Το αγρόκτημα Κατσικά βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της περιφερειακής αρχής Ηπείρου εδώ και μια δεκαετία.
Πιο πολύ τα δύο τελευταία χρόνια, κι ακόμα πιο πολύ τους τρεις τελευταίους μήνες, οπότε και το αγρόκτημα –ή πιο συγκεκριμένα μια «γωνιά» του, εκεί που λειτουργούσε κάποτε η Δημοτική Επιχείρηση Λίμνης Ιωαννίνων (ΔΕΛΙ)- έγινε ξαφνικά και χωρίς να προηγηθεί κάποια μελέτη χωροθέτησης, ο καλύτερος τόπος για να «φιλοξενήσει» μια κάθε άλλο παρά αγροτική δραστηριότητα, το πρώην κλειστό γήπεδο ξιφασκίας του Ελληνικού.
Την ίδια ώρα, στην «καρδιά» του αγροκτήματος, δίπλα από τις εγκαταστάσεις της πρώην Γεωργικής Σχολής, αποθηκεύονται τα δοκάρια και ο λοιπός εξοπλισμός του αποσυναρμολογημένου κλειστού γηπέδου ξιφασκίας.
Το αγρόκτημα Κατσικά, στην παραλίμνια περιοχή Ιωαννίνων, πίσω από το ανάχωμα Ανατολής-Κατσικά, «καταλαμβάνει» μια έκταση 952.647 τ.μ.
Στο πάνω μέρος της έκτασης αυτής λειτουργούν σήμερα η Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων, και το Ινστιτούτο Γάλακτος του ΕΛΓΟ «Δήμητρα».
Μέχρι πριν από 20 χρόνια, στο αγρόκτημα λειτουργούσε και μια Γεωργική Σχολή με σκοπό τη βελτίωση της κτηνοτροφίας, της τυροκομίας και της γαλακτοκομίας στην Ήπειρο. Ένα συγκρότημα 13 κτιρίων εξυπηρετούσε τις ανάγκες του γεωργικού σταθμού από τη δεκαετία του ’30 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Όλη η έκταση όπως και τα κτίρια ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο.
Τον Απρίλιο του 2021, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης προχώρησε στη δωρεάν παραχώρηση της χρήσης της έκτασης, των ακινήτων της πρώην Γεωργικής Σχολής Κατσικά, του ζωικού κεφαλαίου και του πάγιου εξοπλισμού, στην Περιφέρεια Ηπείρου, για 25+10 χρόνια. Είχε προηγηθεί σχετικό αίτημα της Περιφέρειας Ηπείρου, μετά από απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου.
Το αίτημα -και κατ’ επέκταση η παραχώρηση- αφορούσε τη δημιουργία ενός πάρκου αγροτικής καινοτομίας. Όπως αναφέρεται και στην απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου τον Ιούνιο του 2020, η συγκεκριμένη σύλληψη ιδέας εδράζεται στο γεγονός της αναγκαιότητας ενός τέτοιου εγχειρήματος στην περιοχή με την προσδοκία να διαδραματίσει έναν σημαντικότερο ρόλο σε επίπεδο Εθνικού Συστήματος Καινοτομίας ως ερευνητικός οργανισμός με την παροχή βασικών γνώσεων και ικανοτήτων στην αγορά, αλλά και ως φορέας γεφύρωσης για την ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ Περιφέρειας Ηπείρου, ερευνητικών φορέων (όπως Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ινστιτούτο Γάλακτος κτλ.) και επιχώριων ή εθνικών επιχειρήσεων. Στην όλη ιδέα περιλαμβανόταν και η δημιουργία Κέντρου Αναπαραγωγής και Γενετικής Βελτίωσης Ζώων με έμφαση στις ελληνικές φυλές, ενός Κέντρου Αρωματικών και Φαρμακευτικών Φυτών και μιας αγοράς παραγωγών. «Το πάρκο θα διευκολύνει την ανάπτυξη δράσεων με ερευνητικούς σκοπούς και την ανάδειξη των επιχώριων προϊόντων και πιστοποίησή τους, καθιστώντας τα τοπικά ‘brandname’» ανέφερε η περιφερειακή αρχή στην εισήγησή της προς το Περιφερειακό Συμβούλιο.
Από τον Απρίλιο του 2021, οπότε και το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης αποφάσισε να παραχωρήσει τη μεγάλη αυτή έκταση, η Περιφέρεια Ηπείρου έχει προχωρήσει σε ένα μνημόνιο συνεργασίας με την Ένωση Μετακινούμενων Κτηνοτρόφων για τη φροντίδα των περίπου 100 προβάτων (της φυλής «μπούτσικο») που υπήρχαν στο αγρόκτημα. Μέχρι πρόσφατα τα ζώα αυτά τα φρόντιζε ο ΕΛΓΟ Δήμητρα. Τον Δεκέμβριο του 2021, η οικονομική επιτροπή ενέκρινε μια πίστωση 24.000 ευρώ για τη διατήρηση του ζωικού κεφαλαίου από την Ένωση Μετακινούμενων Κτηνοτρόφων. Σύμφωνα με τη σχετική απόφαση της επιτροπής, τα μέλη της Ένωσης Μετακινούμενων Κτηνοτρόφων μπορούν να μεταφέρουν και το δικό τους ζωικό κεφάλαιο στις εγκαταστάσεις του αγροκτήματος.
Λίγες μέρες αργότερα, η οικονομική επιτροπή ενέκρινε μια νέα πίστωση 32.000 ευρώ για την επισκευή τμήματος των εγκαταστάσεων της πρώην Γεωργικής Σχολής Κατσικά. Στη «Διαύγεια» βρίσκει κανείς και άλλες αποφάσεις για διάθεση πιστώσεων που αφορούν το αγρόκτημα, όπως αυτή της 10ης Φεβρουαρίου για την «προμήθεια αδρανών υλικών για την αποκατάσταση κοινόχρηστων χώρων» με σκοπό να χρησιμοποιηθούν ως χώροι αποθήκευσης υλικών (σ.σ. προφανώς για τα υλικά του πρώην κλειστού ξιφασκίας) αλλά και για «την εξυπηρέτηση των πολιτών προς τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας», όπως αναφέρεται. Και κάπως έτσι προέκυψαν οι διάφορες «διαμορφώσεις» πλατωμάτων και δρόμων.
Παράλληλα, η περιφερειακή αρχή Ηπείρου άρχισε να δηλώνει ότι εκπονείται μελέτη για το αγρόκτημα Κατσικά που περιλαμβάνει «τη δημιουργία ενός ευρύτερου μητροπολιτικού-περιβαλλοντικού πάρκου στο οποίο θα συνυπάρχουν αγροτικές δραστηριότητες, αγορά παραγωγών και αθλητικές-πεζοπορικές δραστηριότητες αναψυχής». Περισσότερα στοιχεία για την εκπόνηση αυτής μελέτης δεν έχουν δοθεί μέχρι στιγμής.
Πάνω από έναν αιώνα ιστορίας
Επί οθωμανοκρατίας, οι εκτάσεις του αποκαλούμενου σήμερα αγροκτήματος Κατσικά νοικιάζονταν σε καλλιεργητές και κτηνοτρόφους. Με την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, η έκταση περιήλθε στην κυριότητα του Δημοσίου. Τον Νοέμβριο του 1914, με Βασιλικό Διάταγμα, ιδρύθηκε ο Γεωργοκτηνοτροφικός Σταθμός Ιωαννίνων με στόχο την καλλιέργεια δημητριακών και δέντρων, τη διάδοση της υποδειγματικής κτηνοτροφίας, την παροχή οδηγιών στους γαιοκτήμονες και τους κτηνοτρόφους της περιοχής. Παράλληλα, από το 1916 λειτουργούσε και Γαλακτοκομική-Τυροκομική Σχολή στην περιοχή των Αμπελοκήπων (εκεί που σήμερα στεγάζεται η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Ηπείρου-Δυτικής Μακεδονίας), αλλά και Γεωργική Σχολή στη Δουρούτη.
Η αποστολή του Γεωργοκτηνοτροφικού Σταθμού δεν ήταν εύκολη. Πολλά τα εμπόδια που υπήρχαν. Μόλις στις αρχές της δεκαετίας του ’30, άρχισαν να διατίθενται σημαντικές πιστώσεις για την ανέγερση ή ολοκλήρωση των κτιριακών εγκαταστάσεων όπως και για την κατασκευή αρδευτικών έργων. Την περίοδο αυτή, άρχισε να υπάρχει πιο συστηματική δουλειά στη βελτίωση των εγχώριων φυλών ζώων, αγελάδων και προβάτων, ενώ το αγρόκτημα γινόταν και η αποξήρανση και επεξεργασία της ποικιλίας καπνού Βιρτζίνια που φυτεύονταν στα γύρω χωριά.
Το πιο ενδιαφέρον, από αρχιτεκτονικής άποψης τουλάχιστον, κτίριο του πρώην γεωργικού σταθμού έρευνας. Το κτίριο αυτό αρχικά προοριζόταν να στεγάσει τη Γαλακτοκομική Σχολή
Το έργο του Σταθμού διακόπηκε λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η επαναλειτουργία του ξεκίνησε το 1945. Τα επόμενα τρία χρόνια, έγιναν εργασίες αποκατάστασης των κτιρίων, που είχαν λεηλατηθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, και βελτίωσης των φυσικών βοσκοτόπων για την καλύτερη διατροφή των ζώων.
Οι δεκαετίες του ’50 και του ’60 ήταν παραγωγικές. Πέραν της ανάπτυξης της προβατοτροφίας και της αγελαδοτροφίας και των παραδοσιακών καλλιεργειών, όπως του αραβοσίτου, υπήρξαν και πειραματικές καλλιέργειες. Από το 1954 άρχισε να καλλιεργείται λυκίσκος, με πολύ καλές αποδόσεις.
«Η διάδοσις τής καλλιέργειας τού λυκίσκου, όστις ενταύθα απεδείχθη αποδοτικώτερος καί μεγαλυτέρας αξίας τού έκ τού εξωτερικού είσαγομένου καί τού οποίου, ώς γνωστόν, γίνεται μεγάλη χρήσις είς τήν ζυθοποιίαν, θέλει αποβή λίαν επωφελής είς τήν εγχώριον παραγωγήν καί, όταν καλλιεργήται εις αρκετήν ποσότητα ώστε νά επαρκή διά τάς άνάγκας τής εγχωρίου ζυθοποιίας, θά εξοικονομήται σημαντική ποσότης συναλλάγματος» ανέφερε σε μελέτη του ο γεωπόνος Νικόλαος Ζυγούρης, ένας άνθρωπος που ταύτισε το όνομά του με την εξέλιξη της Γαλακτοκομικής Σχολής στα Ιωάννινα («Τα εν Ηπείρω Γεωργικά Ιδρύματα – Ιστορικές Σημειώσεις», Ηπειρωτική Εστία).
Ο Γεωργικός Σταθμός συνέχισε την πορεία του τις επόμενες δεκαετίες, έχοντας τις δυσκολίες του. Το 1986 στο αγρόκτημα Κατσικά, μετακόμισε η Γαλακτοκομική Σχολή, μετά από προσπάθειες πολλών χρόνων.
Με την αναδιοργάνωση της γεωργικής έρευνας και την εισαγωγή νέων θεσμών, όπως του ΕΛΓΟ Δήμητρα, η τυπική κατάργηση του σταθμού Κατσικά ήρθε το 2013.