Μια νέα επιστημονική μελέτη Βρετανών και Γάλλων ερευνητών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι που δεν πίνουν καθόλου αλκοόλ ως μεσήλικες, ιδίως καθόλου κρασί, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν άνοια στην τρίτη ηλικία, σε σχέση με όσους καταναλώνουν με μέτρο.
Η πλήρης αποχή από το αλκοόλ σχετίζεται με μια μέση αύξηση κατά 45% της πιθανότητας εμφάνισης άνοιας, σε σχέση με όσους πίνουν έως ενάμισι μπουκάλι κρασί την εβδομάδα. Αν όμως κανείς πίνει παραπάνω, τότε ο κίνδυνος άνοιας αυξάνεται σε βάθος χρόνου.
Και όσο παραπάνω πίνει μετά από ένα όριο, τόσο η πιθανότητα άνοιας αυξάνεται. Το όριο αυτό είναι οι 14 μονάδες αλκοόλ την εβδομάδα. Καθώς μία μονάδα ισοδυναμεί με 10 ml ή 8 γραμμάρια καθαρού αλκοόλ, σε ένα μεγάλο ποτήρι κρασί των 250 ml (σχεδόν το ένα τρίτο του μπουκαλιού) περιέχονται περίπου τρεις μονάδες αλκοόλ.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημιακού Κολεγίου του Λονδίνου (UCL) και του γαλλικού Ινστιτούτου Υγείας INSERM, με επικεφαλής την επιδημιολόγο δρα Σεβερίν Σαμπιά, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal», ανέλυσαν στοιχεία για 9.087 άτομα ηλικίας 35 έως 55 ετών, εκ των οποίων 397 εμφάνισαν άνοια σε διάστημα 23 ετών.
Διαπιστώθηκε ότι όσο πιο μακρόχρονη ήταν η πλήρης αποχή από το αλκοόλ ενός ανθρώπου, τόσο μεγαλύτερος ήταν και ο κίνδυνος κατοπινής άνοιας. Έτσι όσοι δεν έβαζαν σταγόνα αλκοόλ στο στόμα τους πολύ πριν την μέση ηλικία, είχαν 67% μεγαλύτερη πιθανότητας άνοιας.
«Δείξαμε ότι τόσο η μακρόχρονη αποχή από το αλκοόλ όσο και η υπερβολική κατανάλωσή του μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο άνοιας», δήλωσαν οι ερευνητές και επεσήμαναν ότι η πρόληψη πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα με δεδομένο ότι τα περιστατικά άνοιας παγκοσμίως αναμένεται να τριπλασιασθούν έως το 2050.
Η μελέτη βρήκε, επίσης, ότι όσοι απέχουν ολοκληρωτικά από το αλκοόλ, κινδυνεύουν περισσότερο από διαβήτη και καρδιοπάθεια, δύο παθήσεις που αποτελούν παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση άνοιας. Ορισμένες προηγούμενες μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι η λελογισμένη κατανάλωση αλκοόλ μειώνει την χοληστερίνη και την αρτηριακή πίεση, προστατεύοντας έτσι έναντι του διαβήτη και των καρδιαγγειακών κινδύνων.
Πάντως, οι ερευνητές είπαν ότι θεωρούν πρόωρο να συμβουλεύσουν όποιον δεν πίνει καθόλου αλκοόλ, να αρχίσει να πίνει, ιδίως αν έχει ιστορικό βαριάς κατανάλωσης στο παρελθόν. Επίσης επεσήμαναν ότι ακόμη και η μικρή κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για άλλες παθήσεις όπως ο καρκίνος, συνεπώς είναι δύσκολο να θεωρηθεί επίσημα ως τελείως ασφαλής η κατανάλωση αλκοόλ.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση; https://www.bmj.com/content/362/bmj.k2927
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ