Την εκτίμηση ότι η πανδημία του κορονοϊού ανέδειξε τη σημασία της επιστήμης, διατύπωσε ο Ουγκούρ Σαχίν, ο οποίος μαζί με την Εζλέμ Τουρετσί, είναι οι πρώτοι που ανέπτυξαν εμβόλιο κατά του κορονοϊού. Στους δύο επιστήμονες απονεμήθηκε χθες το πανευρωπαϊκό βραβείο «Αυτοκράτειρα Θεοφανώ» σε ειδική τελετή, στη Θεσσαλονίκη.
«Mε την κρίση του κορονοϊού και τις λύσεις που δόθηκαν καταλάβαμε ότι η επιστήμη είναι πολύ σημαντική και από περιθώριο της κοινωνίας και ξαφνικά βρέθηκε στο κέντρο», επισήμανε ο κ. Σαχίν, μιλώντας στην στρογγυλή τράπεζα που διοργάνωσε το Ίδρυμα Θεοφανώ, στο Μέγαρο Μουσικής, στη Θεσσαλονίκη, με θέμα «Εξασφαλίζοντας την ευημερία του αύριο μέσω της επιστήμης».
Τόνισε, δε, ότι έγινε κατανοητό πόσο σημαντικές είναι οι επενδύσεις στην επιστήμη και επισήμανε ότι πρέπει στην Ευρώπη να ενθαρρυνθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις στην έρευνα.
Αναφέρθηκε στην ταχύτητα με την οποία αναπτύχθηκε το εμβόλιο για τον κορονοϊό, σε αντίθεση με την έρευνα του ίδιου και της κ. Τουρετσί για την τεχνολογία mRNA και τον καρκίνο για να επισημάνει την ανάγκη να επιταχυνθούν οι διαδικασίες.
Ο κ. Σαχίν εξήρε τη συνεργασία της εταιρείας τους BiοNTech, με την Pfizer, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι δεν υπήρξαν παιχνίδια εξουσίας και ότι στηρίχθηκε στην εμπιστοσύνη.
Ακόμη, έπλεξε το εγκώμιο της ομάδας του και υπογράμμισε ότι τα άτομα που την απαρτίζουν έκαναν τη διαφορά για την επιτυχία του πρότζεκτ. Όπως είπε, παρόλο που δούλεψαν 24 ώρες το 24ωρο, όλοι δήλωσαν ότι ήταν η καλύτερη στιγμή στη ζωή τους να συμβάλλουν σε αυτό το σκοπό.
Ο κ. Σαχίν υπογράμμισε ότι ο κορονοϊός δεν θα φύγει τα επόμενα χρόνια, ωστόσο εκτίμησε ότι με τη βοήθεια του εμβολίου θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε στην κανονικότητα, μετά την άνοιξη του 2022.
Η παγκόσμια πανδημία μας έκανε να σκεφτούμε με έναν καινούργιο τρόπο για την επιστήμη και το κοινό καλό, σημείωσε η πρώην πρόεδρος της Ιρλανδίας, καθηγήτρια Παιδείας, Θρησκείας και Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης Μαίρη Μακ Άλις.
Ο κορονοϊός, πρόσθεσε, πέταξε ακόμα και τις πιο προηγμένες χώρες «στο λάκκο του τρόμου» και η οικουμενικότητα του προβλήματος, ανέδειξε το γεγονός ότι όπου και αν ζούμε έχουμε το κοινό καλό που υπηρετείται από την επιστήμη.
Την πεποίθηση ότι η επένδυση στην καινοτομία και επιστήμη «είναι επένδυση στο μέλλον της Ευρώπης» εξέφρασε η πρώην υφυπουργός Εμπορίου και Γενική Γραμματέας Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας της Ισπανίας Μαρία Λουίζα Πονσέλα.
Αναφέρθηκε στην καινοτομία που παρήγαγαν οι εταιρείες κατά τη διάρκεια της πανδημίας και στην ψηφιοποίηση την παροχή υπηρεσιών στον δημόσιο τομέα, ενώ τόνισε ότι κάποιες καινοτομίες θα ξεπεραστούν, ενώ άλλες όπως οι επικράτηση του ηλεκτρονικού εμπορίου θα παραμείνουν.
Από την πλευρά του, ο ομότιμος καθηγητής του πανεπιστημίου Paris-Sorbonne, Γιώργος Πρεβελάκης επισήμανε ότι συγκριτικά με άλλες ηπείρους, η Ευρώπη διατηρεί σε μεγαλύτερο βαθμό την ενότητα ανάμεσα στην εκπαίδευση, την επιστήμη και τον πολιτισμό και αυτό της έδωσε το συγκριτικό πλεονέκτημα για να απαντήσει στο πρόβλημα που δημιουργεί η ύβρις στη χρήση της τεχνολογίας.
Η Κιάρα Σαρακένο, επίτιμος μέλος Collegio Alberto, στο πανεπιστήμιο του Τορίνο υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι οι αντιεμβολιαστές δεν είναι απαραίτητα εναντίον της επιστήμης και η απάντηση σε αυτούς πρέπει να χρησιμοποιήσει την επικοινωνία και την εκπαίδευση.
Την συζήτηση συντόνισε το μέλος της διοικούσας επιτροπής του Ιδρύματος Θεοφανώ, καθηγητής Στέφαν Σίπερς.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ. Φωτογραφία: Προεδρία της Δημοκρατίας