. Στα ουγγρικά λουτρά θα αφιερωθεί άλλο κείμενο στο μέλλον.
Πρακτικές πληροφορίες μετάβασης από τα Γιάννενα:
- Αεροδρόμιο αναφοράς το Φέρεντς Λιστ της Βουδαπέστης. Πτήσεις υπάρχουν από Αθήνα (Aegean, Ryanair), Θεσσαλονίκη (Ryanair, Wizz Air) και εποχικές από Κέρκυρα (Ryanair, Wizz Air) και Άκτιο (Ryanair). - Από εκεί το μετρό οδηγεί στον σταθμό λεωφορείων Νεπλίγκετ. Το Βεσπρέμ απέχει κάτι λιγότερο από 2 ώρες. Εναλλακτικά, με μια αλλαγή γραμμής μετρό φτάνετε στον νοτιοδυτικό σιδηροδρρομικό σταθμό της Βουδαπέστης Κέλενφελντ. Το τραίνο είναι πιο σύντομο αλλά ο σταθμός του βρίσκεται έξω από το Βεσπρέμ, οπότε προτιμήστε το λεωφορείο, όπως και για τις υπόλοιπες μετακινήσεις σας. |