Ο Μανασσής δεν είναι από τα ξακουστά χωριά του Ζαγορίου. Δεν είναι από αυτά που δέχονται ομαδικές επισκέψεις τουριστών ούτε από αυτά που οι Γιαννιώτες θα προτιμήσουν για μια κυριακάτικη εξόρμηση. Στον Μανασσή δεν θα βρει κανείς εστιατόρια, καφέ ή ξενώνες. Είναι ένα χωριό, πίσω από το Μιτσικέλι, μετά το Δίκορφο, κρυμμένο μέσα σε πολλές αποχρώσεις του πράσινου, σιωπηλό και «μοναχικό». Ένα από τα χωριά του «κρυφού» Ζαγορίου.
Αν και απέχει μόλις 14 χλμ. από τη διασταύρωση των Ασπραγγέλων, λίγοι είναι όσοι θα φτάσουν σε αυτό το χωριό που μοιάζει τόσο απομακρυσμένο. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, οι κάτοικοι είναι 26. Η πραγματικότητα είναι ακόμα πιο σκληρή. Τρεις είναι οι μόνιμοι κάτοικοι –κι αυτοί όχι τελείως μόνιμοι. Ηλικιωμένοι και οι τρεις, μένουν στο χωριό συνήθως την άνοιξη και το καλοκαίρι, και την υπόλοιπη περίοδο επιστρέφουν στην πόλη.
Η ιστορία του χωριού, με τα σπίτια να μην ξεπερνούν τα 20, είναι αποτυπωμένη σε ένα μικρό «οικοδομικό» τετράγωνο. Γύρω από την ιδιαίτερη μικρή πλατεία με τον πλάτανο, όπου στήνονταν κάποτε πανηγύρια και γλέντια, υπάρχουν όλα όσα πρέπει να δεις σε πρώτη φάση –για τα υπόλοιπα πρέπει να περπατήσεις στα γύρω μονοπάτια. Το πάλαι ποτέ μπακάλικο και το καφενείο (κλειστό τα τελευταία χρόνια). Μια παλιά πέτρινη βρύση με το νερό να τρέχει, ανακατασκευασμένη το 1906 από κάποιον Γιώργο Παπαναστασίου. Μια κατοικία ετοιμόρροπη, αγορασμένη από κάποιον επιχειρηματία που την… ξέχασε. Τα δρομάκια-καλντερίμια που «τρέχουν» προς τις κατοικίες και προς τις γειτονικές εκτάσεις που κάποτε ήταν γεμάτες αμπέλια.
Και βέβαια ο ιερός ναός Αγίου Γεωργίου, με έτος ανέγερσης το 1780. Το μόνο οικοδόμημα του χωριού (και ένα σπίτι) που έμεινε «ζωντανό» από το πέρασμα των ναζί τον Οκτώβριο του 1943. Στις 23 Οκτωβρίου, οι γερμανοί έκαψαν το χωριό, το οποίο έχει χαρακτηριστεί μαρτυρικό χωριό. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που από τη σύνθεση της όλης εικόνας του χωριού λείπει το δημοτικό σχολείο.
ΜΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ
Με τη ζωή στον Μανασσή να ανήκει στο παρελθόν, μοιάζει σχεδόν «εξωγήινη» η ξύλινη ταμπέλα με την πολύχρωμη ζωγραφισμένη «καλημέρα», κρεμασμένη στο πάλαι ποτέ μπακάλικο. Σε αυτόν τον χώρο, που έχει διαμορφωθεί κατάλληλα, φιλοξενείται μια έκθεση φωτογραφίας του Στέφανου Χρηστογούλα, ενός ερασιτέχνη φωτογράφου και λάτρη του ζαγορίσιου τοπίου. «Ματιές μέσα στο Ζαγόρι» είναι ο τίτλος της έκθεσης που ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια από ένα μικρό χωριό, από το Βραδέτο (το χωριό της γυναίκας του), για να μετακομίσει στη συνέχεια στον Μανασσή. Εκεί που πολλά σαββατοκύριακα μέσα στον χρόνο, ο κ. Χρηστογούλας περιμένει τους αυτούς που θα τολμήσουν να αναζητήσουν ή και να περπατήσουν το άλλο Ζαγόρι.
«Τα μεγάλα χωριά έχουν τον δικό τους κόσμο. Τα μικρά δεν έχουν» μας λέει για την απόφασή του να εκθέσει τις φωτογραφίες σε αυτόν τον τόπο. «Είναι μια έκθεση φωτογραφίας από μέρη που δεν βλέπει κανείς εύκολα, όπως ο καταρράκτης στο Ηλιοχώρι και το τρίτοξο γεφύρι στην Καλουτά. Μέρη που ελπίζω να ασκήσουν μέσω των φωτογραφιών μου μια γοητεία στους επισκέπτες μέσω για να τα περπατήσουν την επόμενη φορά που θα έρθουν στο Ζαγόρι. Το Ζαγόρι θέλει περπάτημα» αναφέρει. Στο βιβλίο των επισκεπτών, εκατοντάδες άτομα έχουν καταγράψει τις εντυπώσεις τους…
Η ξύλινη ταμπέλα στην είσοδο του εκθεσιακού χώρου γυρνάει, για να «πει» πια μια «καλησπέρα», και το χωριό στέλνει σημάδι ζωής…
Σχέδιο της πλατείας με τον πλάτανο και την πέτρινη βρύση διά χειρός Σπύρου Κόντου