Μια από τις χαμηλότερες θέσεις στη «μετακλητή εργασία» για μετανάστες, αλλά και γενικά, στην εργασία ξένων εργατών, κατέχει η Ήπειρος. Τα αποτελέσματα της έρευνας του Heinrich Boll Institut, την οποία υπογράφουν οι Απόστολος Παπαδόπουλος, καθηγητής του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου και Λουκία-Μαρία Φρατσέα, ερευνήτριας του ίδιου ιδρύματος, παρουσιάζουν μια όχι ολοκληρωμένη εικόνα, αλλά αρκετά ενδεικτική. Καταρχάς, τα επίσημα στοιχεία ουσιαστικά δεν καταδεικνύουν τη «μαύρη εργασία». Ωστόσο, μέσα σε μια τριετία, οι θέσεις μετακλητής εργασίας για πρόσφυγες έχουν αυξηθεί από τις μόλις 50 το 2014, στις 1.430 για τη διετία 2017-2018.
Πρώτες στον κατάλογο είναι η Δυτική και η Κεντρική Μακεδονία που θα απορροφήσουν περίπου το 60% των θέσεων. Σύμφωνα με την έρευνα, τα υψηλότερα ποσοστά εποχικής απασχόλησης στον αγροτικό τομέα εμφανίζονται στην Πέλλα (20,8%), την Ηλεία (20,4%), την Ημαθία (20,1%), τα Δωδεκάνησα (19,9%), τη Χαλκιδική (19,5%), την Αττική (19,5%), τη Βοιωτία (18,2%), την Κορινθία (17,5%), την Πιερία (16%) και τη Φθιώτιδα (15,6%). Στην Ηλεία το ποσοστό της εποχικής απασχόλησης στη γεωργία αυξήθηκε στο 25% μέχρι το 2003, συνέχισε να παραμένει σε υψηλά επίπεδα μέχρι το 2010, και άρχισε να πέφτει στη συνέχεια φτάνοντας το 20,4% το 2013. Υπολογίζεται ότι το ποσοστό των μεταναστών στην Ηλεία ανέρχεται στο 9% του συνολικού πληθυσμού της περιοχής.
Η έρευνα προέκυψε από επεξεργασία στοιχείων, συνεντεύξεις με εργάτες και φορείς χάραξης πολιτικής, δημοσιεύματα ελληνικών εφημερίδων από το 2008 μέχρι σήμερα και βιβλιογραφικές πηγές.
Οι ερευνητές ασχολήθηκαν με την εποχική απασχόληση στον πρωτογενή τομέα, καθώς εκτός των μεγάλων πόλεων, στην υπόλοιπη Ελλάδα η απασχόληση των μεταναστών ξεκίνησε από τον τομέα αυτό. Όπως αναφέρεται, για τους μετανάστες η απασχόληση στον πρωτογενή τομέα εγγυάται ένα εισόδημα αφορολόγητο, μόνο όμως για όσους θεωρούν τους εαυτούς τους ως προσωρινά εργαζόμενους και δεν έχουν φιλοδοξίες να βελτιώσουν τον τρόπο ζωής τους στην αγροτική Ελλάδα. Μακροπρόθεσμα, τα βασικά δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής γεωργίας επιβάλλουν σοβαρούς περιορισμούς σε όσους μετανάστες επιθυμούν να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο στη χώρα.
Ειδική αναφορά γίνεται στην περίπτωση της Μανωλάδας και των ιδιαίτερα σκληρών συνθηκών εργασιακής εκμετάλλευσης, αλλά και των επιθέσεων που υπέστησαν οι μετανάστες εργαζόμενοι στις φυτείες φράουλας, υπόθεση για την οποία η Ελλάδα έχει καταδικαστεί.
Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαδόπουλος, πολλοί από τους πιο παλιούς μετανάστες μετακινήθηκαν από τον πρωτογενή τομέα σε άλλους κλάδους, όπως τις κατασκευές και τον τουρισμό, αλλά με την οικονομική κρίση ξαναγύρισαν στη γεωργία. Στον πρωτογενή τομέα υπάρχει, εξάλλου, διαρκής προβληματισμός των παραγωγών για προϊόντα ανταγωνιστικά σε τιμές και η συμπίεση των τιμών επηρεάζει τους όρους απασχόλησης των εργατών.