Η Google ανακοίνωσε ότι θα πραγματοποιήσει την απειλή της, να αφαιρέσει τους συνδέσμους ειδήσεων από τα αποτελέσματα αναζήτησης και άλλα προϊόντα της στον Καναδά μόλις τεθεί σε ισχύ ένας νόμος που απαιτεί από τις εταιρείες τεχνολογίας να διαπραγματεύονται συμφωνίες για την πληρωμή των εκδοτών ειδήσεων.
Η Google συμπλέει με την ιδιοκτησία του Facebook, την Meta Platforms Inc, ανακοινώνοντας το τέλος της πρόσβασης στις ειδήσεις για τους Καναδούς χρήστες των πλατφορμών τους μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου C-18 ή του νόμου για τις διαδικτυακές ειδήσεις την περασμένη εβδομάδα.
Ο νόμος ήρθε μετά από πιέσεις της βιομηχανίας των μέσων ενημέρωσης του Καναδά, η οποία θέλει αυστηρότερη ρύθμιση των τεχνολογικών εταιρειών για να τις αποτρέψει από το να εκτοπίσουν τις επιχειρήσεις ειδήσεων από την online διαφημιστική αγορά.
«Έχουμε πλέον ενημερώσει την κυβέρνηση ότι όταν τεθεί σε ισχύ ο νόμος, δυστυχώς θα πρέπει να αφαιρέσουμε τους συνδέσμους προς τις καναδικές ειδήσεις από τα προϊόντα μας Search, News και Discover στον Καναδά», ανέφερε η Google σε ένα blogpost.
«Δεν παίρνουμε αυτή την απόφαση ή τις επιπτώσεις της ελαφρά τη καρδία και πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό να είμαστε διαφανείς με τους καναδικούς εκδότες και τους χρήστες μας όσο το δυνατόν νωρίτερα», αναφέρεται.
Ο νόμος περιγράφει κανόνες που θα αναγκάσουν πλατφόρμες όπως το Facebook και η Google να διαπραγματεύονται εμπορικές συμφωνίες και να πληρώνουν τους εκδότες ειδήσεων για το περιεχόμενό τους.
Ο Τζάστιν Τριντό, ο πρωθυπουργός του Καναδά, είχε δηλώσει προηγουμένως ότι οι εταιρείες χρησιμοποιούν τακτικές ισχυρής πίεσης για να αποφύγουν να πληρώσουν για τις ειδήσεις. «Το γεγονός ότι αυτοί οι γίγαντες του διαδικτύου προτιμούν να κόψουν την πρόσβαση των Καναδών στις τοπικές ειδήσεις από το να πληρώσουν το δίκαιο μερίδιό τους είναι ένα πραγματικό πρόβλημα και τώρα καταφεύγουν σε τακτικές εκφοβισμού για να προσπαθήσουν να πετύχουν το δικό τους - δεν πρόκειται να πετύχει», δήλωσε ο Τριντό στους δημοσιογράφους νωρίτερα αυτό το μήνα.
Ο υπουργός Πολιτιστικής Κληρονομιάς Πάμπλο Ροντρίγκεζ είπε την Πέμπτη ότι δεν έχει καμία πρόθεση να υποχωρήσει από αυτή τη μάχη με τους αμερικανικούς διαδικτυακούς γίγαντες που ελέγχουν τόσο μεγάλο μέρος του τι διαβάζουν και παρακολουθούν οι Καναδοί.
«Οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες προτιμούν να ξοδεύουν χρήματα για να αλλάξουν τις πλατφόρμες τους ώστε να εμποδίζουν τους Καναδούς να έχουν πρόσβαση σε καλής ποιότητας και τοπικές ειδήσεις, αντί να πληρώνουν το δίκαιο μερίδιό τους στους ειδησεογραφικούς οργανισμούς», ανέφερε ο Ροντρίγκεζ σε δήλωσή του.
«Αυτό δείχνει πόσο βαθιά ανεύθυνοι και εκτός πραγματικότητας είναι, ειδικά όταν βγάζουν δισεκατομμύρια δολάρια από τους Καναδούς χρήστες. Ο Καναδάς χρειάζεται έναν ισχυρό, ελεύθερο και ανεξάρτητο Τύπο. Είναι θεμελιώδης για τη δημοκρατία μας».
Ο Ροντρίγκεζ πρόσθεσε σε συνέντευξή του στο CBC News ότι εξεπλάγη από τη δήλωση της Google επειδή οι συνομιλίες της κυβέρνησης με την εταιρεία βρίσκονται σε εξέλιξη.
«Έχουμε ακόμη συνομιλίες με την Google, όπως σήμερα το πρωί», δήλωσε. «Η Google γνωρίζει πολύ καλά ότι η σαφήνεια που χρειάζεται θα έρθει σύντομα μέσω της νομοθεσίας».
Μόλις χθες, ο πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό δήλωσε ότι η κυβέρνηση είναι βέβαιη ότι η Google θα συμφωνήσει με τη νομοθεσία.
Tο παράδειγμα της Αυστραλίας
Ένας παρόμοιος νόμος ψηφίστηκε στην Αυστραλία το 2021, σε απάντηση του οποίου η Google και η Meta απείλησαν επίσης να αποχωρήσουν. Αν και η Meta έκλεισε για λίγο την πρόσβαση στις ροές ειδήσεων μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, οι εταιρείες έκλεισαν τελικά συμφωνίες με τους εκδότες μετά την τροποποίησή του.
Παράλληλες προσπάθειες για την επιβολή ενός «τέλους χρήσης ειδήσεων» σε πλατφόρμες όπως η Meta και η Google βρίσκονται σε εξέλιξη στην Καλιφόρνια. Το νομοσχέδιο, που εισήχθη από το μέλος της πολιτειακής συνέλευσης Μπάφι Γουίκς, θα παρείχε αυτό που οι υποστηρικτές του περιγράφουν ως «σανίδα σωτηρίας» για τους τοπικούς ειδησεογραφικούς οργανισμούς, απαιτώντας από τις εταιρείες τεχνολογίας να μοιράζονται μερίδια των διαφημιστικών εσόδων που προέρχονται από την κοινοποίηση ειδησεογραφικών άρθρων με τους εκδότες.
Με πληροφορίες από The Guardian, Reuters, CBC/Radio-Canada