Πριν από λίγες μέρες, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στον βρετανικό «Observer», διατύπωσε την πρόταση να έρθουν τα γλυπτά του Παρθενώνα το 2021, στην επέτειο 200 ετών από την επανάσταση:
«Σε αυτό το πλαίσιο και με δεδομένη τη σπουδαιότητα του 2021, θα προτείνω στον Μπόρις: Ώς μια πρώτη κίνηση, να σταλούν τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Αθήνα, ως δάνειο για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Από την πλευρά μας θα στείλουμε πολύ σημαντικά αντικείμενα, τα οποία δεν έχουν βγει ποτέ από τη χώρα μας, για να εκτεθούν στο Βρετανικό Μουσείο».
Η απάντηση του Βρετανικού Μουσείου ήταν φλεγματική και κατηγορηματική, όχι όμως ασυνήθιστη, καθώς έχει διατυπωθεί ξανά: Το αίτημα για τα γλυπτά απευθύνεται στο μουσείο και όχι στη βρετανική κυβέρνηση, ούτε στον «Μπόρις», ήτοι τον αμφιλεγόμενων κοινοβουλευτικών αποφάσεων τελευταία, Μπόρις Τζόνσον, πρωθυπουργό της Αγγλίας.
Επίσης, προ μηνών, ο διευθυντής του μουσείου, Χάρτβιγκ Φίσερ, είχε τονίσει ότι τα γλυπτά θα δανειστούν, αν αναγνωριστεί η ιδιοκτησία του Βρετανικού Μουσείου.
Η αξιωματική αντιπολίτευση δεν έχασε την ευκαιρία και δι ανάρτησης Αλέξη Τσίπρα, χαρακτήρισε «αφελή» την πρωτοβουλία του κ. Μητσοτάκη.
Η κυβέρνηση απάντησε δια non paper, λέγοντας μεταξύ άλλων:
«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία του επανέφερε το θέμα της επιστροφής των γλυπτών δυνατά στο προσκήνιο. Αν μάλιστα ο κ.Τσίπρας ενδιαφερόταν πραγματικά για το θέμα κι όχι για να κάνει φθηνή αντιπολίτευση, θα διάβαζε ότι στις δηλώσεις του πρωθυπουργού αναφέρεται με σαφήνεια ότι ‘η απαίτησή μας για επιστροφή των γλυπτών ισχύει στο ακέραιο’ κι ότι το Βρετανικό Μουσείο ‘δίνει μια χαμένη μάχη’. Αντί να διαστρεβλώνει λοιπόν τις προτάσεις του κυρίου Μητσοτάκη, ας συμβάλει με όποιο τρόπο μπορεί στην υλοποίηση του ελληνικού αιτήματος».