Το 1982, τα πράγματα ήταν κάπως διφορούμενα και θολά στη μουσική. Το πανκ είχε προλάβει να περάσει από τη γέννηση στην αποθέωση και άρχιζε την κάθοδο, οι «δεινόσαυροι» ήταν σε περίοδο παρακμής και αυτοί δεν αισθάνονταν και πολύ καλά.
Τότε λοιπόν, ήρθε να πλασαριστεί στον «κενό χώρο» που δημιουργήθηκε, το «αγνό» μέταλ, με τις χαίτες, τα στενά παντελόνια και τα παπούτσια μπάσκετ, την άφθονη ποζεριά στα live και μερικά από τα καλύτερα άλμπουμ που ανέδειξε ποτέ η μουσική τέχνη, άσχετα αν μερικοί επιμένουν να εθελοτυφλούν.
Αν σας αρέσει ο Τύπος, μπορείτε να τον στηρίξετε με μια συνδρομή ή δωρεά, εδώ:
Ένα από αυτά, βγήκε στις 22 Μαρτίου του 1982 και είναι το Number of the beast.
Οι Iron Maiden είχαν ήδη μια ενδιαφέρουσα προϋπηρεσία με το πολύ καλό ομώνυμο, πρώτο και το εξίσου καλό Killers στη συνέχεια. Κάπου εκεί όμως, τα «έσπασαν» με τον Πωλ ντι Άνο, τον μερακλή και ατίθασο τραγουδιστή τους. Στη θέση του, ήρθε ένας πληθωρικός τύπος που έμελλε να καθορίσει τον τρόπο που θα συμπεριφέρονταν όλοι οι φρόντμεν του μεταλλικού χώρου: Ο Μπρους Ντίκινσον.
Το Number of the beast ήταν μια αλλαγή επιπέδου γενικώς, για το συγκρότημα. Ο Ντίκινσον «μπήκε» στη σύνθεση, παρότι αρχικά δεν αναφερόταν λόγω γραφειοκρατικών προβλημάτων και ο Στιβ Χάρις, φυσικός ηγέτης ηγεμόνας της μπάντας λειτουργούσε παραπληρωματικά με τον Άντριαν Σμιθ, βάζοντας σφραγίδα σε μερικά από τα καλύτερα κομμάτια του ροκ εν ρολ, το Hallowed by thy name, ανάμεσα σε άλλα.
Φυσικά, οι πρώτες αντιδράσεις ήταν τύπου «είστε σατανιστές». Οι Maiden μάλλον χάρηκαν με αυτές τις κατηγορίες, αφενός γιατί δεν ίσχυαν, αφετέρου γιατί δημιουργούσαν θόρυβο γύρω από το όνομά τους, που τους έκανε γνωστούς.
Ακόμα και ο Eddie, η μασκότ που σχεδίασε ο Ντέρεκ Ριγκς για τη μπάντα, είχε μπει σε άλλη εποχή…