Ο Θανάσης Οικονόμου γράφει για την ωρίμανση μιας κοινωνίας που έμαθε αλλιώς, με αφορμή (και) το ζήτημα διαχωρισμού κράτους-εκκλησίας
Την τελευταία περίοδο, ο πυρήνας της προβληματικής όλων των θεμάτων που μας απασχόλησαν βρίσκεται ακριβώς στο ερώτημα περί αυτογνωσίας. Για να μείνω μόνο στον τελευταίο μήνα, ο Ερτογάν αμφισβήτησε την συνθήκη της Λωζάννης, επαναφέροντας στην πρώτη γραμμή, αν είχε φύγει ποτέ, το Ανατολικό Ζήτημα. Ο Ράμα ειρωνεύτηκε πως αν δεν υπήρχαν οι Αλβανοί, δε θα σωζόταν η Ακρόπολη. Ο Κοτζιάς απάντησε με τα σύνορα της καρδίας μας, που βρίσκονται κάπου στην Ινδία ή στα βουνά των Καλάς, ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε ότι ο μουσουλμανισμός είναι θρησκεία και ο πρώην συνέταιρός μου Σ. Βλέτσας μας παρουσίασε το εξαιρετικό βιβλίο του «Βολικοί μύθοι και καταστροφικές απάτες».
Για να το ξεκαθαρίσω από την αρχή, όλα τα κράτη εν τη γενέσει τους φτιάχνουν τους εθνικούς μύθους που ενισχύουν την υπόστασή τους. Το ερώτημα όμως είναι τι γίνεται όταν ωριμάζουν ; Πόσα χρόνια προσαρμογής χρειάζονται; Αν σκεφτούμε δε πως «εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε» το πράγμα γίνεται ακόμα πιο πολύπλοκο…
Τι δημιουργεί την ενοποίηση, το «ενιαίο όλων», ενός έθνους, ενός λάου; Η ιστορία; ή το κοινό όραμα, η κοινή προοπτική; Πως ένας λαός πιστός στην οικογένεια, την εκκλησία και την κοινότητα, μπορεί να γίνει ικανός να εμπιστευτεί ένα κράτος, μια νέα οντότητα, να ταυτιστεί με αυτή τη νέα πολιτική αρχιτεκτονική και να φτάσει να δει μέσα σε αυτή το «εμείς»; Στις ΗΠΑ αυτό έγινε με την πίστη ότι χτίζουνε το καινούργιο (νεοδομητισμός). Στην Ιταλία με την περηφάνια όλων, παρά τις όποιες άλλες διαφορές τους, για τα προϊόντα τους (made in Italy). Σε εμάς;
Όλα ξεκίνησαν, όταν άρχισε να δομείται το Ελληνικό κράτος (1830). Δεν έγινε όμως, η θέσμιση, «φυσιολογικά» ως θέση, αλλά ως αντίδραση. Ο ‘Οθωνας δεν ήρθε μόνος του στην Ελλάδα, μεταξύ των ακολούθων του κατέβηκε και ένας δημοσιογράφος-εκπαιδευτικός ο Γ. Φαλμεράιερ. Με ύφος νταντάς, μάλλον κακιασμένος, είτε με τις υπόλοιπες αυλές, είτε με τη βαυαρική, γυρίζει κάποια χρόνια τον Ελλαδικό χώρο και αποτύπωνε τις παρατηρήσεις και εμπειρίες του, περισσότερο για να αποδείξει ότι το νέο Βασίλειο υποτιμά τον κανακάρη τους, γιατί δεν είναι επίγονος του Αχιλλέας και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αναπτύσσει λοιπόν μια θεώρηση πως η νεοελληνική ταυτότητα δεν έχει καμία σχέση, ούτε συγκροτείται με αναφορά την Ελληνική Αρχαιότητα. Υποστηρίζει πως η Ελληνική φυλή έχει εξαφανιστεί εξ αιτίας της καθόδου των Σλάβων και Αλβανών (6οςέως 13οςαιώνας) κατά την διάρκεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Η αντίκρουση του Φαλμεράιερ έγινε άμεσα, με την ανάδειξη ακριβώς της Ελληνικότητας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αλλά και της αδιάσπαστης συνέχισης του Ελληνικού πολιτισμού από την αρχαιότητα έως τον 19οαιώνα. Και έγινε κυρίως από δυο ιστορικούς τον Σ.Ζαμπέλιο που εισηγήθηκε και το τριμερές σχήμα αφήγησης της ιστορίας του Ελληνικού Έθνους: αρχαίος, μεσαιωνικός, νέος Ελληνισμός και ολοκληρώθηκε από τον Κ. Παπαρρηγόπουλο, θεμελιωτή της Ελληνικής Εθνικής Ιστοριογραφίας. Στο πλαίσιο των θεωρήσεων τους, το Βυζάντιο ανάγεται σε κοιτίδα διαμόρφωσης του ιδιαίτερου χαρακτήρα του νεοελληνικού πολιτισμού. Ποιος είναι αυτός ; O Ελληνοχριστιανικός πολιτισμός!
Ήδη έχουν αρχίσει τα δύσκολα…
Άλλοι λόγιοι της εποχής, όπως ο Αδ. Κοραής, που εντάσσονται στο ιδεολογικό και πνευματικό περιβάλλον του διαφωτισμού, απαξιώνουν πλήρως το Βυζάντιο, ως σκοτεινή περίοδο της ιστορίας.
Το θέμα όπως το έθεσε ο Φαλμεράγερ, είναι προφανώς εντελώς ξεπερασμένο. Δεν τίθεται ειδικά μετά από τόσο αίμα που χύθηκε τον 20οαιώνα θέμα φυλετικής καθαρότητας, αν τρέχει ή δεν τρέχει δηλαδή αίμα αρχαίων Ελλήνων στις φλέβες μας. «Τα μάλιστα μεγαλουργήματα των Εθνών υπήρξαν προϊόν τοιαύτης και έτι πλείονος επιμιξίας» (Κ. Παπαρρηγόπουλος)
Οι αντικρούσεις του όμως συνεχίζουν να διχάζουν τους Έλληνες. Η διπλή αναφορά στα μεγάλα μας παρελθόντα στην Αρχαία Ελλάδα και στο Βυζάντιο, που αποτέλεσε και το επίσημο πιστεύω του νεοελληνικού κράτους, οδήγησε και οδηγεί σε αδιέξοδα :
«Ο Αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός ελευθερίας και αυτονομίας, που εκφράζεται στο πολίτικο επίπεδο στην πολιτεία ελεύθερων πολιτών που συλλογικά αυτοκυβερνώνται και στο πνευματικό επίπεδο με την ακατάπαυστη επαναστατική ανανέωση και αναζήτηση. Ο Βυζαντινός πολιτισμός από την άλλη είναι πολιτισμός θεοκρατικής ετερονομίας, αυτοκρατορικού αυταρχισμού και πνευματικού δογματισμού. Στο Βυζάντιο δεν υπάρχουν πολίτες, αλλά υπήκοοι του Αυτοκράτορα, ούτε στοχαστές, μόνο σχολιαστές των ιερών κειμένων» (Κ. Καστοριάδης)
Πως γίνεται η σύζευξη ; Ασχέτως αν μπορεί και να εμπεδωθεί;
«Tο Βυζάντιο, όπως όλες οι Αυτοκρατορίες, ήταν πολυεθνικό αλλά και μονοπολιτιστικό, ο πολιτισμός του βασιζόταν στην Ελληνική εμπειρία και την ελληνική γλώσσα. Όπως ξέρετε η γλώσσα είναι μια σύμπτυξη της Ιστορίας …. Ας μην ξεχνάμε ότι η νεοελληνική γλώσσα ξεκινά από τα κείμενα της Αγίας γραφής, που είναι γραμμένα στην κοινή Αλεξανδρινή της εποχής. Αυτή ήταν η γλώσσα που υιοθέτησε το Βυζάντιο…οπότε αυτός ο μονοπολιτιστικός χαρακτήρας χάρη στην χρήση της Ελληνικής γλώσσας, την διάχυση της Ελληνικής γραμματείας και την εξέλιξη της Χριστιανικής πνευματικότητας κάνουν το Βυζάντιο ένα Ελληνικό πνευματικό μόρφωμα». (Ελ. Γλύκατζη-Αρβελέρ)
Στο καλάθι όλα, διάλεχτε και παίρνετε! Αν μπορώ να βοηθήσω στην επιλογή, να θυμίσω πως αυτό το επιχείρημα της γλώσσας, επικαλείται και ο Γκρουέφσκι και οι συν αυτώ αυτοπροσδιοριζόμενοι Μακεδόνες. Και ας επιμένει η Αλβανική μειονότητα της χώρας τους πως αυτό που ομιλούν είναι Βουλγαρική διάλεκτος. Να θυμίσω ακόμη στα καθ ημάς ότι για να ενισχυθεί το επιχείρημα της γλώσσας, κατασκεύασαν την λεγόμενη αρχαΐζουσα, δημιουργώντας το «γλωσσικό ζήτημα» που ταλαιπώρησε όλες τις γενιές των Ελλήνων μέχρι την μεταρρύθμιση του 1976 και βέβαια ξεπάστρεψε ή στρέβλωσε πλήρως τη λαϊκή κουλτούρα και παράδοση που αναπτύχτηκε από τα τέλη του Βυζαντίου και καθ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Αυτά βέβαια τα διαβάσαμε και τα μάθαμε τα τελευταία χρόνια, γιατί στα σχολεία δεν κάναν τον κόπο, με αποτέλεσμα η αποστειρωμένηαναφορά στα μεγάλα μας παρελθόντα να είναι η ρίζα της σχιζοφρενικής μας σχέσης με τον Δυτικό-Ευρωπαϊκό πολιτισμό, που πολύ πριν τα μνημόνια ήθελε να μας υποδουλώσει… στον ορθολογισμό.
Όλα αυτά τα κουβαλάω και τα κλείνω μέσα στην ψυχή μου και επειδή δεν είμαι ούτε ιστορικός, ούτε στοχαστής, μόνο μανιώδης αναγνώστης, τα μπερδεύω, τα ανακατεύω καμιά φορά επίτηδες, για να μπορώ να νιώσω το μεγαλείο της Ελλάδας που θα έλεγε και ο εθνικός μας ποιητής.
Τα ανακατεύω ακόμη, γιατί το άρωμα που έρχεται από το μέλλον, δείχνει κάτι να αναδύεται στον ενιαίο μεγάλο κόσμο μας, αλλά φοβάμαι δεν μας συμπεριλαμβάνει. Tα ανακατεύω, γιατί όπως και να χει, όσα και να ξέρω, έχω ανάγκη να εξομολογηθώ τον καημό μου: «δεν θέλω πραγματικότητα, μόνο μαγεία» και δεν είμαι ο μόνος, μου έχει απομείνει μια απελπισμένη φίλη, που ουρλιάζει το ίδιο κάπου στον αμερικάνικο νότο… ή είναι πάνω στην σκηνή;
Θανάσης Οικονόμου