Αυτό τον Σεπτέμβριο, περί του 7.500 αναπληρωτές και αναπληρώτριες που δούλευαν κάθε χρόνο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, θα μείνουν εκτός εργασίας ή πιο απλά, άνεργοι. Αυτή, είναι μια τόσο αναπόδραστη εξέλιξη εφόσον εφαρμοστούν κανονικά αποφάσεις, εξαγγελίες κ.λπ. που ακόμα και οι κυβερνητικοί βουλευτές προσπαθούν να κάνουν «έλεγχο ζημίας» στους ψηφοφόρους τους και να απαλύνουν με κάποιο τρόπο τις αντιδράσεις. Αντίστοιχες αλλαγές αναμένονται από βδομάδα και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς το «πηλίκο» είναι κοινό: το μνημόνιο δεν επιτρέπει τις απαιτούμενες προσλήψεις στην εκπαίδευση και η κυβέρνηση που το εφαρμόζει, προσπαθεί να βρει τον πιο κεκαλυμμένο τρόπο να επιτύχει τις περικοπές.
Πολλά ενδιαφέροντα και αναλυτικά επ’ αυτών, ακούστηκαν στην εκδήλωση που διοργάνωσε η ΕΛΜΕ Ιωαννίνων στο 1ο Γυμνάσιο χτες Τετάρτη, με ομιλητές τον Χρήστο Κάτσικα, ερευνητή, καθηγητή και αιρετό στο ανώτατο υπηρεσιακό συμβούλιο και τον Βαγγέλη Μπουντουλούλη, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΟΛΜΕ.
Ενδεικτική της κατάστασης είναι και η σχεδόν διάσταση απόψεων ανάμεσα στους δύο ομιλητές, στην ουσία του θέματος, διάσταση που δεν είναι παράλογη καθώς ο κ. Μπουντουλούλης είναι εκλεγμένος με την παράταξη στην οποία συμμετέχει ο ΣΥΡΙΖΑ. Όχι ότι προσπάθησε να περιγράψει αλλιώς την κατάσταση, αλλά σίγουρα, επιχείρησε να εξωραΐσει ένα κομμάτι των επερχόμενων αλλαγών.
Ο κ. Κάτσικας δεν άφησε πολλά περιθώρια. Εν πολλοίς, είπε ότι αυτή η επερχόμενη αλλαγή σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης, θα δημιουργήσει μια σειρά «κόφτες» για το μαθητικό πληθυσμό, για τους καθηγητές και τελικά, θα περιορίσει και θα ταξικοποιήσει περισσότερο την εκπαίδευση. «Τη δεκαετία του ’90 δεν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες» για να εφαρμοστούν τέτοιου είδους αλλαγές τόνισε, προσθέτοντας ότι «τα σημερινά νομοθετήματα και οι υπουργικές αποφάσεις για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι αποτέλεσμα ‘κόφτη’». Ο κ. Κάτσικας αναφέρθηκε αρκετές φορές στα πορίσματα επιστημονικών επιτροπών, αλλά και στο ρόλο του Αντώνη Λιάκου, συνεργάτη του υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη και προέδρου της επιτροπής διαλόγου για την παιδεία, ο οποίος είναι σε ένα βαθμό «συνδετικός κρίκος» των εκπεφρασμένων πολιτικών για την εκπαίδευση τα τελευταία σχεδόν δέκα χρόνια, στην Ελλάδα.
Ο καθηγητής και αρθρογράφος ανέλυσε ακόμα το άμεσο σχέδιο: περικοπές ωρών και μαθημάτων, κυρίως από εργαστήρια Πληροφορικής και Φυσικής, αλλά και από διάφορα μαθήματα, ώστε να «περισσέψουν» οι εκπαιδευτικοί και να μη χρειαστούν αναπληρωτές. Ο κ. Κάτσικας μίλησε και για τις επιμέρους ρυθμίσεις που μπορεί να φαίνονται θετικές, όπως π.χ. οι λιγότερες ώρες μαθημάτων, η λιγότερη ύλη κ.λπ. (αν και υπάρχει ήδη ανησυχία στους γονείς τι θα κάνουν με τα παιδιά που θα σχολάνε νωρίτερα), τόνισε όμως ότι οι αλλαγές δεν γίνονται με εκπαιδευτικό προσανατολισμό, αλλά προκειμένου να γίνουν «ανώδυνα» οι περικοπές. Τέλος, προετοίμασε για ακόμα δραστικότερες παρεμβάσεις, με κριτήριο όμως την οικονομική επιβίωση των εκπαιδευτικών μονάδων και όχι την καθολικότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Ο κ. Μπουντουλούλης από την άλλη, έδωσε τη διάσταση του «μη τετελεσμένου», λέγοντας ουσιαστικά ότι οι αλλαγές δεν έχουν συμβεί και αφήνοντας την αίσθηση ότι «μπορούμε να παρέμβουμε σε αυτές» ώστε να είναι «στη σωστή κατεύθυνση». Ο αιρετός της ΟΛΜΕ είπε ότι «το ’10 ή το ’12 ήταν όντως ίδια τα μέτρα. Αυτό σημαίνει ότι ή δεν άλλαξε τίποτα, είτε ότι υπάρχει κάποια επιτροπεία» που επιβάλλει πράγματα. Πήρε αποστάσεις από την τοποθέτηση του κ. Κάτσικα, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι η ΟΛΜΕ κατέθετε και προτάσεις, πέρα από τις παρεμβάσεις για τα εργασιακά, ενώ χαρακτήρισε τις αλλαγές, αναγκαίες. Στο σημείο όπου συμφώνησε με τον κ. Κάτσικα, είναι οι αποστάσεις που πήρε από τον κ. Λιάκο και κάποιες από τις προτάσεις του.
Το θέμα όμως είναι ενώπιον των εκπαιδευτικών, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας: σε πρώτη φάση, με την περικοπή του αριθμού των αναπληρωτών. Αυτό, είναι και ένα μεγάλο άγος για την ελληνική εκπαίδευση, σε μνημονιακά και μη χρόνια, καθώς εκπαιδευτικοί οι οποίοι κάθε χρόνο καλύπτουν θέσεις που κανονικά θα έπρεπε να είναι μόνιμες, κάθε χρόνο άγονται και φέρονται σε διάφορα χρονικά σημεία του σχολικού έτους και η περιπέτειά τους ξεκινάει κάθε χρόνο από την αρχή. Μόνο που φέτος, για πολλούς και πολλές από αυτούς δεν θα ξεκινήσει καν εντός σχολείου.