Ένα ταξίδι δεν είναι απλώς μια μετάβαση. Είναι γνωριμία με τόπους και ανθρώπους, είναι ιδέες, είναι εμπειρίες, είναι εικόνες και εντυπώσεις, είναι έμπνευση. Κάθε ταξίδι συνδέεται με μια πλούσια θεματολογία: από την τουριστική βιομηχανία μέχρι τις συγκοινωνίες, από τη γεωγραφία μέχρι την ιστορία, από τη λογοτεχνία μέχρι την τέχνη και από την οικονομική και κοινωνική οργάνωση μέχρι την οικολογία.
Στο πλαίσιο συνεργασίας του με τον «Τύπο Ιωαννίνων», ο Γιάννης Παπαδημητρίου, δικηγόρος και ένας άνθρωπος με μεγάλη διαδρομή στην πολιτική ζωή του τόπου και στα κινήματα, γράφει «για τα δικά μας ταξίδια», για περισσότερο ή λιγότερο γνωστούς προορισμούς, για τόπους που έχει επισκεφθεί ή σκοπεύει να επισκεφθεί. Και πάντα με την ιδιαίτερη αυτή ματιά του, που βάζει στο επίκεντρο τον ταξιδιώτη και όχι τον τουρίστα.
Προορισμός αυτής της εβδομάδας, η Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας.
Με το ταξίδι αυτό, ο Γιάννης Παπαδημητρίου συμπληρώνει έναν κύκλο δέκα κειμένων. Η στήλη θα επιστρέψει τη νέα χρονιά.
typos-i
Του Γιάννη Παπαδημητρίου
Μέχρι τα μέσα του Γενάρη θα διαρκέσει η 35η Μπιενάλε Γραφικών Τεχνών της Λιουμπλιάνας, οπότε προλαβαίνετε μια χριστουγεννιάτικη βόλτα στην πρωτεύουσα της Σλοβενίας με τις 300.000 κατοίκων.
Η Μπιενάλε συστήθηκε το 1955 επί ενιαίας Γιουγκοσλαβίας και καθιέρωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Σλοβενίας σ’ αυτές τις μορφές τέχνης. Η φετινή διοργάνωση, με τον τίτλο «Από το κενό ήρθαν τα δώρα του σύμπαντος» και δωρεάν είσοδο στις εκδηλώσεις, φιλοξενεί ειδική αναδρομή στο παρελθόν, στις σχέσεις αλληλεγγύης, στα πλαίσια του Κινήματος των Αδεσμεύτων, μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας και της ανεξαρτητοποιημένης το 1957 Γκάνας. Περισσότερα στον σύνδεσμο https://bienale.si/en/.
Ούτως ή άλλως η Σλοβενία υπήρξε ανέκαθεν ιδιαίτερη περίπτωση. Χάρη στον εμπνευστή της γιουγκοσλάβικης Αυτοδιαχείρισης, και στενό συνεργάτη του Τίτο, Έντβαρντ Καρντέλι, η σοσιαλιστική ομόσπονδη Δημοκρατία της Σλοβενίας διακρίθηκε σε οικονομικά επιτεύγματα και κατέκτησε το ψηλότερο βιοτικό επίπεδο στη χώρα.
Με την ανάδυση των φυγόκεντρων τάσεων στην ομοσπονδία, διεκδίκησε αποφασιστικά την ανεξαρτησία της και την πέτυχε συγκριτικά αναίμακτα, μ’ ένα πόλεμο μόλις 10 ημερών, το καλοκαίρι του 1991, βοηθούντος και του ότι δεν υπήρχε άξια λόγου σερβική μειονότητα εντός των ορίων της. Η αποκήρυξη της εθνικιστικής βίας έφτασε πάντως μερικές φορές στην υπερβολή, στην άρνηση και του βαλκανικού χαρακτήρα της.
Ο μύθος για την ίδρυση της Λιουμπλιάνας συνδέεται με τον Ιάσονα της Αργοναυτικής εκστρατείας. Σύμφωνα μ’ αυτόν, οι Αργοναύτες με το χρυσόμαλλο δέρας δεν επέστρεψαν διά θαλάσσης αλλά ανέβηκαν αντίθετα το ρεύμα του Δούναβη από τις εκβολές του, στη συνέχεια έκαναν το ίδιο με τον παραπόταμο Σάβο και ολοκλήρωσαν την αντίστροφη πορεία τους στον επίσης παραπόταμο Λιουμπλιάνιτσα, που διαρρέει την πόλη. Ένας κόκκος αλήθειας είναι ότι όντως το ανέβασμα του Λιουμπλιάνιτσα χρησιμοποιήθηκε για την ποτάμια μεταφορά φορτίων. Μέχρι το 1857, που οι Αψβούργοι ολοκλήρωσαν τη σιδηροδρομική γραμμή Βιέννης - Τεργέστης, άλλαξαν το μεταφορικό μοντέλο της Καρνιόλας, όπως λεγόταν ιστορικά η ευρύτερη περιοχή, και συνέβαλαν στην εκβιομηχάνισή της.
Στη συνέχεια ο Ιάσονας σκότωσε ένα φοβερό δράκο και ίδρυσε την πόλη. Όχι ένας αλλά τέσσερις απειλητικοί μπρούτζινοι δράκοι φρουρούν σήμερα την ομώνυμη γέφυρα, την οποία πάντως οι ντόπιοι συνηθίζουν να αποκαλούν «της πεθεράς»! Κάτω από τις γέφυρες ο ποταμός κυλάει ήρεμα στη διαμορφωμένη κοίτη του, πλαισιωμένος από ιτιές, ιστορικά κτίρια και πολυάριθμα καφέ, που χαρίζουν υπαίθριες απολαύσεις.
Η θέση της Λιουμπλιάνας στο σταυροδρόμι σημαντικών εμπορικών δρόμων εξασφάλισε διαρκή κατοίκηση χιλιάδων χρόνων υπό διαφορετικά ονόματα: Στη ρωμαϊκή εποχή λεγόταν Ήμονα, στο μεσαιωνικό σλοβενικό βασίλειο Λουβιγκάνα και υπό τους Αψβούργους Λάϊμπαχ, το οποίο ίσως σας θυμίσει το Συνέδριο της Ιεράς Συμμαχίας, όπου ανακοινώθηκε η έκρηξη της ελληνικής επανάστασης του 1821. Παρά την παλινόρθωση των ευρωπαϊκών μοναρχιών μετά από την ήττα του Ναπολέοντα, ο σπόρος της εθνικής αφύπνισης είχε πέσει στους σλοβενικούς πληθυσμούς. Μια αναμνηστική πλάκα στην πλατεία της Γαλλικής Επανάστασης υπενθυμίζει την οφειλή στον άγνωστο Γάλλο στρατιώτη.
Το σημερινό της όνομα σημαίνει «αγαπημένη» στα σλοβενικά και φροντίζει να το επιβεβαιώσει στις καρδιές των επισκεπτών, που την ψήφισαν ως τον καλύτερο ευρωπαϊκό προορισμό του 2022. Πόλη φιλική, ευρύχωρη και καταπράσινη, με υψηλή ποιότητα ζωής αλλά και ζωντάνια, με αφθονία πολιτιστικών χώρων και θεσμών. Και με πολλούς αρχιτεκτονικούς θησαυρούς, που συχνά έχουν προκύψει ύστερα από καταστροφικούς σεισμούς.
Μετά από το 1511 η πόλη γέμισε με μπαρόκ εκκλησίες και κτίρια ενώ η ανοικοδόμηση του 1895 έδωσε την ευκαιρία στον Μαξ Φαμπιάνι να εισαγάγει το στυλ Σετσεσιόν, το οποίο προτιμούσαν οι Σλοβένοι αλλά όχι και οι Γερμανοί κάτοικοι της πόλης.
Το ισχυρότερο ωστόσο αποτύπωμα το άφησε η εκλεκτιστική, με συνδυασμό δηλαδή στοιχείων από πολλές παραδόσεις, αρχιτεκτονική του Γιόζε Πλέτσνικ. Στα 36 χρόνια της δημιουργικής του παρουσίας (1921 – 1957) σχεδίασε και επέβλεψε σχεδόν τα πάντα: δημόσια κτίρια και υπαίθριες αγορές, δρόμους και λιθόστρωτα σοκάκια, εκκλησίες και κοιμητήρια, πάρκα και σκαλοπάτια στις όχθες του ποταμιού. Ακόμα και στοιχεία διακόσμησης του δημόσιου χώρου, λάμπες φωτισμού, κιγκλιδώματα κλπ. Η Λιουμπλιάνα τιμάει την κληρονομιά του, όντας μια κατ’ εξοχήν πόλη δημόσιου χώρου και συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα με το στυλ.
Κέντρο συνάντησης είναι η πλατεία Πρέσερν με το άγαλμά του εθνικού ποιητή, του οποίου υπερίσταται μια γυμνόστηθη γυναικεία φιγούρα με δάφνινο στεφάνι. Πρόκειται για τη μούσα του Γιούλια, στον ανεκπλήρωτο έρωτα για την οποία οφείλονται τα συγκινητικά του σονέτα. Ο ρομαντικός ποιητής του 19ου αιώνα Φρανς Πρέσερν συνέβαλε καίρια στην κωδικοποίηση και καθιέρωση της σλοβενικής γλώσσας ενώ το επικό του ποίημα Zdravljca αποτελεί τον εθνικό ύμνο της χώρας.
Στη συνέχεια η Τριπλή Γέφυρα οδηγεί στην στριμωγμένη ανάμεσα στο κάστρο και το ποτάμι παλιά πόλη. Αντί να κατεδαφίσει την ανεπαρκή προϋφιστάμενη και να τη χτίσει από την αρχή, ο Πλέτσνικ πρόσθεσε δύο πλευρικές πεζογέφυρες.
Σύντομη στάση στην αλληγορική μπαρόκ κρήνη των 3 ποταμών της Καρνιόλας (ο τρίτος λέγεται Κρκα) και ανάβαση με το φουτουριστικό διαφανές τελεφερίκ στον λόφο του χιλιετούς κάστρου. Είτε πριν είτε μετά από το διαδραστικό μουσείο ιστορίας της πόλης, από εδώ θα βυθιστείτε σε μια πανοραμική θέα των κόκκινων στεγών της παλιάς Λιουμπλιάνας, των μεταγενέστερων επεκτάσεων της πόλης και των σλοβενικών Άλπεων με το όρος Τρίγκλαβ στο βάθος. Για την κατάβαση προτιμήστε τα λιθόστρωτα σοκάκια.
Βορείως του ποταμού βρίσκεται η κουλ οδός Τρουμπάργιεβα με εστιατόρια, καφέ και μαγαζιά, παλιά και νέα. Και παραπάνω η Μετέλκοβα, πρώην στρατόπεδο του γιουγκοσλαβικού στρατού και ιδανικό μέρος για τη γνωριμία με την εναλλακτική σκηνή και κουλτούρα, με την οποία ανακατεύτηκε και ο γνωστός μας διανοούμενος Σλαβόϊ Ζίζεκ. Την ημέρα φιλοξενεί καλλιτεχνικά εργαστήρια, θεατρικές ομάδες και 3 μουσεία και τη νύχτα κάθε είδους μουσική τάση σε διάφορους χώρους.
Μια ενδεικτική διερεύνηση του γευστικού τοπίου περιλαμβάνει καπνιστά λουκάνικα Καρνιόλας, σούπα γιότα, γεμιστά ζυμαρικά στρούκλι, εξαιρετικές μπίρες και κρασιά και κέικ, τύπου μιλφέϊγ, του Μπλεντ. Οι μόνιμοι κάτοικοι συνηθίζουν και το κούχανο βίνο, ζεστό κρασί με μπαχαρικά. Μην παραλείψετε να δοκιμάσετε μέλι και θα καταλάβετε παρακάτω γιατί.
Οι συνιστώμενες εξορμήσεις είναι δύο: Αφενός βορειοδυτικά, στην κατεύθυνση των Άλπεων, με ενδιάμεσους σταθμούς τη γραφική μεσαιωνική Σκόφια Λόκα, στη συμβολή δύο ποταμών, και την Ραντόβλιτσα, στο μουσείο μελισσοκομίας της οποίας θα μάθετε για την καθοριστική συμβολή των Σλοβένων στη σύγχρονη μορφή της και θα θαυμάσετε ένα μοναδικό είδος λαϊκής τέχνης, τις ζωγραφισμένες μπροστινές σανίδες των κυψελών του 18ου και 19ου αιώνα.
Και κατάληξη στο Μπλεντ, στις όχθες της ομώνυμης λίμνης με το πεντακάθαρο νερό, το παραμυθένιο νησί στο κέντρο της, που επικοινωνεί με τις παραδοσιακές ξύλινες βάρκες, τις πλέτνες, και το κάστρο στον βραχώδη όγκο πάνω από τη μικρή πόλη.
Η δεύτερη εκδρομή κατευθύνεται νοτιοδυτικά, προς τη χερσόνησο της Ίστριας, και εξερευνά τον γεωλογικό πλούτο της περιοχής, που αριθμεί 8.000 σπήλαια αλλά μόνο καμιά εικοσαριά επισκέψιμα.
Υποκύπτοντας στο εκβιαστικό χρονικό δίλημμα «Ποστόϊνα ή Σκότζιαν», συστήνω το δεύτερο, όχι μόνο επειδή συμπεριλαμβάνεται στη λίστα της Unesco ως ένα από τα μεγαλύτερα καρστικά συγκροτήματα σπηλαίων, αν και μόνο με 6 χιλιόμετρα εξερευνημένα. Διότι αυτά αρκούν για να επιβάλουν μια αίσθηση εισόδου στο κέντρο της γης, ή στην κόλαση, καθώς μέσα στο σπήλαιο πέφτει ο ποταμός Ρέκα με τους καταρράκτες του, γεφυρωμένος σε ύψος 45 μέτρων πάνω από την κοίτη του, ενώ ο απόκοσμος αντίλαλος επιτείνει το δέος του επισκέπτη. Ο Ρέκα συνεχίζει υπόγεια την πορεία του μέσα στο ασβεστολιθικό υπόστρωμα και επανεμφανίζεται ως ήρεμος Τιμάβο λίγο πριν εκβάλλει στον κόλπο της Τεργέστης. Για το Σκότζιαν θα διαβάσετε και στο www.park-skocjanske-jame.si.
Πληροφορίες μετάβασης από τα Γιάννενα: - Η Aegean συνδέει το αεροδρόμιο της Λιουμπλιάνα με την Αθήνα μόνο κατά τη θερινή σεζόν. To λεωφορείο για την πόλη χρειάζεται 40 λεπτά. - Οι εναλλακτικές λύσεις για το χειμώνα είναι τα δύο αεροδρόμια της Βενετίας (Μάρκο Πόλο και Τρεβίζο) και του Ζάγκρεμπ. Για το πρώτο υπάρχουν τακτικές πτήσεις της Volotea και της Aegean από Αθήνα (με τη δεύτερη και θερινή από Θεσ/νίκη). Με το δεύτερο συνδέεται η Ryan, σε ετήσια βάση από Θεσ/νίκη και εποχική από Κέρκυρα. Για το Ζάγκρεμπ πετάει η Aegean (το καλοκαίρι υπάρχει και η Croatia Airlines, όπως και η Ryan από την Κέρκυρα). Επειδή όμως χρειάζεται αλλαγή λεωφορείου στο Ζάγκρεμπ, θα χρειαστείτε κανα τετράωρο. Από τα αεροδρόμια της Βενετίας η διάρκεια της λεωφορειακής διαδρομής είναι τρίωρη. |