Της Αγγελικής Ντίνου*
«Ωραία Ελλάδα, έρμο στοιχειό μιας δόξας πώ ΄χει σβήσει,
Νεκρή κι όμως αθάνατη, πεσμένη μα τρανή!
Τα σκορπισμένα σου παιδιά ποιος τώρα θα οδηγήσει,
Ποιος θα συντρίψει τη σκλαβιά που αιώνια έχει γενή….»
Λόρδος Μπάυρον, Τα τραγούδια του για την Ελλάδα, Το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ, μτφρ. Στέφανου Μύρτα, Αθήνα 1924
Γεννημένος ένα χρόνο πριν τη Γαλλική Επανάσταση, στις 22 Ιανουαρίου 1788 στο Λονδίνο, ο Τζορτζ Γκόρντον Μπάυρον, γνωστός στην Ελλάδα ως Λόρδος Βύρων, καταγόμενος από αριστοκρατική οικογένεια, υπήρξε ένας από τους πιο δημοφιλείς Άγγλους της εποχής του. Αμφιλεγόμενη προσωπικότητα με εκκεντρική και άστατη ζωή, ταξίδεψε σε πολλά μέρη της Ευρώπης και της Ανατολής και συνέδεσε το όνομά του με την Ελληνική Επανάσταση και τον Φιλελληνισμό.
Ο περιηγητισμός δεν ήταν άγνωστος στην εποχή του. Ιδιαίτερα εύποροι ευγενείς και λόγιοι Ευρωπαίοι ταξίδευαν για λόγους πολιτικούς, ιδεολογικούς, θρησκευτικούς ή εκπαιδευτικούς, καταθέτοντας πλήθος περιηγητικών κειμένων με τις παρατηρήσεις τους, τις γνώσεις τους και τις εμπειρίες τους από τους τόπους που επισκέπτονταν.
Οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι στην Ευρώπη τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, που καθιστούσαν τα Βαλκάνια πιο ασφαλή προορισμό, η εξιδανίκευση της ελληνικής αρχαιότητας που έγινε ιδιαίτερα γνωστή με την άνθηση της τυπογραφίας και η ελληνική επανάσταση αργότερα ενθάρρυναν την περιήγηση των Ευρωπαίων στην Ελλάδα, το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Ενόψει και της παρακμής της οθωμανικής αυτοκρατορίας το ενδιαφέρον των δυτικών δεν περιοριζόταν μόνο στη λατρεία της αρχαίας ελληνικής περιόδου αλλά και την εξέλιξη ενός τόπου που είχε αρχίσει να αφυπνίζεται.
Οι ξένοι ταξιδιώτες περιηγητές, μέσα από την μελέτη των μνημείων του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και την καταγραφή της καθημερινής ζωής στην ελληνική κοινωνία, κληροδότησαν έναν αναρίθμητο πλούτο ταξιδιωτικών αφηγήσεων, ποιημάτων, μυθιστορημάτων, εικαστικών έργων και επιστημονικών καταγραφών. Τα κείμενά τους εμπλουτισμένα με χαρτογραφικές και ζωγραφικές απεικονίσεις, αποτελούσαν έναν πλούσιο εικονογραφικό θησαυρό.
Στις 2 Ιουλίου του 1809, σε ηλικία είκοσι ενός ετών, ο Λόρδος Μπάιρον με τη συνοδεία του αφοσιωμένου φίλου του Τζον Χόμπχάουζ και άλλων, αναχώρησε από το Φαλμάουθ του Λονδίνου και με ενδιάμεσους σταθμούς την Πορτογαλία και Ισπανία κατευθύνθηκε μέσω Γιβραλτάρ προς τη Μάλτα. Από εκεί έφτασε στις 26 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους στην Πάτρα και στη συνέχεια κατέπλευσε στην Πρέβεζα.
Χάρτης Ευρώπης, 1870. Στον ιστότοπο, https://eng.travelogues.gr/item.php?view=51323
Η Ήπειρος γνώριζε αξιόλογη εμπορική δραστηριότητα ήδη από τον 18ο αιώνα καθώς συνδεόταν μέσω των λιμανιών και των χερσαίων οδών της με το διαμετακομιστικό εμπόριο της Δύσης. Το ρεύμα αποδημίας από την Ήπειρο αρχικά προς την Ιταλία και αργότερα και προς την Κεντρική Ευρώπη, η δημιουργία μεγάλων εμπορικών οίκων των απόδημων Ηπειρωτών στους τόπους εγκατάστασής τους και οι δωρεές και αγαθοεργίες των μεγαλεμπόρων προς την πατρίδα τους, συνετέλεσαν επίσης στην οικονομική και πνευματική άνθηση της περιοχής. Από τα Ιωάννινα, σημαντικό εμπορικό και διοικητικό κέντρο, διέρχονταν όλες οι οδικές αρτηρίες της Ηπείρου.
Η πόλη βρέθηκε στο προσκήνιο του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος λόγω των εμπορικών σχέσεων που είχε αναπτύξει με μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, όπως Λιβόρνο, Βιέννη, Λειψία, Βουκουρέστι, Μόσχα, της παρουσίας προξενείων των Μεγάλων Δυνάμεων, Ρωσίας, Αυστρίας, Γαλλίας, Αγγλίας, σε αυτήν και βέβαια λόγω της πνευματικής της ακμής.
Η άνοδος του Αλή πασά στην εξουσία, η ισχυρή και αμφιλεγόμενη προσωπικότητά του, οι διπλωματικές του ικανότητες και η φιλοδοξία του να οργανώσει το πασαλίκι του σύμφωνα με ευρωπαϊκά πρότυπα, κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του (1788-1822) ενίσχυσε τη συνεργασία με τα εμπορικά κέντρα της Δύσης, βελτίωσε το οδικό δίκτυο και αύξησε την προσέλευση ξένων περιηγητών στην περιοχή.
Το μεγαλύτερο τμήμα του οδικού δικτύου απαρτιζόταν από στενούς χωμάτινους ημιονικούς δρόμους και η χρήση τροχήλατων περιοριζόταν κυρίως σε πεδινές εκτάσεις. Η κακή συντήρηση των δρόμων έκαναν τα ταξίδια δύσκολα. Την κατάσταση δυσχέραιναν επιπλέον τα φυσικά γεωμορφολογικά εμπόδια, όπως στενά μονοπάτια, δύσβατα βουνά, ποτάμια, τα καιρικά φαινόμενα και κυρίως το πρόβλημα της ληστείας που είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις από τον 17ο αιώνα.
Ένας μηχανισμός μείωσης των κινδύνων του ταξιδιού ήταν οι παρόδιοι σταθμοί, τα χάνια, που δημιουργήθηκαν σε ολόκληρο το δίκτυο της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στους χώρους αυτούς οι ταξιδιώτες μπορούσαν να διανυκτερεύουν με ασφάλεια και να προμηθεύονται τα αναγκαία για τη συνέχιση του ταξιδιού τους. Εκτός από τους εμπόρους, τους δρόμους χρησιμοποιούσαν και οι ταξιδιώτες, οι οποίοι φρόντιζαν να έχουν μαζί τους την απαραίτητη συνοδεία για ένα ασφαλές ταξίδι.
Ο Αλή πασάς αντιλήφθηκε τη σημασία ύπαρξης καλού και ασφαλούς οδικού δικτύου για την εύρυθμη διοίκηση αλλά και για τη διευκόλυνση του εμπορίου. Φρόντισε να πατάξει τη ληστεία και να αποκαταστήσει τη δημόσια ασφάλεια σε μεγάλο βαθμό, τουλάχιστον στις κεντρικές οδικές αρτηρίες.
Η βελτίωση του οδικού δικτύου έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη της πόλης και αύξησε τους επισκέπτες στην περιοχή. Ανάμεσά τους φυσιολάτρες, αρχαιολάτρες, φιλέλληνες αλλά και αρχαιοκάπηλοι και τυχοδιώκτες που είχαν τη δυνατότητα της οικονομικής κάλυψης του ταξιδιού τους από ιδιωτικούς ή κρατικούς πόρους. Λόγιοι, πολιτικοί, στρατιωτικοί και διπλωμάτες που επισκέφθηκαν την περιοχή, άφησαν ένα πλήθος κειμένων, σκίτσων και χαρτών και μεγάλη ποικιλία πληροφοριών σχετικά με τις συμπεριφορές των ντόπιων, την κατάσταση των σπιτιών, των χανιών, τις διαδρομές, το οδικό δίκτυο, τα τεχνικά έργα υποδομών.
Οι βασικές οδικές αρτηρίες του 18ου-19ου αιώνα όπως απεικονίζονται στον χάρτη της Ηπείρου του Μ. Χρυσοχόου, 1895, [πηγή: Αρχείο Κ. Παπαζήση], δημοσιευμένο στη Διδακτορική Διατριβή της Μαρίας Μπαλοδήμου, "Το ιστορικό οδικό δίκτυο του 18ου και 19ου αι. στην Ήπειρο. Η ιδιαίτερη περίπτωση του Ζαγορίου", Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Ε.Μ.Π., Αθήνα 2011, σ. 67.
Ο Λόρδος Βύρων δεν κατέγραψε τις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις παρά μόνο στα ποιήματά του και στην αλληλογραφία του. Ο φίλος του ωστόσο από τα φοιτητικά του χρόνια στο Πανεπιστήμιου του Cambridge, John Cam Hobhouse και συνοδοιπόρος του στο ταξίδι του στην Ήπειρο και την Ανατολή (1809-1811) αλλά και σε άλλες περιπλανήσεις του στην Ευρώπη, (1816-1823) που ήταν αρχαιολάτρης, φιλέλληνας και μέλος του Ελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου, εξέδωσε το 1813 το οδοιπορικό του από το ταξίδι με τον Μπάυρον στην Ελλάδα με τίτλο Travels in Albania and other provinces of Turkey in 1809 and 1810 με σημαντικές πληροφορίες για την Ήπειρο. Το βιβλίο σημείωσε μεγάλη εκδοτική επιτυχία.
Οι περιηγητές, όπως είδαμε, δεν ταξίδευαν μόνοι αλλά συνοδεύονταν από φίλους, υπηρέτες, δασκάλους, γιατρούς, καλλιτέχνες και επιστήμονες. Εξασφάλιζαν φιλοξενία από υψηλόβαθμους διπλωμάτες και τοπικούς άρχοντες, ενώ τις μετακινήσεις τους συντόνιζαν ντόπιοι οδηγοί που φρόντιζαν για την εξεύρεση καταλύματος και τροφής και γενικότερα για την ασφάλεια και επιτυχία της περιοδείας.
Ο Λόρδος Μπάιρον και η συνοδεία του έφτασαν στις 29 Σεπτεμβρίου στην Πρέβεζα και αφού επισκέφθηκαν τη Νικόπολη και το Άκτιο, μετέβησαν με λέμβο στη Σαλαώρα και από εκεί στην Άρτα. Στις 6 Οκτωβρίου έφτασαν στα Γιάννενα με σκοπό να επισκεφθούν τον Αλή πασά, ο οποίος όμως απουσίαζε στο Τεπελένι. Κατά την παραμονή του στα Γιάννενα, στο αρχοντικό του Νικολού Αργύρη, ο Μπάιρον συναντήθηκε με τον Αθανάσιο Ψαλίδα και με τους εγγονούς του Αλή πασά, οι οποίοι εντυπωσίασαν τους επισκέπτες με τη συμπεριφορά τους.
Έγχρωμη λιθογραφία των L. Dupre και C. Motte. Απεικονίζονται οι εγγονοί του Αλή πασά. Ιδιωτική Συλλογή Ζήκου Παπαζώτου.
«Μεταξύ τούτων [των επισήμων] ήτο και ο υιός του πρεσβυτέρου υιού του Αλή, Μουχτάρ πασά, παιδάκι μόλις δεκαετές, του οποίου εν τούτοις το θάρρος, η αταραξία και οι φιλοφρονητικοί τρόποι, ασυνήθεις δια την ηλικίαν του, εξέπληξαν τους επισκέπτας. Ο μικρός Βέης ωμίλει Αλβανικά και Ελληνικά. Από τον λαιμόν του εκρέματο εν περίαπτον (φυλαχτό) του Αγίου Νικολάου, το οποίον ο Χόμπχάους απεπειράθη να εγγίση, αλλ΄ατο παιδίον αμέσως τους εκράτησε το χέρι. Ο εξάδελφός του, Μουχαμέτ, υιός του Βελή Πασσά, δευτερότικος υιός του Αλή, εδέχθη ωσαύτως την επίσκεψιν των ξένων, εφελκύσας επίσης την συμπάθειαν αυτών με τας περιποιήσεις του και την ασυνήθη δια την δωδεκαετή ηλικίαν του αταραξίαν». Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο, Βίος και Δράσις του Βύρωνος εν Ελλάδι, του Άγγλου διπλωμάτη S.C. Atchley.
Με σκοπό να συναντήσουν τον Αλή πασά στο Τεπελένι, οι ταξιδιώτες πέρασαν από το χωριό Πρωτόπαππα όπου και διανυκτέρευσαν εξαιτίας σφοδρής κακοκαιρίας. Στη συνέχεια στάθμευσαν στο χωριό Ζίτσα. Οι ομορφιές της περιοχής, το ποτάμι του Καλαμά και ο καταρράκτης της Γλύζιανης ενέπνευσαν τον ποιητή ο οποίος θα γράψει αργότερα στο ποίημα, Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ, τις παρακάτω στροφές:
«Ω! Ζίτσα των μοναστηριών, απ’ τη σκιερή κορφή σου,
Μικρή γωνιά μυριόχαρη στης γης εδώ την άγια,
Όπου και αν δης, κάτου αψηλά, μπροστά, τριγύρω, πίσου,
Τι ουράνιων τόξων χρώματα και τι ωμορφιές και μάγια!
Δάση, ποτάμια, όρη, βοσκές, εδώ έχει απ΄όλα πλήθη,
Και οι ολογάλανοι ουρανοί χύνουν παντού αρμονία,
Του μακρυσμένου χείμαρρου η βουή κάτου στα βύθη
Δείχνει τη γης που τα νερά ξεσπούνε με μανία,
Αχνοστριφογυρίζοντας στων βράχων τα γκρεμνά,
Κ’ η φύση σύγκρυα στην ψυχή και γοητείες γεννά.
(Λόρδου Μπάυρον, Τα τραγούδια του για την Ελλάδα, Μτφρ. Στέφανου Μύρτα).
Το ποιητικό έργο Childe Harold’s Pilgrimage (Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ), ο Λόρδος Βύρων εξέδωσε το 1812, μετά την επιστροφή του από το ταξίδι στην Ελλάδα. Αποτελεί ένα αυτοβιογραφικό λυρικό και αφηγηματικό ποίημα που χωρίζεται σε Άσματα. Το πρώτο άσμα αναφέρεται στην πρώτη φάση του ταξιδιού του στην Πορτογαλία και Ισπανία. Στο δεύτερο Άσμα ο Λόρδρος Βύρων αναφέρεται στο ταξίδι του στην Ελλάδα, δια στόματος του ήρωά του Τσάιλντ Χάρολντ.
Ακολουθώντας την κοιλάδα του Καλαμά, οι ταξιδιώτες αφού πέρασαν από το Δελβινάκι, και το Λιμπόχοβο, έφτασαν στο Τεπελένι, γενέτειρα του Αλή πασά, όπου και τον συνάντησαν. Ο Μπάυρον γοητεύτηκε από τη γνωριμία του με τον βεζίρη και εντυπωσιάστηκε με τον πλούτο και την φιλοξενία που τους επιφύλαξε.
«Ότε ο Αρόλδος (Τσάιλντ Χάρολντ) συνήντησε τον σατράπην της Αλβανίας, τον είδε περικυκλούμενον υπό λαμπράς πομπής. Δούλοι, ευνούχοι, ξένοι και μωαμεθανοί καλόγηροι περιμένουσι ευσεβάστως τας διαταγάς του. Η κατοικία του εντός μεν είναι ανάκτορον, εκτός δε φρούριον και φαίνεται ως τόπος συνεντεύξεως παντοίων ανθρώπων. Πλήθος πολεμιστών ιππευόντων εφ’ ίππων με πολυτελή επιστρώματα εσχημάτιζον ίλην ιππικού ετοιμοπόλεμον. Στρατιώται με ποικίλας στολάς εφύλαττον τους διαδρόμους. Ενίοτε οι θόλοι αντήχουν εκ του παταγώδους καλπασμού του κέλητος στροφιοφόρου Τατάρου. Τούρκοι, Έλληνες, Αλβανοί και Μαύροι συνηθροίζοντο ει ςτούτο το ανάκτορον υπό ποικίλας στολάς, ενώ ο πολεμικός ήχος του τυμπάνου ανήγγειλε την επάνοδον της νυκτός».
(Τα Άπαντα του Λόρδου Βύρωνος, τόμ. Ι, Αθήνα 1895)
Επέστρεψαν στα Ιωάννινα μετά από παραμονή τεσσάρων ημερών, με ενδιάμεση στάση στη Ζίτσα. Κατά την παραμονή τους στα Ιωάννινα, αναζήτησαν τα ερείπια του αρχαίου θεάτρου της Δωδώνης.
«Ω! αρχαία Δωδώνη! Πού είναι το ιερόν άλσος σου,
η προφητική πηγή σου και το θείον μαντείον σου;
Εις ποίαν κοιλάδα αντηχούν οι χρησμοί του Διός;
Ποία λείψανα μένουσιν έτι εκ του βωμού του αστεροπητού;
(Τα Άπαντα του Λόρδου Βύρωνος, τόμ. Ι, Αθήνα 1895)
Ο Λόρδος Βύρων με σουλιώτικη στολή. Από το βιβλίο "Childe Harold’s Pilgrimage" by Lord Byron, τομ. I, εκδ. John Murray, London 1845. Ιδιωτική Συλλογή κ. Ζήκου Παπαζώτου. Ο Μπάιρον αγόρασε αυτήν την ενδυμασία στην Ήπειρο. Στη μητέρα του έγραψε (12-11-1809): «Απόκτησα κάτι μεγαλοπρεπείς αλβανικές ενδυμασίες, τα μόνα ακριβά αντικείμενα σ’ αυτή τη χώρα. Στοιχίζουν 50 γκινέες η καθεμία κι έχουν πάνω τους τόσο πολύ χρυσάφι που θα κόστιζαν διακόσιες στην Αγγλία!». Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο, "Ο Λόρδος Βύρων στην Ελλάδα", επιστημονικός υπεύθυνος εκθέσεως και καταλόγου Φανή-Μαρία Τσιγκάκου, Αθήνα 1987.
Στα Ιωάννινα ο Μπάυρον έμαθε για την ιστορία της κυρά Φροσύνης την οποία αργότερα αποτύπωσε στο έργο του Ο Γκιαούρ, ένα μακρύ αφηγηματικό ποίημα που δημοσιεύτηκε το 1813 και μέχρι το 1815 είχε κάνει δεκαπέντε εκδόσεις. Η υπόθεση αναφέρεται στον τραγικό θάνατο με καταποντισμό μιας όμορφης μοιχαλίδας, της Λεϊλά, που ο οργισμένος σύζυγός της Χασάν την έκλεισε σε σάκο και στην εκδίκηση του Βενετού εραστή της, Γκιαούρ. Στις σημειώσεις του ο ποιητής συνδέει το άγριο αυτό συμβάν με την ιστορία της κυρα Φροσύνης που πνίγηκε μαζί με άλλες έντεκα γυναίκες των Ιωαννίνων, κλεισμένες σε σάκους στην λίμνη της πόλης, μετά από διαταγή του Αλή πασά.
«Και το ρίξαν και παέι.
Και στα βάθη τραβάει
Το φορτίο κατεβαίνει.
Και σε κύκλων μορφή
Το νερό προχωρεί
Στ΄ ακρογιάλι πηγαίνει.
Κάποιο ρεύμα θαρρώ
Το λυκνίζει ανάρηα
Μα είν’ απάτη οπτική.
Είν’ μια αχτίδα σεμνή
Της σελήνης φιλί
Στα νερά τα καθάρια.
Το κυττώ. Απ’ τη ματιά
Όλο πάει όλο φθίνει…
Λιγοστεύει και να
Μια πετρούλα έχει γίνει
Πιο μικρή πιο μικρή
Μια κηλιδα άσπρη μοιάζει
Το διαμάντι αυτό
Που στραφτάλιζε εδώ
Δες, το φως το χλευάζει…»
(Λόρδου Βύρωνος, Ποιητικά έργα,
έμμετρη απόδοση Μαρίας Κεσίση)
Φεύγοντας από τα Ιωάννινα στις 3 Νοεμβρίου 1809, οι ταξιδιώτες έφτασαν στην Πρέβεζα (μέσω Άρτας – Σαλαώρας) με σκοπό να κατευθυνθούν προς Πάτρα δια θαλάσσης. Το καράβι όμως λόγω τρικυμίας έχασε τον προσανατολισμό του και προσορμίστηκε σε παραθαλάσσια περιοχή κοντά στο Σούλι. Εκεί οι Σουλιώτες πρόσφεραν καταφύγιο στους ναυαγούς και έναν οδηγό για να τους οδηγήσει ασφαλείς στην Πρέβεζα δια ξηράς.
Στο επεισόδιο αυτό αναφέρεται ο Μπάιρον στο ποιητικό του έργου, Το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ. Από εκεί ξεκινάει και ο θαυμασμός του Μπάιρον για τους Σουλιώτες και η φιλία τους. Οι πολεμικές αρετές τους, ο αγώνας τους για την ανεξαρτησία, ο δύσκολος βίος τους στα βουνά του Σουλίου, ήταν ήδη γνωστά στον βαλκανικό και ευρύτερα στον ευρωπαϊκό χώρο και πριν την επανάσταση.
Οι Σουλιώτες σώζουν τον Τσάιλντ Χάρολντ. Από την ιδιωτική συλλογή του κ. Ζήκου Παπαζώτου
Μα ενάντιοι άνεμοι σπρώξανε κατάρηχα ένα βράδυ
Τη βάρκα στη βραχόσκιστη την ακροθαλασσιά,
Κάτω απ’ το Σούλι, κ’ ήτανε γύρω ερημιά, σκοτάδι
Φόβος να βγουν, να μείνουνε τρομάρα, απελπισιά,
Δειλιάζουν οι θαλασσινοί και λόγο σταματούνε,
Ποιος ξέρει εκεί αν δεν έστησε καρτέρι η προδοσιά.
Και σαν αποφασίσανε να βγουν αγάλι, αγάλι,
Ακόμα είχαν καρδιόχτυπο, μη ανθρώποι που μισούνε
Φράγκους και Τούρκους, στο έρημο και σκοτεινό ακρογιάλι
Τα ιστορικά τους μακελλιά τα ξαναρχίσουν πάλι.
Μάταιοι φόβοι, ευγενικά τους πήραν απ’ το Σούλι
Μεσ’ από βάλτα δύσκολα στα ολόψηλα γκρεμνά,
Καλόκαρδοι, ανυπόταχτοι, σαν να μην ήταν δούλοι
Ποτέ, στο τζάκι βάλανε φωτιά, στίψαν τα υγρά
Τα ρούχα, ανάψανε το φως, γεμίσαν το ποτήρι
Και στρώσαν τα βρισκούμενα κι ας ήταν φτωχικά.
Φιλανθρωπία σπάνια για τον αποσταμένο
Η ανάπαψη, ο λόγος ο γλυκός στον έρμο κακομοίρη.
Είνε ένα μάθημα καλό για κάθε ευτυχισμένο,
Κι άξιο να κάμη να ντραπή το μαύρο διαστρεμμένο.
Λόρδου Μπάυρον, Τα τραγούδια του για την Ελλάδα, μτφρ. Στέφανου Μύρτα, Αθήνα 1824.
Επιστρέφοντας στην Πρέβεζα κατευθύνθηκαν προς την Πάτρα και στις 25 Δεκεμβρίου 1809 έφτασαν στην Αθήνα. Το επόμενο έτος ταξίδεψαν προς Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη και στις 14 Ιουλίου 1811 ο Μπάυρον και η συνοδεία του επέστρεψαν στην Αγγλία. Αυτό ήταν το πρώτο ταξίδι (1809-1811) του Μπάιρον στην Ελλάδα και την Ανατολή όπου ήρθε ως θαυμαστής του παρελθόντος και της αρχαιότητας. Θα ακολουθήσει και δεύτερο (1823-1824) ως υπέρμαχος της ανεξαρτησίας της Ελλάδας.
Η διάδοση των ανθρωπιστικών σπουδών στη Δύση γέννησε τον θαυμασμό των Ευρωπαίων για την ελληνική αρχαιότητα και έφερε πολλούς αρχαιολάτρες στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Μέσα στο γενικότερο κλίμα του ρομαντισμού και των κηρυγμάτων περί ελευθερίας που γέννησαν η αμερικανική και γαλλική επανάσταση στο τέλος του 18ου αιώνα, η ιδέα στήριξης του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων βρήκε ανταπόκριση. Αν και η ευρωπαϊκή διπλωματία είχε εχθρική στάση απέναντι στην ελληνική επανάσταση, η κοινή γνώμη ήταν ευνοϊκή.
Τα έντονα φιλελληνικά αισθήματα που προξένησε το 1822 η σφαγή στη Χίο και η στροφή της εξωτερικής αγγλικής πολιτική προς όφελος των Ελλήνων, έφεραν πολλούς εθελοντές στρατιωτικούς, ιδεολόγους και οπαδούς του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα, για να ενισχύσουν τον αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων. Παράλληλα σε πολλές χώρες συγκροτήθηκαν και φιλελληνικά κομιτάτα, το 1821 στη Γερμανία και Ελβετία και στη συνέχεια στη Γαλλία και Η.Π.Α.
Το Αγγλικό Κομιτάτο του Λονδίνου ιδρύθηκε τον Φεβρουάριο του 1823. Ως εκπρόσωπός του ο Λόρδος Βύρων έφτασε στο Μεσολόγγι τον Ιανουάριο του 1824, όπου τον υποδέχτηκαν με λαμπρές τιμές και τάχθηκε στο πλευρό του Μαυροκορδάτου και της Κεντρικής Κυβέρνησης. Συνέδεσε το όνομά του με το αγγλικό δάνειο το οποίο συνήφθη τελικά το 1824 με επαχθείς όρους για την ελληνική κυβέρνηση. Ορκίστηκε πάνω στον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη, που είχε σκοτωθεί τον προηγούμενο χρόνο, να αγωνισθεί μέχρι θανάτου για την ελευθερία. Γνωρίστηκε με τον πολιτικό Μεσολογγίτη, Σπυρίδωνα Τρικούπη και ανέπτυξε δυνατή φιλία. Προσπάθησε να οργανώσει τους ξένους εθελοντές και τις ντόπιες ένοπλες ομάδες σε τακτικό στρατό, η επιδείνωση της υγείας του όμως ματαίωσε τα σχέδια του και πέθανε το Πάσχα του 1824, στις 7/19 Απριλίου.
Ο Όρκος του Λόρδου Βύρων. Ιδιωτική Συλλογή κ. Ζήκου Παπαζώτου
Δικαίως ο λυρικός ποιητής του 19ου αιώνα και παγκόσμιο σύμβολο του ρομαντισμού, Λόρδος Μπάιρον συνδέθηκε με τον τόπο μας και καθιερώθηκε ως σύμβολο του φιλελληνισμού και της πολιτικής ελευθερίας. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα, μετέφρασε ελληνικά τραγούδια στα αγγλικά όπως ο Θούριος του Ρήγα και χρησιμοποίησε ελληνικές λέξεις στην αλληλογραφία του αλλά και στην ποίησή του. Η λεηλασία και καταστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα προκάλεσε την αντίδρασή του που αποτύπωσε στο ποίημα του «Η Κατάρα της Αθηνάς» τον χειμώνα 1810-1811.
Ωστόσο το έργο που τον καθιέρωσε ως υποστηρικτή του ελληνισμού είναι Το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ, που αναφέρεται στο πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα. Το βιβλίο του αυτό σημείωσε μεγάλη εκδοτική επιτυχία, γνώρισε δεκαοχτώ εκδόσεις στο Λονδίνο το διάστημα 1812-1827. Οι αναγνώστες της βυρωνικής ποίησης μέχρι το 1850 υπολογίζονται στους 500.000 στις αγγλόφωνες χώρες μόνο, τη στιγμή που το σύνολο των άλλων ρομαντικών ποιητών της Βρετανίας το ίδιο χρονικό διάστημα είναι πολύ λιγότεροι από το ένα δέκατο αυτών.
Εύλογα αποδίδεται στον λόρδο Μπάιρον κατά ένα μεγάλο μέρος η αφύπνιση των Ευρωπαίων στο πλευρό των αγωνιζομένων Ελλήνων στα χρόνια της Επανάστασης. Η αμεσότητα του ήρωα, η αναφορά στις ομορφιές της φύσης και στο ένδοξο παρελθόν της Ελλάδας επηρέασαν καθοριστικά την προσέλευση των φιλελλήνων και των ξένων περιηγητών μετά τα ταξίδια του.
Ο Μπάιρον έγραψε επίσης και έμμετρες μυθιστορίες, εμπνευσμένος από την ανατολική μεσόγειο και τον ελληνικό χώρο. Αυτές είναι: Ο Γκιαούρ, Η Νύφη της Αβύδου, Ο Κουρσάρος και Η Πολιορκία της Κορίνθου. Ο πολιτισμικός πλούτος και οι φυσικές ομορφιές της Ανατολής έκαναν τις μυθιστορίες αυτές ευχάριστες στο κοινό.
Η μυθιστορία του Γκιαούρ ανήκει στα αντιπροσωπευτικά έργα της φιλελληνικής ποίησης του Μπάιρον. Ο ήρωας του έργου φέρει στοιχεία από τον αγέρωχο χαρακτήρα και την αντρειοσύνη των υπόδουλων Ελλήνων που γνώρισε ο ποιητής στο πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα. Γενικότερα οι βυρωνικοί ήρωες προβάλλουν στοιχεία της προσωπικότητας του ποιητή και αντιπροσωπεύουν το ρομαντικό πνεύμα της εποχής τους. Δεν υπακούουν στους ανθρώπινους νόμους και έχουν δική τους ηθική, είναι μελαγχολικοί με πάθη και ορμητική διάθεση, σημαδεμένοι από τη μοίρα, καταστρέφουν τους γύρω τους και στο τέλος και τον εαυτό τους.
Αλλά και το ποιητικό έργο του Μπάιρον επηρέασε το ρομαντικό λογοτεχνικό κίνημα στην Ελλάδα. Στοιχεία του βυρωνισμού συναντάμε στις ποιητικές δημιουργίες των αδελφών Σούτσου, του Α.Ρ. Ραγκαβή, του Διονύσιου Σολωμού. Τα έργα του γενικότερα αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για μεγάλους καλλιτέχνες της εποχής του.
Η Νύφη της Αβύδου. Ιδιωτική Συλλογή κ. Ζήκου Παπαζώτου
Les Dames de Byron. Portraits of the principal female characters in Lord Byron’s poems. Ιδιωτική Συλλογή κ. Ζήκου Παπαζώτου.
Εικονίζεται ο Μάρκος Μπότσαρης, στο βιβλίο του J.C. Hobhouse, A Journey through Albania and other provinces of Turkey in Europe and Asia to Constantinople, during the years 1809 and 1810, τομ. II, β΄ έκδοση, London 1813. Ιδιωτική Συλλογή Ζήκου Παπαζώτου.
Ακόμη προς τιμή του Μπάιρον φιλοτεχνήθηκαν αγάλματα, ανδριάντες και πίνακες και ονοματοδοτήθηκαν δρόμοι σε πολλές πόλεις της Ελλάδας και κτίρια. Ο Δήμος Βύρωνα στην Αθήνα του χρωστάει το όνομά του. Φιλολογικοί Σύλλογοι και Εταιρείες ασχολήθηκαν με το έργο του.
Η δράση του τον καθιέρωσε ως ένα από τα μεγαλύτερα πρότυπα του φιλελληνισμού. Ο θάνατός του τον συνέδεσε με την εμβληματική πόλη του Μεσολογγίου που για τους Έλληνες αποτελεί σύμβολο ηθικών αξιών, ανεξαρτησίας και ελευθερίας.
Βασική βιβλιογραφία:
Αναστάσιος Παπασταύρος, Λόρδος Μπάυρον. Από τα Γιάννενα στην αθανασία, Αθήνα 2006
S.C. Atchley, Βίος και Δράσις του Βύρωνος εν Ελλάδι, Αθήνα 1918
Λόρδου Βύρωνος Ποιητικά Έργα, έμμετρη απόδοση Μαρίας Κεσίση, Αθήνα 1974
Λόρδου Μπάυρον Τα τραγούδια του για την Ελλάδα, μτφρ. Στέφανου Μύρτα, Αθήνα 1924
Λόρδου Βύρωνος Ο Γκιαούρ, μτφρ. Αικατερίνης Δοσίου
* Το Υπουργείο Πολιτισμού για τη συμπλήρωση 200 ετών από τον θάνατο του Λόρδου Βύρωνα, εξήγγειλε την κήρυξη του 2024, ως «Αφιερωματικό Έτος στον Λόρδο Βύρωνα».
** Το άρθρο γράφτηκε με αφορμή την παρουσίαση της Ιδιωτικής Συλλογής του κ. Ζήκου Παπαζώτου κατά τη διάρκεια της Έκθεσης «Συλλέγοντας μνήμες» που πραγματοποιήθηκε από το Κέντρο Ημέρας Άνοιας Ιωαννίνων της Ε.Ψ.Ε.Π. σε συνεργασία με τον Φιλοτελικό και Φιλοσυλλεκτικό Όμιλο Ιωαννίνων, στα ΓΑΚ – Ιστορικό Αρχείο Ηπείρου. Στην Έκθεση συμμετείχαν επίσης με τις ιδιωτικές τους συλλογές οι: Γεώργιος Βάββας, Σπυρίδων Νάκας, Τριαντάφυλλος Μεταξάς, Κωνσταντίνος Μαυροπάνος, Βασίλειος Καρανώτας, Κωνσταντίνος Τράσσης, Αλέξανδρος Καμπαλώνης, Μιχαήλ Ζαφειρίδης, Παναγιώτης Αλεξίου.
Στην κεντρική φωτογραφία: Απεικόνιση του αρχοντικού του Νικολού Αργύρη στα Ιωάννινα, όπου φιλοξενήθηκε ο Λόρδος Βύρων και η συνοδεία του όταν έφτασε στα Γιάννενα στις 5 Οκτωβρίου 1809. Βρισκόταν στη σημερινή οδό Λόρδου Βύρωνα. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Τhos. Smart Hughes "Travels in Sicily Greece and Albania Albania", τομ. Ι, Λονδίνο 1820. Το βιβλίο είναι εικονογραφημένο με γκραβούρες χαρτών, τοπία και σχέδια. Ιδιωτική Συλλογή Ζήκου Παπαζώτου
- Η Αγγελική Ντίνου είναι αρχειονόμος στα ΓΑΚ- Ιστορικό Αρχείο Ηπείρου.