Η δεύτερη χρονιά της νεότερης περιόδου του αρχαίου θεάτρου της Δωδώνης, άνοιξε χτες βράδυ με τις «Θεσμοφοριάζουσες», τη συμπαραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων με το «ομόλογο» της Κρήτης και το φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου, σε σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου. Σε πανελλαδική πρεμιέρα.
Από όταν τα «σκήπτρα» της αριστοφανικής κωμωδίας-μεταφοράς στο σήμερα χάθηκαν (όταν πέθανε ο Θύμιος Καρακατσάνης δηλαδή), τα αναζητάει όλο το ελληνικό θέατρο. Ο καθένας ανεβάζει Αριστοφάνη με ποικίλα αποτελέσματα. Από αστεία, ενδιαφέροντα, αξιοπρεπή, μέχρι και καλοκαιρινές εκδοχές της τηλεοπτικής σειράς στην οποία πρωταγωνιστεί ή σκηνοθετεί το χειμώνα. Αυτά δεν σημαίνουν πως δεν μπορεί ο θεατής να απολαύσει όλες τις παραπάνω εκδοχές. Θα πρέπει να είναι επιπέδου Σεφερλή η μεταφορά ενός αριστοφανικού κειμένου για να μην αξίζει τον κόπο.
Στο θέατρο όμως δεν πάμε μόνο για βραδινή χαλαρωτική έξοδο, ακόμα και όταν φεύγουμε σκασμένοι-ες από τα γέλια.
Οι «Θεσμοφοριάζουσες» του Θεοδωρόπουλου και της ομάδας του, φαίνεται ότι έχουν βρει το δρόμο για τα σκήπτρα που λέγαμε παραπάνω. Ανέβασαν μια παράσταση που εκτός από την πλάκα που περίσσευε, είχε όλα εκείνα τα πράγματα που μένουν σε εκείνον που πάει στο θέατρο χωρίς απαιτήσεις, αλλά και πολλά από εκείνα που βάζουν σε σκέψεις όσους-ες πάνε περιμένοντας να βρουν το «λάθος» και να το τρίψουν στη μούρη του δημιουργού.
Αψεγάδιαστη δεν ήταν η παράσταση. Αλλά λίγο η ελευθερία της κωμωδίας (αλλιώς «σώζεις» τα ξεχασμένα λόγια στις «Τρωάδες» πχ και αλλιώς εδώ…), λίγο η stand up ικανότητα των ηθοποιών, τα πράγματα σώθηκαν πριν «πάνε νότια» που λένε και οι Αμερικάνοι.
Επίσης, οι «Θεσμοφοριάζουσες» είχαν ίσως τα καλύτερα κοστούμια αριστοφανικής κωμωδίας των τελευταίων ετών. Οι Φλίνστοουνς συνάντησαν τα ‘70s και ο αναμαλλιασμένος χορός τη μοδάτη παράνοια. Όλα αυτά λειτούργησαν και κάπως ισορροπιστικά στην ίσως υπερβολική απλοϊκότητα της μουσικής συνοδείας.
Φαίνεται τελικά ότι ο κόσμος συνεχίζει να γελάει εδώ και χιλιάδες χρόνια με τα ίδια πράγματα, ανάμεσά τους και τα γκροτέσκα αστειάκια, το ψιλοshaming, το θεατρικό σλάπστικ. Υπάρχει όμως μια λεπτή γραμμή που διαχωρίζει το ανόητο, υπερβολικό, σεξιστικό και στοχοποιητικό, από ταυτό που προκαλεί απελευθερωτικό γέλιο. Και αυτή τη γραμμή τη σεβάστηκε ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί, αποδίδοντας ένα ωραίο αποτέλεσμα, για τρεις βασικά λόγους:
Πρώτον, γιατί το κείμενο στο οποίο βασίζεται η παράσταση, είναι του Παντελή Μπουκάλα. Ο Μπουκάλας δεν μετέφρασε με φιλολογική συνέπεια, αλλά έγραψε ένα κείμενο που θα μπορούσε να σταθεί είτε στο θέατρο, είτε κατά περίπτωση, στην κουβέντα μεταξύ φίλων. Τα αριστοφανικά μπινελίκια ούτε υπογραμμίστηκαν, ούτε κρύφτηκαν, αλλά και τα γλωσσικά τεχνάσματα του Αριστοφάνη ταίριαξαν ωραία στην καθομιλουμένη.
Δεύτερον, γιατί ο θίασος έπαιζε «πάρε-βάλε» με τις αναφορές, τα κολπάκια και τις σύντομες «μουγκές» στιγμές του. Αν κάποιος αποκάλυπτε ότι από την παράσταση πέρασαν μεταξύ άλλων ο Νταρθ Βέιντερ και η Δύναμη, οι ηθοποιοί της τρίτης σεζόν του Black Adder, αντιδράσεις ανάλογες με των αλόγων όταν ακούνε το όνομα της φράου Μπλούχερ στο Φρανκεστάιν τζούνιορ και ο… Καλίν Κρεάνκα, δεν θα προκαλούσε καμία απολύτως εντύπωση. Επίσης, με κόπο δεν γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στον Μνησίλοχο, τον… Λούκα Μόντριτς της παράστασης, γιατί θα αδικηθούν ενδεχομένως οι υπόλοιποι-ες.
Τρίτον, γιατί οι απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτει ο σκηνοθέτης, είναι σχεδόν προφανείς. Ο Αριστοφάνης, ένας ευφυής, πλην κάπως… στριμμένος δημιουργός, έμεινε στην ιστορία (και) γιατί δεν στραγγάλισε το χιούμορ. Γι αυτό και σήμερα, σε μια κοινωνία όπου το σύστημα γυαλίζει όλα τα παλιά του όπλα επικυριαρχίας και η πατριαρχία και ο σεξισμός έχουν ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους, έχει ιδιαίτερη σημασία να ξεχωρίζει η πραγματική συζήτηση και ο προβληματισμός, από την πολιτική ορθότητα και τον καθωσπρεπισμό.
Και τέλος, πρέπει να δικαιολογηθεί και ο τίτλος. Το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων μαθαίνει. Μαθαίνει οργανωτικά, μαθαίνει και καλλιτεχνικά. Αντίθετα με άλλους πολιτιστικούς φορείς που δεν μπορούν να αποφύγουν τα ίδια ή παρόμοια λάθη, το ΔΗΠΕΘΙ στάθηκε καλύτερα από την αντίστοιχη πρεμιέρα πέρυσι, σε έναν ευαίσθητο χώρο όπως η Δωδώνη. Το μέλλον είναι καταρχάς… κοντινό και οι «εξετάσεις» συνεχείς, αλλά φαίνεται ότι υπάρχει πλέον μια βάση πάνω στην οποία γίνονται τα πράγματα.
Η παράσταση ανεβαίνει και απόψε Σάββατο, για δεύτερο βράδυ