Του Βασίλη Νιτσιάκου*
Το πελατειακό σύστημα, οι πελατειακές σχέσεις, κατά μία θεωρητική άποψη είναι επιφαινόμενο της υπανάπτυξης. Σε χώρες κυρίως της περιφέρειας καλύπτει τα διαρθρωτικά κενά των κοινωνικο-πολιτικών δομών. Κατεξοχήν τα κενά στην συνάρθρωση του αγροτικού κόσμου με τα κέντρα εξουσίας στον αστικό χώρο και γενικότερα στην δομή και την λειτουργία του συστήματος εκπροσώπησης.
Όσο το βήμα της ανάπτυξης παραμένει μετέωρο, τόσο αναπαράγονται οι πελατειακές σχέσεις. Το νευρικό σύστημα των σχέσεων αυτών αποτελούν οι δομές της συγγένειας, αιματικής, εξ αγχιστείας ή πνευματικής. Η τελευταίες, με κύρια την κουμπαρά, έχουν παίξει ιστορικά σημαντικό ρόλο στην ελληνική κοινωνία. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η κουμπαριά θεωρείται τρόπον τινά συνώνυμο της πολιτικής πελατείας, της πατρωνίας.
Στην Ελλάδα η αναντιστοιχία ανάμεσα στις κοινωνικές και τις πολιτικές δυνάμεις γενικά και ιδιαίτερα τα προβλήματα ενσωμάτωσης του αγροτικού κόσμου οδήγησαν σε μια κάθετη συγκρότηση σχέσεων αντί της οριζόντιας ταξικής. Οι κάθετες αυτές διασυνδέσεις λειτούργησαν ανασταλτικά ως προς την συγκρότηση αμιγών ταξικών σχέσεων και συνακόλουθα ως προς την ταξική συνειδητοποίηση.
Ιδίως στον αγροτικό χώρο η συνάρθρωση δομήθηκε με άξονα τις κάθετες πελατειακές σχέσεις και αυτό θεωρείται ένας από τους ανασταλτικούς παράγοντες σε σχέση την μη εμφάνιση ενός σημαντικού αγροτικού κινήματος.
Στο πλαίσιο του πελατειακού συστήματος λειτουργεί μια αμοιβαιότητα, άνισου βέβαια χαρακτήρα, όπου ανταλλάσσονται ανόμοια αγαθά και υπηρεσίες. Γενικά, από την μια πλευρά προσφέρεται πολιτική υποστήριξη (ψήφοι) και από την άλλη υπηρεσίες ρουσφετιού. Αυτού του είδους οι σχέσεις επισφραγίζονται ηθικά με μορφές πνευματικής συγγένειας, όπως η κουμπαριά, που βασίζεται και σε μια θρησκευτικού χαρακτήρα τελετή, στο μυστήριο του γάμου και της βάπτισης.
Μια πολιτική σχέση εξουσίας προσλαμβάνει ηθική διάσταση και συνδέεται έτσι και με τα «παραδοσιακά» ήθη της τιμής, της φιλίας κ.λπ.
Αυτά τα φαινόμενα είναι τόσο άρρηκτα δεμένα με τις κοινωνικο-πολιτικές δομές και σχέσεις που ακόμα και στις μέρες μας παίζουν σημαντικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα, με κορύφωση κατά τις διάφορες εκλογικές αναμετρήσεις. Είναι δε ιδιαίτερα έντονα στο επίπεδο των αυτοδιοικητικών εκλογών. Δεν θα ήταν άστοχο να λέγαμε ότι στην ελληνική επαρχία σε μεγάλο βαθμό οι εκλογικές συμπεριφορές ρυθμίζονται από τις συγγενειακές σχέσεις. Τα σόγια και οι οικογένειες παίζουν καθοριστικό ρόλο στις εκλογικές αναμετρήσεις. Οι προεκλογικοί σχεδιασμοί και υπολογισμοί γίνονται κατά κανόνα σε αυτήν την βάση, Ιδιαίτερα στις μικρές και μεσαίου μεγέθους κοινότητες μέσω αυτών των δικτύων ασκείται και ένας ιδιότυπος κοινωνικός έλεγχος.
Να σημειώσουμε ακόμα ότι οικονομικές και άλλου είδους εξαρτήσεις παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο σε τοπικό και όχι μόνον επίπεδο, ιδίως μετά την κρίση και τα προβλήματα ανεργίας που ενέσκηψαν στην κοινωνία. Άξιο μνείας είναι επίσης το γεγονός ότι και τα εθνοτικά δίκτυα (Πόντιοι, Βλάχοι κ.λπ.) ρυθμίζουν συχνά τους εκλογικούς συσχετισμούς και χρησιμοποιούνται από υποψήφιους κατά τις εκστρατείες τους. Το φαινόμενο αυτό χρήζει ιδιαίτερης μελέτης.
*Ο Βασίλης Νιτσιάκος είναι καθηγητής Κοινωνικής Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων