Πριν από 40 χρόνια, μια παρέα φοιτητών της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που έκαναν την κλινική τους άσκηση στο μοναδικό τότε νοσοκομείο της, στο Νοσοκομείο «Χατζηκώστα», ίδρυσαν τη Φοιτητική Εθελοντική Ομάδα Αιμοδοσίας (Φ.Ο.Ε.Α). Μια ομάδα η πορεία της οποίας είναι συνυφασμένη με την ιστορία του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, όπως ανέφερε και ο πρύτανης Τριαντάφυλλος Αλμπάνης κατά την έναρξη του διήμερου διαδικτυακού συνεδρίου (9-10 Οκτωβρίου) της Φ.Ο.Ε.Α. «Ο εθελοντισμός στον τομέα της υγείας».
Η Φ.Ο.Ε.Α. μπορεί να ξεκίνησε από μια παρέα φοιτητών, αλλά κατάφερε να γίνει μια μεγάλη εθελοντική κοινότητα και να προσφέρει σημαντικό κοινωνικό έργο στην ευρύτερη περιοχή των Ιωαννίνων. Η ηθική αναγνώριση ήρθε το 1996, με τη βράβευση της ομάδας από την Ακαδημία Αθηνών.
Η μεγαλύτερη ίσως δικαίωση για την ίδια την Ομάδα είναι κάθε φορά που κάποιος γίνεται εθελοντής αιμοδότης, κάθε φορά που οι εκκλήσεις για αιμοδοσία πιάνουν τόπο.
Σαράντα χρόνια μετά, η Φ.Ο.Ε.Α. αγωνίζεται να ευαισθητοποιήσει το κοινό στην εθελοντική αιμοδοσία και στη δωρεά μυελού των οστών και οργάνων. Δυστυχώς, η Ελλάδα έχει να κάνει πολλά βήματα ακόμα, ιδίως στη δωρεά οργάνων με τους Έλληνες να δυσπιστούν για διάφορους λόγους.
Όσον αφορά τη δωρεά αίματος και παραγώγων του, το πρόβλημα δεν εστιάζεται μόνο στην έλλειψη επαρκών ποσοτήτων αλλά και σε μια οργανωμένη και συστηματική παρουσία των εθελοντών αιμοδοτών.
«Για την Αιμοδοσία, ο εθελοντής αιμοδότης είναι το πιο σεβάσμιο πρόσωπο. Πάνω του στηρίζεται όλο το αιμοδοτικό σύστημα» τόνισε η Ελευθερία Ζερβού, διευθύντρια της Υπηρεσίας Αιμοδοσίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ιωαννίνων, στη χτεσινή της τοποθέτηση στο συνέδριο.
Μεγάλες ποσότητες αίματος (και δη αιμοπεταλίων) απαιτούνται για ογκολογικούς και αιματολογικούς ασθενείς. Η κα Ζερβού ανέφερε μάλιστα ότι λόγω έλλειψης αιμοπεταλίων «αναγκαζόμαστε αρκετές φορές να κάνουμε και επιλογή των ασθενών που πρόκειται να μεταγγιστούν», θυμίζοντας σε αυτό το σημείο ότι η διάρκεια ζωής των αιμοπεταλίων δεν ξεπερνά τις 5 μέρες (ενώ το αίμα διατηρείται για 40 μέρες). Για αυτό και, όπως είπε, «έχει πολύ μεγάλη σημασία να υπάρχουν τα σωστά αποθέματα» και να υπάρχει ένας προγραμματισμός και συντονισμός.
Ο Ελευθέριος Σπετσιέρης ως εθελοντής αιμοδότης και αντιπρόεδρος του Συλλόγου Εθελοντών Αιμοδοτών Καραμανδείου Νοσοκομείου Παίδων Πατρών , μίλησε με την ιδιότητα του πάσχοντα. «Μόνο ως πάσχων μπορείς να καταλάβεις τι σημαίνει να περιμένεις το σακουλάκι με τα αιμοπετάλια» είπε. Κατέθεσε δε την εκτίμηση ότι εθελοντής αιμοδότης δεν μπορείς να γίνεις άπαξ. «Πρέπει να έχουμε σταθερά ελεγχόμενους δότες» είπε και εξέφρασε τη διαφωνία με οποιαδήποτε προσφορά αίματος έναντι αμοιβής (κάτι που ίσχυε μέχρι τέλη της δεκαετίας του ’70).
Στο μεγάλο κεφάλαιο της δωρεάς οργάνων, ο χειρουργός μεταμοσχεύσεων στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων Βασίλης Τάτσης μίλησε αναλυτικά για τα όσα προβλέπει η νομοθεσία για τη λήψη οργάνων από αποβιώσαντες και ζώντες δότες. Εξήγησε δε ότι το πιο σημαντικό για τη δωρεά οργάνων είναι ο δυνητικός δότης να έχει εκφράσει τη σχετική του επιθυμία στο συγγενικό του περιβάλλον. Σε αυτό το σημείο έδωσε και δύο ιδιαίτερα ενδιαφέροντα στοιχεία για να αναδείξει τη σημασία της δωρεάς οργάνων: Το 25% των νεφροπαθών σε αιμοκάθαρση θα αποβιώσει σε έναν χρόνο και ο μέσος χρόνος μεταμόσχευσης νεφρού στην Ελλάδα είναι 7 χρόνια, ενώ σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες από 6 μήνες έως 1 χρόνο.
Η ψυχολόγος Αθηνά Πάσχου τόνισε με έμφαση τον ρόλο των οικείων στη δωρεά οργάνων, επισημαίνοντας ότι η συναίνεση είναι πιο πιθανή όταν οι οικογένειες δοτών είχαν κινήσει επίσημες διαδικασίες όσο ζούσαν οι άνθρωποί τους. Αναφερόμενη στο «μετά» μιας μεταμόσχευσης, είπε ότι κάθε οικογένεια δότη θέλει να γνωρίζει για την έκβαση της δωρεάς και έχει την προσδοκία της αναγνώρισης της πράξης της. Ωστόσο, λίγοι επιζητούν την άμεση επαφή με τον λήπτη. Παρέθεσε δε τα χαρακτηριστικά λόγια ενός πατέρα: «Θα ήθελα μια φορά τον χρόνο ή κάθε πέντε χρόνια να μαθαίνω πώς είναι αυτοί οι άνθρωποι στους οποίους μεταμοσχεύτηκαν τα όργανα της κόρης μου. Δεν θέλω να ξέρω ποιοι είναι, αλλά αν είναι καλά. Να ξέρω ότι άξιζε τον κόπο».
H 29χρονη Στέλλα Καψάλη, μέλος της Φ.Ο.Ε.Α., κατέθεσε, τέλος, τη δική της εμπειρία, όταν στην ηλικία των 14 ετών έγινε λήπτρια οργάνου. Όπως είπε, η ίδια ήταν τυχερή, γιατί βρέθηκε μόσχευμα πολύ γρήγορα. Κάτι που δεν ισχύει όμως για πολλούς.
Στο διαδικτυακό συνέδριο έγιναν τοποθετήσεις από καθηγητές Ιατρικής, γιατρούς, ψυχολόγους και επίτιμα μέλη της Φοιτητικής Ομάδας.