Η αποκατάσταση του αρχαίου θεάτρου της Δωδώνης είναι όντως ένα από τα «πιο σύνθετα και δύσκολα έργα», όπως το περιγράφει η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, που έχουν αναλάβει οι αρχαιολογικές υπηρεσίες. Ένα έργο που ξεκίνησε πριν από 24 χρόνια.
Το έργο αυτό περνάει στην επόμενη φάση του. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε θετικά επί του στρατηγικού ολιστικού σχεδίου συντήρησης και αποκατάστασης του μνημείου.
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του υπουργείου, το στρατηγικό σχέδιο περιλαμβάνει το ιστορικό των επεμβάσεων στο θέατρο από το 2000 μέχρι σήμερα, την αποτίμηση των επεμβάσεων αποκατάστασης στο κάτω κοίλο, την επικαιροποιημένη καταγραφή της παθολογίας κάθε επιμέρους περιοχής του μνημείου, την ανάλυση-επαλήθευση της γεωμετρίας του μνημείου με βάση προηγούμενες μελέτες και τα νεότερα δεδομένα που προέκυψαν κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, τη χρονική ιεράρχηση των εργασιών με βάση την εμπειρία που αποκτήθηκε και τις αρχές αποκατάστασης που εφαρμόστηκαν στο κάτω κοίλο.
Σε δήλωσή της, η υπουργός κα Μενδώνη εξηγεί ότι η δυσκολία του έργου έγκειται στο δομικό υλικό. Ο ασβεστόλιθος με τον οποίον έχει χτιστεί, θρυμματιζόταν, εξαιτίας των περιβαλλοντικών συνθηκών που επικρατούν στην περιοχή.
Η τελευταία φάση του έργου αποκατάστασης και ανάδειξης του αρχαίου θεάτρου της Δωδώνης, προϋπολογισμού 4.790.500 ευρώ, με χρηματοδότηση από το περιφερειακό επιχειρησιακό πρόγραμμα Ηπείρου ΕΣΠΑ 2014-2020, ολοκληρώθηκε ως προς το κάτω κοίλο.
«Με τη χρήση καινοτόμων μεθόδων, οι εργασίες θα συνεχιστούν με την αποκατάσταση του μεσαίου διαζώματος» αναφέρει η υπουργός. Σημειωτέον ότι η συνέχιση των εργασιών θα χρηματοδοτηθεί από το περιφερειακό επιχειρησιακό πρόγραμμα «Ήπειρος 2021-2027», στο πλαίσιο της πολιτιστικής διαδρομής στα αρχαία θέατρα της Ηπείρου. Οι εργασίες, σύμφωνα με την υπουργό, θα ξεκινήσουν σύντομα.
Στη δήλωσή της σημειώνει ακόμα ότι στο κάτω κοίλο τεκμηριώθηκε επαρκώς η αρχική γεωμετρία του θεάτρου, μέσω του εντοπισμού αυθεντικών τμημάτων και των λαξεύσεων του φυσικού βράχου. «H γεωμετρία υπήρξε σταθερό ζητούμενο είτε ως επαναφορά της γεωμετρικής κανονικότητας, είτε ως αποκατάσταση της αρχικής γεωμετρίας του θεάτρου στις περιοχές επέμβασης, σύμφωνα με τα επιστημονικά στοιχεία από τη γενική μελέτη του μνημείου, καθώς και με όσα προέκυψαν κατά την εξέλιξη του έργου. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν κατά τη μελέτη-αποκατάσταση του κάτω κοίλου αποτελούν τον δείκτη της κατάστασης, που επικρατεί και στο μεσαίο κοίλο» αναφέρει.
Μέχρι σήμερα λοιπόν έχει υλοποιηθεί η αποκατάσταση του κάτω κοίλου του θεάτρου, των κερκίδων (1η έως 9η) και του α' διαζώματος, στο τμήμα των τεσσάρων κερκίδων από ανατολικά.
Ως προς το ιστορικό των επεμβάσεων, το υπουργείο σημειώνει ότι, κατά τα έτη 2002-2007 πραγματοποιήθηκαν εργασίες συντήρησης σε όλο το κάτω κοίλο του θεάτρου. Τη διετία 2008-2010 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες πιλοτικής εφαρμογής της μελέτης στερέωσης και αποκατάστασης του θεάτρου, από την πρώτη ανατολικά κερκίδα της κάτω ζώνης του κοίλου και του όμορου ανατολικού αναλήμματος. Το 2011 ξεκίνησαν σταδιακά και ανά κερκίδα, από Κ2Α έως Κ6Α, οι εργασίες αποκατάστασης των κερκίδων, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 2015.
Στο πλαίσιο του έργου της περιόδου 2014-2020, πραγματοποιήθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης των κερκίδων από Κ7Α έως Κ9Α και του όμορου δυτικού αναλήμματος, οπότε και ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση της κατώτερης ζώνης του κοίλου.
Οι επόμενες εργασίες
Σύμφωνα με το υπουργείο, η χρονική ιεράρχηση των επομένων εργασιών έχει ως εξής:
1. Αποκατάσταση της μεσαίας ζώνης (κερκίδων, αναλημμάτων και εξωτερικών κλιμακοστασίων) ξεκινώντας από την κερκίδα 5Β με στόχο να επιφέρει τη γεωμετρική κανονικότητα στη ζώνη αυτή του μνημείου.
2. Αποκατάσταση του επιθεάτρου. Πρόκειται για το εκτενέστερο τμήμα του μνημείου, το οποίο δεν έχει υποστεί δομικές παρεμβάσεις, καθώς δεν συμπεριλήφθηκε στις αναστηλωτικές εργασίες του 1960. «Ως προς την παθολογία της δεύτερης ζώνης, του επιθεάτρου και των αναλημματικών τοίχων, η τεκμηρίωση ανέδειξε ότι πρόκειται για ένα τμήμα του μνημείου που έχει υποστεί δραματική απώλεια υλικού, κυρίως στις ακρινές περιοχές, λόγω της κατάρρευσης των πλευρικών αναλημμάτων που συγκρατούσαν τις επιχώσεις στήριξης στην περιφέρεια του κοίλου. Η επέμβαση στο επιθέατρο δεν μπορεί, επί του παρόντος να προσδιοριστεί επαρκώς» σημειώνεται.
Ωστόσο, όπως προστίθεται, οι μελέτες και εργασίες που έχουν πραγματοποιηθεί στο κάτω κοίλο, και προβλέπεται να εφαρμοστούν και στο μεσαίο, αποτελούν βάση και δεξαμενή πληροφοριών απαραίτητων για την τελική διαχείριση του επιθεάτρου.
Το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του ομώνυμου ιερού. Χρονολογείται στις αρχές του 3ου π.Χ. αι. στα χρόνια της βασιλείας του Πύρρου (296-272 π.Χ.). Η άμεση ανάγκη αποκατάστασης του αρχαίου θεάτρου και ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου της Δωδώνης, οδήγησε στην ένταξη των έργων στο Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων του ΥΠΠΟ, το 2000, και στην έναρξη του αναστηλωτικού έργου.
Η σημερινή μορφή του μνημείου οφείλεται στις στερεωτικές - αναστηλωτικές επεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970.
Το θέατρο απαρτίζεται από την ορχήστρα, τη σκηνή και το κοίλο. Υψηλά αναλήμματα στα ανατολικά, νότια και δυτικά περιβάλλουν και στηρίζουν το κοίλο. Το κοίλο χωρίζεται σε τρία διαζώματα με 55 σειρές εδωλίων συνολικά. Τα δύο κατώτερα τμήματα διαιρούνται με κλίμακες σε 9 κερκίδες και στο ανώτερο σε 18.
Στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης γίνονταν παραστάσεις από το 1960 έως το καλοκαίρι του 1999, οπότε το υπουργείο Πολιτισμού αποφάσισε τη διακοπή της παραχώρησής του, προκειμένου να πραγματοποιηθούν εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης.
Το θέατρο άνοιξε ξανά για παραστάσεις το 2015.
Διαβάστε: Αρχαίο θέατρο Δωδώνης: Η ιστορία μιας αναστήλωσης