Η ιστορία του ροκενρόλ περιλαμβάνει μπόλικα αδέρφια. Δύο από αυτά, ο Ρέι και ο Ντέιβ, της οικογένειας Ντέιβις (που ποτέ δεν τα πήγαιναν καλά μεταξύ τους), ξεκίνησαν να γράφουν ιστορία ως Kinks το 1964, τέτοιες μέρες (2 Οκτωβρίου συγκεκριμένα).
Τότε κυκλοφόρησε ο πρώτος τους δίσκος, το ομώνυμο «Kinks». Στις ΗΠΑ όμως, κυκλοφόρησε με τον τίτλο «You Really Got Me», προκειμένου να εκμεταλλευτεί περισσότερο εμπορικά ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια του κόσμου.
Το ριφάκι που «ξεσήκωσε» ο Ρέι, από το Louie Louie των Kingsmen, είναι αυτό που άλλαξε το ρου της μουσικής ιστορίας προς πιο «σκληρά» και κακοτράχαλα μονοπάτια. Στον απλό (σχεδόν απλοϊκό) συνδυασμό από μερικές πέμπτες και ένα εξίσου απλούτσικο, αλλά πιασάρικο σόλο, «πάτησαν» πάρα πολλές μπάντες στη συνέχεια για να χαράξουν τη δική τους διαδρομή.
Οι Kinks όμως, παρά τις περί του αντιθέτου εντυπώσεις, δεν ήταν ποτέ μια μπάντα «της μιας επιτυχίας». Το πρώτο τους άλμπουμ ήταν εμποτισμένο με αυτό το στυλ των αφων Ντέιβις, το οποίο, ενώ παρέπεμπε λίγο στους mods, ξαναγύρναγε σε πιο χαρούμενες ποπ νόρμες, αλλά με στίχους που «ζόριζαν». Η ικανότητα των δύο και κυρίως του Ρέι, να βάζουν στο χαρτί έξυπνους στίχους που «μιλούσαν» στους μικροαστούς και στην εργατική τάξη, μαζί με μελωδίες που αιχμαλώτιζαν, ήταν ήδη φανερή.
Παρά την ιστορικότητά του όμως, το πρώτο άλμπουμ των Kinks στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα τρομερό. Πλην του You Really Got Me, έπαιζαν κυρίως διασκευές του Τσακ Μπέρι και το Μπου Ντίντλι, όπως δηλαδή όλες οι μπάντες της εποχής που μετά, θα στοίχειωναν τα ακούσματα του κόσμου, στο διηνεκές.
Οι μεγαλύτερες στιγμές των Kinks ήρθαν αργότερα, όταν έγραφαν το Well Respected Man ή το Dedicated Follower of the Fashion και πολύ περισσότερο ακόμα, το Sunny Afternoon και τη φυσικά, τη Lola. Αλλά η αρχή, είχε ήδη γίνει…