Η όχι και τόσο νέα, αλλά επιτυχημένη και λαοφιλής τάση στην πολιτιστική παραγωγή, είναι τα φεστιβάλ. Πολλοί θέλουν, μερικοί πετυχαίνουν, λιγότεροι καταφέρνουν να ορίσουν την «πιάτσα», σε μια χώρα που δεν έχει δα και την τεράστια αγορά.
Η αγορά αυτή όμως έχει μια συνεχή προσήλωση σε αγαπημένους της καλλιτέχνες όπως ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Γιάννης Χαρούλης, ο Γιάννης Αγγελάκας κ.α. που εξασφαλίζουν σχεδόν πάντα τη σχετική ή απόλυτη οικονομική επιτυχία. Το ίδιο συμβαίνει και με μερικά από τα ξένα ονόματα που την τελευταία 15ετία «ανακάλυψαν» και την ελληνική περιφέρεια.
Αρκούν όμως αυτά για να γίνει μια διοργάνωση μόνιμη, διακριτή, αναγνωρίσιμη και τελικά, σημείο πολιτισμικής αναφοράς;
Η απάντηση είναι πως όχι, δεν αρκούν.
Οι Δήμοι διαχρονικά αποτυγχάνουν να δημιουργήσουν κάτι ανάλογο. Ο Δήμος Ιωαννιτών παλιότερα «στέγασε» ή αποπειράθηκε να διοργανώσει διάφορες εκδηλώσεις, οι οποίες ήταν είτε οργανωτικές αποτυχίες, είτε ήταν στην πραγματικότητα αναθέσεις που είχαν αναγνωρίσιμο τίτλο, όχι όμως σημαντικό πολιτισμικό αποτύπωμα. Ούτε το Its Kale festival μπόρεσε να είναι κάτι παραπάνω από ένα παροδικό απάνθισμα γνωστών καλλιτεχνών που έρχονται έτσι και αλλιώς κάθε χρόνο στα Γιάννενα (πλην το οργανωτικό αντιπαράδειγμα των Tiger Lillies), ούτε όμως και το Castle Rock παλιότερα μπόρεσε ποτέ να πείσει ότι θα αποτελέσει κάτι καινοτόμο, παρά την οργανωτική του αρτιότητα.
Αυτό το τελευταίο, επιστρέφει. Είναι μια προεκλογική δέσμευση του νέου δημάρχου, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι ο Γιώργος Γάκης, υποψήφιος με την παράταξή του, θα είναι βασικός «νους» για προσεχή φεστιβάλ.
Εν έτει 2019, τα μουσικά φεστιβάλ είναι ή τεραστίων διαστάσεων, όπως το Release, με αδιανόητους προϋπολογισμούς και τεράστια έσοδα ή έχουν πολύ συγκεκριμένη καλλιτεχνική στόχευση. Ο παράγοντας «αυτοδιοίκηση» απουσιάζει σχεδόν εντελώς από κάθε τέτοια προσπάθεια. Στην Ελλάδα, γιατί στο εξωτερικό εμπλέκεται όλο και περισσότερο.
Στα Γιάννενα, υπάρχουν εν λειτουργία πολύ πετυχημένα, καλλιτεχνικά και οργανωτικά φεστιβάλ, που έχουν κερδίσει μέχρι στιγμής και το στοίχημα της διάρκειας και της καλλιτεχνικής ταυτότητας (π.χ. Photometria, Soundtrope), φεστιβάλ που αποτελούν παράδειγμα προσπάθειας ιδιωτών με λίγη έως ελάχιστη (συχνά αποτρεπτική) παρουσία της αυτοδιοίκησης.
Το ερώτημα και ταυτόχρονα, πρόκληση, στην οποία θα πρέπει να απαντήσει ο Δήμος Ιωαννιτών για το πολιτισμικό προκείμενο, είναι αν θα μπορέσει να φτιάξει κάτι που να είναι πλειοψηφικό στην απεύθυνσή του, σταθερό οργανωτικά, καινοτόμο καλλιτεχνικά.
Ειδικά στο κομμάτι της καινοτομίας, απαιτείται μεγαλύτερη ακόμα προσήλωση και δοκιμή. Το «βήμα» στους τοπικούς καλλιτέχνες και δημιουργούς είναι προαπαιτούμενο, αλλά όχι ακροτελεύτιο και συνταγή που τα λύνει όλα. Τα συνεχώς ανερχόμενα και αρκετά διαφορετικά στη διοργάνωσή τους φεστιβάλ ηλεκτρονικής μουσικής για παράδειγμα, είναι κάτι σχετικά καινούργιο στην Ελλάδα και ακόμα άγνωστο στα Γιάννενα.
Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, φαίνεται ότι θα πάμε με γνωστές συνταγές που πρακτικά μεταφράζονται στο «ό,τι πληρώνεις, παίρνεις». Ο Γιώργος Γάκης έβαλε τα Γιάννενα στο συναυλιακό χάρτη το 2006 με τους Whitesnake, σε μια πολυδάπανη παραγωγή. Τότε, το Πνευματικό Κέντρο, επί δημαρχίας Γκόντα, πλήρωνε το πολλών χιλιάδων ευρώ συμβόλαιο της μπάντας. Την επόμενη χρονιά… δεν πλήρωσε (γιατί έτσι γίνονταν οι δουλειές τότε…) και οι Scorpions πήραν αναβολή. Εκτός αυτών, ο κ. Γάκης έχει φέρει τους James, τους Deep Purple και άλλες μπάντες που είτε ήταν στο απόγειο της δημοφιλίας τους, είτε ήταν «πάλαι ποτέ», αλλά με πιστά ακροατήρια.
Μπορεί όμως ένα φεστιβάλ να στηρίζει αποκλειστικά και μόνο την επιτυχία του στην οργανωτική ικανότητα και τους μεγάλους προϋπολογισμούς;
Η απάντηση είναι και πάλι όχι. Ειδικά σε περιόδους που τα χρήματα δεν περισσεύουν για «μια και έξω» γεγονότα, ειδικά τη στιγμή που ακόμα και καλλιτέχνες με διακριτό εμπορικό στίγμα έχουν «πατώσει» συναυλιακά, στα Γιάννενα.
Ένα επιπλέον «στοίχημα» μιας διοργάνωσης, είναι να δημιουργεί τάσεις, «ανάγκες» στο κοινό στο οποίο απευθύνεται.
H πρόκληση λοιπόν είναι μεγάλη και οι «παλιές συνταγές» δεν πρόκειται να βοηθήσουν πολύ.