Πριν από δέκα χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 2010, έκανε πρεμιέρα μια πολιτική σειρά που άφησε εποχή για διάφορους λόγους: το Borgen ήταν η παραγωγή του πρώτου καναλιού της δανικής τηλεόρασης, δημιούργημα του Άνταμ Πράις, ενός από τους πιο σημαντικούς σεναριογράφους της χώρας.
Το Borgen ήταν σημαδιακό γιατί δημιουργούσε ένα νέο στάτους στις ευρωπαϊκές σειρές. Όχι απλά ακριβότερες παραγωγές, αλλά καλύτερα σενάρια και πιο τολμηρές προτάσεις, τέτοιες που ενδεχομένως μόνο οι Σκανδιναβοί μπορούν να κάνουν. Παραμένει σήμερα μια από τις πιο «μοσχοπουλημένες» σειρές, παρά τη δύσκολη γλώσσα. Μια από τις πελάτισσες ήταν, πολύ νωρίς μάλιστα, η ΕΡΤ, λίγο πριν την κλείσει η κυβέρνηση Σαμαρά το 2013.
Οι πραγματικοί λόγοι ωστόσο, παραμένουν η σύγκριση με την πραγματικότητα. Το Borgen (έτσι ονομάζεται το Κρίστιανμποργκ, το παλάτι που στεγάζει το κοινοβούλιο και το ανώτατο δικαστήριο στην Κοπεγχάγη), είναι η αντίληψη για το τι μπορούσε να καταφέρει μια ελαφρώς «απονευρωμένη» εκδοχή του πολιτικού κέντρου, ως διαχειρίστρια της εξουσίας σε πολύ ιδανικές συνθήκες. Δηλαδή… τηλεοπτικές.
Αν σας αρέσει ο Τύπος, μπορείτε να τον στηρίξετε με μια συνδρομή, πατώντας εδώ:
Η Σίντσε Μπαμπέτ Κνούντσεν υποδύθηκε την Μπιργκίτε Νούμποργκ, την αρχηγό ενός κεντρώου κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία με τρόπο που αποκλείεται να συμβεί στην πραγματικότητα, ειδικά την εποχή που οι δημοκρατίες θυμίζουν περισσότερο προσωπολαγνικά συστήματα, με ηγέτες της ΕΕ να μετράνε δεκαετίες στους θώκους τους.
Με ένα μάλλον δεξιόστροφο πολιτικό πρόγραμμα, το οποίο ενσωμάτωνε φιλελεύθερες ευαισθησίες της παλιάς κεντροδεξιάς και ένα κομμάτι των δικαιωματικών κινημάτων της αριστεράς, η σειρά δεν απέφυγε τα κλισέ, έναν υπερβολικό διοικητικό «ευρωπαϊσμό» και μια «κομψή απόσταση» από τον κομμουνισμό (όχι τόσο τον ευρωπαϊκό, όσο το σοβιετικό). Και πάλι όμως, σε αρκετά επεισόδια, η κυβέρνηση συνεργασίας της Μπιργκίτε Νούμποργκ τα κατάφερε πολύ καλύτερα από μια κανονική κρισιακή ευρωπαϊκή κυβέρνηση, όπως πχ η ελληνική.
Ένας άλλος σημαδιακός λόγος, ήταν ότι, ειδικά στην Ελλάδα, η σειρά σχεδόν… αντιγράφηκε, σε μερικά σημεία της, από την πραγματική πολιτική. Αν για παράδειγμα σας θυμίζει κάτι η σκηνή με τα «άβολα καθίσματα» στη διοίκηση του τηλεοπτικού καναλιού, με μια παλιά ανακοίνωση του «Ποταμιού», πριν αυτό διαχυθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου στη ΝΔ, με τον πρόεδρο και τα μέλη του κόμματος να κάθονται σε… πλαστικές μπάλες προκειμένου να «οξυνθεί η out of the box» σκέψη, δεν λαθεύετε.
Το Borgen αναπαριστά την πολιτική με τα εργαλεία της, σε μια εκδοχή που όσο περνάνε τα χρόνια χάνεται. Υπάρχουν κανονικοί πολιτικοί και όχι επικοινωνιακά κατασκευάσματα, υπάρχει η έννοια της πολιτικής ευθύνης και η ανάληψή της, υπάρχουν ακόμα και σφαίρες επιρροής, στις οποίες όμως το κεφάλαιο δεν παίζει μπάλα εντελώς μόνο του. Υπάρχουν δικλείδες σύγκρουσης συμφερόντων που γίνονται σεβαστές, υπάρχουν spin doctors επαγγελματίες και, επίσης επαγγελματίες δημοσιογράφοι, που κάνουν κανονική, δημοσιογραφική δουλειά, η οποία όσο περνάνε τα χρόνια, οι ίδιες οι μεγάλες επιχειρήσεις ενημέρωσης την εχθρεύονται όλο και περισσότερο.
Η επιτυχία του Borgen είναι ότι, αντιστρέφοντας τη συνηθισμένη διαδρομή, η πραγματικότητα επιχείρησε να μιμηθεί σε μερικά σημεία τη σειρά, ειδικά στην Ελλάδα της τελευταίας ταραγμένης δεκαετίας. Τα αποτελέσματα φυσικά ήταν τραγελαφικά, γιατί η πολιτική μπορεί να ανεχθεί τις τηλεοπτικές της αναπαραστάσεις, όχι όμως και την «τηλεοπτικοποίησή» της. Τουλάχιστον, μέχρι πριν από μερικά χρόνια.
Τώρα, το Borgen περνάει δεύτερη νεότητα, καθώς εξαγοράστηκε από το Netflix και ξαναμπήκε και στα ελληνικά νοικοκυριά, έτσι, για να θυμίσει σε όσους-ες είδαν «διέξοδο» εκεί, πόσο σκληρή είναι η πραγματικότητα. Μάλιστα, ετοιμάζεται για τέταρτη σεζόν το 2022.
Θα κάνει άραγε και η σειρά την… αυτοκριτική της;