Η πρόταση για πεζοδρόμηση της οδού Αβέρωφ και των παράπλευρων δρόμων του ιστορικού κέντρου δεν είναι καινούρια. Έχει διατυπωθεί και στο παρελθόν, σε επίπεδο... έκθεσης ιδεών. Αυτή τη φορά έρχεται να επιβεβαιωθεί μέσω ενός εργαλείου, υποχρεωτικού για μεγάλες πόλεις από την ευρωπαϊκή νομοθεσία, του Σχεδίου Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας.
Η έννοια της βιώσιμης κινητικότητας («πακέτο» με τη βιώσιμη ανάπτυξη) στην οργάνωση των πόλεων άρχισε να κερδίζει έδαφος από τη δεκαετία του ’90 και μετά. Σε μεγάλο βαθμό, είναι συνδεδεμένη με την ανταγωνιστικότητα μιας πόλης (ανταγωνιστικότητα ίσον επενδύσεις και τουρισμός), καθιστώντας το όλο εγχείρημα περισσότερο τεχνοκρατικό παρά πολιτικό. Για τις ελληνικές πόλεις, τα περί «βιώσιμης κινητικότητας» τις φέρνουν δε ακόμα πιο κοντά σε αυτό που θέλουν να γίνουν: ευρωπαϊκές πόλεις (μόνο που οι περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις έχουν λύσει το πιο σημαντικό πρόβλημα των πόλεων, τη διαχείριση των αποβλήτων…).
Πέραν των… φαντασιώσεων, για μια ελληνική πόλη όπως είναι τα Γιάννενα, το ζητούμενο είναι άλλο: Να γίνoυν μια πόλη που δεν θα είναι τόσο δύσκολο να τη ζήσουν οι κάτοικοί της. Και όχι μόνο στο κέντρο της, αλλά και στις γειτονιές.
Το Σχέδιο Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας αποτελεί μια ευκαιρία διαπραγμάτευσης για το μέλλον της πόλης. Ο σχεδιασμός φαίνεται να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση – και ποιος δεν θα ήθελε ένα ιστορικό κέντρο πεζοδρομημένο και ποιος δεν θα ήθελε να προσεγγίζει τη λίμνη από διάφορα σημεία. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν υπάρχουν και μια σειρά από ζητήματα τα οποία είναι διαχρονικά: προστασία της λίμνης Παμβώτιδας, διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς (αυτή που θεωρούμε δεδομένη, αλλά κάθε χρόνο καταρρέουν παραδοσιακά κτίρια), διευθέτηση των δραστηριοτήτων σε μια μεγάλη πεζοδρομημένη περιοχή.
Το Σχέδιο Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας αποτελεί μια ευκαιρία διαλόγου. Είναι γεγονός όμως ότι με τις δημόσιες διαβουλεύσεις, η ελληνική κοινωνία δεν τα πάει καλά. Τέτοιου είδους διαδικασίες χρειάζονται χρόνο, όπως χρειάζονται και ομάδες εργασίας που θα μπορέσουν να κάνουν τη διάχυση της πληροφορίας στον πολίτη και να τον θέσουν σε εγρήγορση όπως και να τον πείσουν ότι οι συνήθειές του μπορούν να αλλάξουν. Μια ανάρτηση της μελέτης στο διαδίκτυο ή μια εκδήλωση δεν αρκούν.
Όσο σημαντική είναι η εμπλοκή της κοινωνίας τόσο σημαντική είναι και η πολιτική βούληση. Το Σχέδιο Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας έρχεται επί της ουσίας σε μια προεκλογική περίοδο, με τον κίνδυνο να «χαθεί». Ωστόσο, δεν είναι απαραίτητα κακή αυτή η συγκυρία. Αποτελεί και μια ευκαιρία το σχέδιο αυτό να αποκτήσει όχι μόνο γνωμοδοτικό χαρακτήρα αλλά δεσμευτικό για όλους όσους συμμετάσχουν τελικά στην εκλογική διαδικασία.