Πριν από ένα χρόνο, η Ελλάδα βίωνε την πολλοστή, τα τελευταία χρόνια, συλλογική της τραγωδία: 57 άνθρωποι, κυρίως νέα παιδιά, έχασαν τη ζωή τους σε ένα αδιανόητο σιδηροδρομικό δυστύχημα.
Αυτό το χρόνο που μεσολάβησε, η Ελλάδα διαχειρίστηκε την τραγωδία με τον προσφιλή της τρόπο και ανάλογα με τη βούληση της εκάστοτε εξουσίας: μισές αλήθειες, πολλά ψέματα, αδιανόητες παραλείψεις, απροθυμία ανάληψης οποιασδήποτε ευθύνης.
Το βιογραφικό των τελευταίων δεκαετιών δεν περιλαμβάνει ιδιαίτερη ενσυναίσθηση από κυβερνητικής πλευράς: Σάμινα, Ηλεία και Εύβοια, Μάτι, Πύλος, εκατόμβες απωλειών που οι κυβερνήσεις αντιμετώπισαν, ως έκθετες που τους τις άφησαν στην πόρτα του σπιτιού τους.
Ειδικά η κυβέρνηση Μητσοτάκη, οχυρωμένη –όπως αισθάνεται- πίσω από τα υψηλά ποσοστά που της δίνει η υποχώρηση της συμμετοχής στα κοινά και η σχεδόν πλήρης απουσία αντιπολίτευσης που θα βάλει όρια, θα ελέγξει και θα πείσει, έχει ξεφύγει εντελώς στη διαχείριση της αλήθειας.
Δεν είναι μόνο οι «μισές αλήθειες» που χρησιμοποιούνται πολύ επιτηδευμένα και με θαυμαστή ικανότητα, για να κρύψουν τις άλλες μισές, ούτε η συνεχής φυγή προς τα εμπρός-ένα εμπρός που δεν περιλαμβάνει όλο τον κόσμο.
Είναι και η «σωστή διαχείριση προσωπικού». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν επιλέγει για επίκαιρες θέσεις ανθρώπους όπως ο Άδωνης Γεωργιάδης και ο Δημήτρης Μαρκόπουλος για τη γενική τους πολιτική τοποθέτηση ή το βιογραφικό τους, αλλά γιατί λειτουργούν ως υπεροπτικοί κυματοθραύστες στην οργή που δεν πρέπει να φτάσει σε αυτόν.
Η ανθρώπινη απώλεια όμως δεν καταλαβαίνει από επικοινωνιακά κόλπα και «41%».
Η ελληνική κυβέρνηση, με αφορμή (και) δύο γεγονότα με ακαθόριστο, ακόμα, αριθμό θυμάτων, καταδικάστηκε ουσιαστικά με ψήφισμα, στο ευρωκοινοβούλιο.
Σε έναν προνομιακό γι αυτή πολιτικό χώρο δηλαδή, εκεί που, τόσο η κοινοβουλευτική της ομάδα, όσο και το πολιτικό της στρατόπεδο, απέτυχαν να κάνουν τη δουλειά τους: να επηρεάσουν ψήφους, να πιέσουν και να αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη που τοποθετεί πολιτικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη δίπλα στον Βίκτορ Όρμπαν: αμφότεροι παμψηφισμένοι στις πατρίδες τους, αλλά και με πολλές παράλληλες πραγματικότητες εντός αυτών.
Ένα χρόνο μετά, υπάρχει ακόμα μια αγνοούμενη. Την τρίτη κιόλας μέρα όμως της τραγωδίας, οι αρχές έκαναν χωματουργικές εργασίες στο χώρο του δυστυχήματος. Τότε ήταν περίπου που ο «πασπαρτού» υπουργός Γεραπετρίτης υποσχόταν γρήγορη επανασύνδεση της σιδηροδρομικής σύνδεσης.
Ένα κράτος που σκουπίζει τις ευθύνες κάτω από το χαλί, για να μη φαίνονται.
Μια εξουσία που στηρίζεται στη συλλογική λήθη και το «κάτσε να καταλαγιάσουν λίγο τα πράγματα και επιστρέφουμε».
Μια κοινωνία που ένα χρόνο μετά, είναι σε χειρότερη κατάσταση από πολλές απόψεις.
Αυτή όμως είναι μια πραγματικότητα που αφορά αυτήν.
Η κυβέρνηση συνεχίζει να προτιμάει τη δική της…