Πριν από λίγες μέρες, στο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου, στο πλαίσιο της διαδικασίας λογοδοσίας της περιφερειακής αρχής, έγινε μια καθόλα επιδερμική συζήτηση για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Η ενεργειακή φτώχεια είναι ένα από τα πιο σημαντικά κοινωνικά προβλήματα αυτή τη στιγμή, με την περιφερειακή αρχή να το αντιμετωπίζει κι αυτή… με όρους ΕΣΠΑ ή υπηρεσιακούς όρους.
Καταρχάς, τι σημαίνει ενεργειακή φτώχεια; Ένας κοινά αποδεκτός ορισμός είναι ο αποκλεισμός ή η ανεπαρκής πρόσβαση των νοικοκυριών σε υπηρεσίες ενέργειας όπως θέρμανση και ψύξη. Αυτή τη στιγμή, η προσπάθεια της πολιτείας σε μια πράσινη και ενεργειακή μετάβαση δεν διακατέχεται από κάποια κοινωνική δικαιοσύνη. Επιπλέον, οι αυξήσεις στο ρεύμα και στη θέρμανση είναι τουλάχιστον δυσβάσταχτες για πολλά νοικοκυριά.
Βασικό εργαλείο της πολιτείας αποτελεί το πρόγραμμα «Εξοικονομώ». Έχει αναδειχθεί πολλές φορές, ακόμα και όταν υπάρχουν ευνοϊκά κριτήρια για νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα, η πρόσβαση στο πρόγραμμα είναι δύσκολη. Όταν δε, πρόκειται για ευάλωτα νοικοκυριά-ενοικιαστές, η ενεργειακή αναβάθμιση του σπιτιού τους από τον ιδιοκτήτη οδηγεί συνήθως σε μια αύξηση της τιμής των ενοικίων.
Κατά τη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, απαντώντας σε ερώτηση της παράταξης «Κοινό των Ηπειρωτών» για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας σε συνδυασμό με το φαινόμενο της αιθαλομίχλης στα Γιάννενα, ο περιφερειάρχης Αλέκος Καχριμάνης αναφέρθηκε κυρίως στους στόχους της ενεργειακής αναβάθμισης (εξοικονόμηση ενέργειας και ΑΠΕ) που επιδιώκονται μέσω των κονδυλίων του ΕΣΠΑ. Και οι στόχοι αυτοί, θεμιτοί και απαραίτητοι, σχετίζονται με τη βελτίωση ενεργειακής απόδοσης στα δημόσια κτίρια.
Όπως είπε, κατά τη νέα προγραμματική περίοδο, οι πόροι για τα προγράμματα «Εξοικονομώ» για τις κατοικίες θα διατεθούν από την πολιτεία, χωρίς τη συνεισφορά των περιφερειακών προγραμμάτων. Σε αυτό το σημείο πρόσθεσε με νόημα ότι «θα μπορούσαν να διατεθούν πόροι μόνο στο πλαίσιο υλοποίησης των Στρατηγικών Βιώσιμης Αστικής Ανάπτυξης, αλλά δεν προτείνεται σχετική δράση από τον Δήμο Ιωαννιτών».
Είπε ακόμη ότι από το πρόγραμμα «Ήπειρος 2021-2027» θα διατεθούν 20 εκατ. ευρώ για την ενεργειακή αναβάθμιση δημόσιων κτιρίων και για πράξεις που προβλέπονται από τα Σχέδια Διαχείρισης Βιώσιμης Ενέργειας των τεσσάρων μεγάλων Δήμων της Ηπείρου. Τέλος θα διατεθεί και ένα 1,5εκ€ για την χρηματοδότηση πιλοτικής δράσης υποστήριξης της σύστασης Ενεργειακών Κοινοτήτων (Ε.Κοιν.), όπου τουλάχιστον το 50% των μελών τους να είναι δημόσιοι φορείς, Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Ι.Δ. αυτών.
Προφανώς η ενεργειακή αναβάθμιση των δημόσιων κτιρίων είναι μια πτυχή της όλης υπόθεσης. Οι ενεργειακές κοινότητες, πάλι, θεωρούνται και είναι ένα σημαντικό πλεονέκτημα, αλλά οι τοπικές αρχές δεν τα έχουν καταφέρει μέχρι στιγμής.
Οι στόχοι της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων πρέπει να συμβαδίσουν με τη διασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης των πολιτών.
Το ζήτημα της ενεργειακής φτώχειας είναι πολυεπίπεδο: δεν συνδέεται μόνο με την ανάγκη εξοικονόμησης ενέργειας, αλλά σχετίζεται άμεσα με την αύξηση της τιμής της ενέργειας και των ενοικίων, με τη γενικότερη ακρίβεια σε βασικά προϊόντα και με τη μείωση των εισοδημάτων και τα υψηλά επίπεδα ανεργίας. Και η ενεργειακή φτώχεια δεν «χτυπάει» πια μόνο τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα, αλλά και τη μεσαία τάξη, παρά τις επιδοτήσεις που έχουν δοθεί τα τελευταία χρόνια μέσω του προγράμματος «Εξοικονομώ».
Είναι οικονομικό, είναι περιβαλλοντικό, είναι κοινωνικό θέμα πια. Και δεν αφορά μόνο το κεντρικό κράτος, αλλά και την τοπική αυτοδιοίκηση.