Τα αιολικά πάρκα έχουν καταφέρει να διχάσουν την κοινωνία. Όσο το επενδυτικό «κύμα» για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) μεγαλώνει, τόσο και πληθαίνουν οι «γωνιές» της Ελλάδας όπου δίνονται «μάχες» κατά των ανεμογεννητριών.
Για το φλέγον αυτό θέμα εργάστηκε ερευνητική ομάδα δύο βιολόγων και δύο μηχανικών, με επικεφαλής το Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών (ΒΕΤ) του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Η διεθνής επιστημονική τους δημοσίευση έρχεται να αναδείξει την προβληματική της όλης υπόθεσης αλλά και να θυμίσει ότι υπάρχουν δύο διακυβεύματα: η διατήρηση της βιοποικιλότητας και η αποτροπή της κλιματικής αλλαγής και της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αυτή τη στιγμή, στην Ελλάδα, τα δύο αυτά διακυβεύματα αντί να βαδίζουν παράλληλα, κατά κάποιο τρόπο βρέθηκαν στη θέση το ένα να ανταγωνίζεται το άλλο.
Η ερευνητική ομάδα καταθέτει επί της ουσίας μια βιώσιμη πρόταση χωροθέτησης των αιολικών πάρκων. Μια πρόταση που δεν «δαιμονοποιεί» τις ανεμογεννήτριες, αλλά ούτε και τις «αθωώνει». Το σκεπτικό της έρευνας συνοψίζεται σε επτά λέξεις: «ναι στις ανεμογεννήτριες, αλλά πού και πόσες;».
Καταρχάς, ας αποσαφηνιστεί ότι ο κύριος στόχος για το κλίμα σε παγκόσμιο επίπεδο είναι η μείωση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα για την αναχαίτιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Η ενεργειακή μετάβαση των χωρών σε οικονομίες μη εξαρτημένες από τα ορυκτά καύσιμα, με βάση τη συμφωνία των Παρισίων, είναι κρίσιμη. Η προώθηση των ΑΠΕ μοιάζει να είναι μονόδρομος. Βέβαια, εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι η μείωση των ανθρωπογενών εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα επιτυγχάνεται και από την ίδια τη φύση, από τα δάση της, για παράδειγμα…
Τα αιολικά πάρκα θεωρούνται μια καθαρή πηγή ενέργειας, καθώς δεν εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακα κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους. Ωστόσο επιφέρουν μια σειρά από σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στα είδη και τα οικοσυστήματα και αυξάνουν την έκταση των τεχνητών εκτάσεων και των δρόμων. Πώς μπορεί να αναπτυχθεί λοιπόν η αιολική βιομηχανία με το ελάχιστο περιβαλλοντικό κόστος;
Η πρόταση των ερευνητών, όπως αποσαφηνίζεται από τους ίδιους, δεν φιλοδοξεί να αντικαταστήσει το μελλοντικό Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ αλλά να το υποβοηθήσει, πετυχαίνοντας τον εθνικό ενεργειακό στόχο αξιοποίησης της αιολικής ενέργειας για το 2030 (7,05GW), με την ελάχιστη βλάβη στη φύση και πιθανόν με το ελάχιστο κοινωνικό κόστος.
Η ερευνητική ομάδα ορίζει μια χερσαία ζώνη αποκλεισμού οικολογικά ευαίσθητων περιοχών και τοπίων (58.6% της χερσαίας έκτασης της Ελλάδας), περιλαμβάνοντας τις περιοχές του δικτύου Natura 2000 και τις ζώνες πολύ χαμηλής και χαμηλής κατάτμησης εκτός του δικτύου Natura. Εκεί προστατεύεται αποτελεσματικά η βιοποικιλότητα, με όφελος για τα πουλιά και για τα είδη ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος διατήρησης, ενώ συμπεριλαμβάνονται οι περισσότερες Περιοχές Άνευ Δρόμων.
Από την άλλη, ορίζει μια χερσαία επενδυτική ζώνη για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών (41,4% της χερσαίας έκτασης της Ελλάδας) όπου προτείνεται να διοχετεύονται οι αιτήσεις των επενδυτών για νέα αιολικά πάρκα, ακολουθώντας πάντα τη νόμιμη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Η πρόταση των ερευνητών είναι η ενθάρρυνση των αιολικών επενδύσεων βαθμιδωτά από την πλέον κατακερματισμένη ζώνη (με πολλές τεχνητές επιφάνειες και δρόμους) στη λιγότερο, εκτός του δικτύου Natura 2000.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της πρότασης, τον Μάρτιο του 2020 η Ελλάδα είχε καλύψει το 44% του εθνικού στόχου για τις ΑΠΕ που μεταφράζεται σε εγκατεστημένη ισχύ 3,11GW. Αν λειτουργήσουν όλα τα αιολικά πάρκα με βάση τις αιτήσεις που είχαν κατατεθεί στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας μέχρι το Μάρτιο του 2020 (ΡΑΕ), η εγκαταστημένη ισχύς αναμένεται να αυξηθεί κατά 11 φορές ξεπερνώντας τον εθνικό στόχο του 2030 κατά 5 φορές, μόνο στη χερσαία έκταση της Ελλάδας. Ειδικά στο δίκτυο «Φύση 2000» η εγκαταστημένη ισχύς αναμένεται να αυξηθεί κατά 17,5 φορές.
Τα νούμερα δεν είναι μικρά. Και σίγουρα, αν όλα αυτά τα σχέδια ευοδωθούν, η πραγματικότητα που θα διαμορφωθεί, θα είναι τελείως διαφορετική, με τις συνέπειες στη βιοποικιλότητα και στο τοπίο να είναι μεγάλες.
Η πρόταση των ερευνητών καταγράφει πως ο ενεργειακός στόχος του 2030 (7,05GW) υπερκαλύπτεται κατά μιάμιση φορά στην προτεινόμενη επενδυτική ζώνη, λαμβάνοντας υπόψη τα αιολικά πάρκα που ήδη λειτουργούν αλλά και τις αιτήσεις που υφίστανται. Καλύπτει η βιώσιμη πρόταση τον εθνικό στόχο του 2050; Άγνωστο, προς το παρόν, καθώς ο στόχος δεν έχει οριστεί, ενώ επιπλέον μέχρι τότε θα υπάρχουν και νέες τεχνολογίες. Εκτιμάται πάντως πως υπάρχει η προοπτική για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών και για το 2050 στην επενδυτική ζώνη, γιατί το αιολικό δυναμικό και η διαθεσιμότητα γης δεν φαίνεται να αποτελούν περιοριστικούς παράγοντες.
Σύμφωνα με την πρόταση, η μέση ταχύτητα του ανέμου στη ζώνη αυτή είναι μόλις 4% μικρότερη, ενώ η έκταση των πολυγώνων των αιολικών καλύπτει ένα πολύ μικρό ποσοστό της. Άρα, η εκτίμηση των ερευνητών είναι ότι πιθανόν θα μπορούν να εγκατασταθούν και νέα αιολικά εάν χρειαστεί στη ζώνη παρά τους άλλους περιορισμούς (π.χ. αποστάσεις από πόλεις, χωριά, αρχαιολογικούς χώρους).
Ο ΧΑΡΤΗΣ
Στον συνοδευτικό χάρτη της Ελλάδας, η ζώνη αποκλεισμού είναι πράσινη και η επενδυτική ζώνη μπλε. Στην έκταση της μπλε ζώνης δεν σημαίνει βέβαια ότι μπορούν να μπουν παντού ανεμογεννήτριες, όπως και στην έκταση της πράσινης ζώνης δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ήδη εν λειτουργία αιολικά πάρκα, καθώς η πρόταση δεν προτείνει απομάκρυνση από την πράσινη ζώνη των αιολικών πάρκων που είναι ήδη σε λειτουργία.
Όλη αυτή η δουλειά στηρίζεται στον συγκερασμό της διατήρησης της βιοποικιλότητας και της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής μέσω των ΑΠΕ. «Φαίνεται πως η Ελλάδα αντιμετωπίζει σήμερα το παράδοξο της επίσπευσης της απώλειας της βιοποικιλότητας για την επίτευξη των κλιματικών στόχων μέσω ανάπτυξης ΑΠΕ, με πιθανά ανάστροφα αποτελέσματα επιδείνωσης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η ανάγκη για την κατάλληλη χωροθέτηση και εκλογικευμένη ανάπτυξη των ΑΣΠΗΕ με όρους βιώσιμης ανάπτυξης με το ελάχιστο περιβαλλοντικό κόστος είναι πιο επιτακτική από ποτέ» αναφέρεται στην ελληνική περίληψη της έρευνας. Σημειώνεται πως η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ αποτυπώνει μια μέτρια πρόοδο της Ελλάδας στον τομέα της διατήρησης της βιοποικιλότητας και μια αξιοσημείωτη πρόοδο της χώρας στον τομέα των ΑΠΕ, οι οποίες κάλυπταν το 31% της ηλεκτροπαραγωγής το 2018 σε σχέση με το 11% το 2005.
Η βιοποικιλότητα φαίνεται πως είναι «αθωράκιστη» απέναντι σε ανθρωπογενείς απειλές. Σήμερα το νέο χωροταξικό για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας είναι σε εξέλιξη, οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες που θα καθορίσουν τι θα επιτρέπεται και πού στις περιοχές του δικτύου Natura 2000 είναι σε εξέλιξη, νέοι νόμοι και αποφάσεις επισπεύδουν, απλοποιούν και αποδυναμώνουν τη διαδικασία ελέγχου των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από μεγάλα και μικρά έργα, ενώ τον Δεκέμβριο του 2020 η Ελλάδα καταδικάστηκε από το Δικαστήριο της Ευρώπης για πλημμελή διατήρηση της βιοποικιλότητας.
Για αυτό το λόγο, η έρευνα επισημαίνει και άλλη μια διάσταση της πρότασης που κατατίθεται: τον μετριασμό των δικαστικών προσφυγών και των κοινωνικών αντιδράσεων με αποτέλεσμα και τη βελτίωση της ασφάλειας των επενδύσεων και της επιτάχυνσης της αδειοδότησής τους. Εξάλλου, ήδη αρκετά Περιφερειακά Συμβούλια έχουν εκφράσει τις αντιδράσεις τους για τον τρόπο χωροθέτησης των αιολικών πάρκων.
Ένα από αυτά τα Περιφερειακά Συμβούλια, είναι αυτό της Ηπείρου, το οποίο με ψήφισμά του το περασμένο καλοκαίρι εκφράστηκε κατά της βιομηχανικής ανάπτυξης αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε περιοχές Natura, και πρότεινε ακριβώς την εγκατάστασή τους κατά προτεραιότητα κοντά στο υπάρχον οδικό δίκτυο, πάντα με τη συγκατάθεση των τοπικών κοινωνιών. Το ψήφισμα είχε εκδοθεί με αφορμή τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης για δύο αιολικά πάρκα στο όρος Λάκμος (Περιστέρι).
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με ανάδοχο το Εργαστήριο Διατήρησης της Βιοποικιλότητας του Τμήματος Βιολογικών Εφαρμογών & Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και με την οικονομική υποστήριξη του ΟΦΥΠΕΚΑ.
Ερευνητική ομάδα: Β. Κατή, Χ. Κασάρα (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων), Ζ. Βροντίση (Ε.Κ.Π.Α.Α.) και Ά. Μουστάκα (Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης/ Πανεπιστήμιο Κρήτης).
Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι διαθέσιμα στο κοινό: