Το ΠΑΜΕ Υγείας Ιωαννίνων καταγγέλλει ότι τρεις μέρες μετά από την ανεπίσημη επιβεβαίωση κρουσμάτων στα Γιάννενα, «δεν έχει υπάρξει ουσιαστική ενημέρωση των εργαζομένων, από την διοίκηση, την 6η ΥΠΕ και τον ΕΟΔΥ. Η καχυποψία και η ανησυχία συναδέλφων δικαίως είναι μεγάλη. Η αναστολή της εφημερίας του ΠΓΝΙ την Κυριακή για να απολυμανθούν οι αίθουσες του χειρουργείου, ο χώρος των ΤΕΠ, οι χειρουργικές κλινικές έχουν μεγεθύνει την αγωνία».
Σημειώνει ότι «ενδεικτικό της ‘ένοχης σιωπής’ είναι ότι η ανακοίνωση της αναστολής της εφημερίας έγινε από τον νέο διοικητή του Γ.Ν. Χατζηκώστα χωρίς να αναφέρεται ο λόγος». Προσθέτει ότι «ακόμη και σε κεντρικές ανακοινώσεις του ΕΟΔΥ για στοιχεία με κρούσματα σε υγειονομικούς , το ΠΓΝΙ απουσιάζει».
Προσθέτει επίσης ότι «τα καλά λόγια και τα χειροκροτήματα στους υγειονομικούς δεν μπορούν να διασφαλίσουν την υγεία τους και τη δημόσια υγεία. Η λογική του ‘όλοι θα αρρωστήσουμε, αφού είμαστε στην πρώτη γραμμή’ που επιδιώκεται να κυριαρχήσει είναι επικίνδυνη και εγκληματική. Είναι επικίνδυνη για όλους τους υγειονομικούς με προβλήματα υγείας, για τους ασθενείς του ΠΓΝΙ και τη δημόσια υγεία, αφού εκατοντάδες άρρωστοι υγειονομικοί σημαίνει υπονόμευση της προσπάθειας περίθαλψης».
Καταγγέλλει ακόμα «σχεδιασμένη ελεγχόμενη απόκρυψη γεγονότων» από το υπουργείο και την 6η ΥΠΕ, γιατί «ενώ εδώ και 20 ημέρες απαγορεύεται στις διοικήσεις να ενημερώνουν για τα κρούσματα (η 6η ΥΠΕ έχει την πλήρη ευθύνη ενημέρωσης), η αναγγελία των κρουσμάτων στο ΠΓΝΙ, έγινε τηλεοπτικά από τον πρόεδρο του συλλόγου εργαζομένων και στέλεχος της ΝΔ, μετά από συνεννόηση με τον διοικητή της 6ης ΥΠΕ».
Εκτιμάει ότι «προφανώς με τον ίδιο τρόπο (κατ΄εντολή της ΥΠΕ), ο πρόεδρος του συλλόγου εξαφανίστηκε από τη δημοσιότητα, αρνήθηκε τη συνεδρίαση του Δ.Σ. του συλλόγου, για να υπάρξει ενημέρωση και πίεση για λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων».
Το ΠΑΜΕ αναφέρει ακόμα ότι «η προσπάθεια να στοχοποιηθεί η εργαζόμενη γιατρός ως η μοναδική υπεύθυνη, έχει στόχο να καλύψει τους πραγματικούς ενόχους: διοίκηση, 6 ΥΠΕ, υπουργείο, ΕΟΔΥ, νυν και τέως κυβερνήσεις» και τονίζει μεταξύ άλλων ότι «κανένα προληπτικό μέτρο δεν λήφθηκε, παρότι η εργαζόμενη είχε ήπια συμπτώματα για μέρες», ότι δεν έχει τηρηθεί «ούτε και αυτό το ανεπαρκές πρωτόκολλο για την ιχνηλάτηση των στενών επαφών- εργαζομένων και ασθενών», ότι «με δική τους επιμονή κάποιοι συνάδελφοι, που ήρθαν σε επαφή με τη γιατρό προσήλθαν το Σάββατο το πρωί στο ΤΕΠ και απαίτησαν την λήψη επιχρίσματος. Η απάντηση στο γιατί δεν έγινε συστηματικός έλεγχος είναι ότι υπάρχει ανεπάρκεια αντιδραστηρίων στον ΕΟΔΥ και το κόστος είναι πολύ υψηλό».
Προσθέτει επίσης: « Η μη αποσυμφόρηση του νοσοκομείου από το επισκεπτήριο λόγω έλλειψης φύλαξης των πυλών εισόδου (ελάχιστοι συμβασιούχοι), μπορεί να έχει συντελέσει στην αύξηση της συνολικής διασποράς στην κοινότητα» και «η καθυστέρηση της απόφασης για αναστολή των τακτικών χειρουργείων και περιορισμό λειτουργιών του ΠΓΝΙ, μπορεί επίσης να έχει συμβάλει στην αύξηση της πιθανότητας διασποράς του ιού στο ΠΓΝΙ και έξω από αυτό».
Ζητάει άμεσα μέτρα, καταγγέλλει το σχεδιασμό της 6ης ΥΠΕ και του υπουργείου «να περιφέρει τον ανεπαρκή εξοπλισμό ανάμεσα στα νοσοκομεία», άμεση, πραγματική αύξηση της χρηματοδότησης, πρόσληψη μόνιμου προσωπικού, να δοθούν άδειες ειδικού σκοπού σε ευάλωτους εργαζόμενους, σε γονείς και τέλος «να επιταχτεί ο ιδιωτικός τομέας, ο οποίος θησαυρίζει με αισχροκέρδεια από τα test ταυτοποίησης του ιού και γεμίζει με πελάτες λόγω των περιορισμών των τακτικών χειρουργείων στα δημόσια νοσοκομεία».