Ο οικονομολόγος Γιώργος Χουσμεκερίδης καταθέτει μια πρόταση για επιχειρηματική επανεκκίνηση
Όπως είναι γνωστό με τον ισχύοντα φορολογικό νόμο (Ν. 4172/2013), δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να μεταφέρουν τη φορολογική ζημία που μπορεί να προκύψει σε μια λογιστική χρήση (κατά κανόνα δωδεκάμηνη), προκειμένου να συμψηφισθεί με μελλοντικά κέρδη διαδοχικά στα επόμενα πέντε (5) φορολογικά έτη.
Αυτό ισχύει τόσο για τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα (ατομικές επιχειρήσεις), όσο και για τις εταιρείες και τις νομικές οντότητες ανεξαρτήτως εάν τηρούν απλογραφικά ή διπλογραφικά λογιστικά βιβλία.
Εάν μετά την παρέλευση της πενταετίας παραμείνει ακάλυπτο ποσό ζημιών, αυτό δεν μπορεί να μεταφερθεί περαιτέρω για συμψηφισμό και ουσιαστικά «χάνεται» για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος.
Στην χώρα μας η οικονομική κρίση, η οποία οδήγησε τους όλους τους σχετικούς οικονομικούς δείκτες σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, δείχνει πως έχει πλέον ανακοπεί. Στο μεσοδιάστημα αυτό οι ελληνικές επιχειρήσεις δέχθηκαν ισχυρότατα πλήγματα στην λειτουργία τους με κορυφαία παραδείγματα την μείωση της καταναλωτικής ζήτησης, την αύξηση των συντελεστών φορολογίας, την σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με την κερδοφορία, την εξαιρετικά μειωμένη ρευστότητα, εξαιτίας των προβλημάτων του τραπεζικού συστήματος αλλά και των κεφαλαιακών περιορισμών (capital controls) που σχετικά πρόσφατα απαλείφθηκαν.
Φαίνεται λοιπόν, από τα μέχρι τώρα δεδομένα της αγοράς, πως η έντονη αβεβαιότητα που δημιούργησε η κρίση, τόσο στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας, όσο και στην καταναλωτική εμπιστοσύνη, έχει αρχίσει πλέον να εξομαλύνεται με την ελληνική οικονομία να προσπαθεί να βρει νέα σημεία ισορροπίας, και επανεκκίνησης.
Τα αποτελέσματα μιας μελέτης για τα 10 χρόνια της κρίσης που δόθηκαν στην δημοσιότητα πρόσφατα, φανερώνουν ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις, αν και αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, δεν δείχνουν ικανές να συμμετάσχουν σε έναν μελλοντικό κύκλο ανάπτυξης τόσο των ιδίων όσο και της ελληνικής οικονομίας στο σύνολό της.
Η αμυντική αυτή στάση του επιχειρηματικού κόσμου, αποδίδεται από τους μελετητές σε παράγοντες όπως το υψηλό κόστος δανεισμού, η λειτουργία των θεσμών (δικαιοσύνη, κτηματολόγιο, κ.λ.π.), η υπερφορολόγηση, η γενικότερη ακαμψία του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, και τέλος, στο ότι οι επιχειρήσεις δεν επενδύουν, παρά το γεγονός ότι η λειτουργική τους κερδοφορία τείνει να επιστρέψει σε προ κρίσης επίπεδα.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο του οικονομικού κύκλου θα μπορούσε να τύχει εφαρμογής μια πρόταση που δεν είναι καινούργια, αλλά θα βοηθούσε σημαντικά τις επιχειρήσεις που πάλεψαν με την τρικυμία της ύφεσης και κατάφεραν να σταθούν όρθιες και μαζί τους να κρατήσουν ζωντανό έναν ευρύ κύκλο τρίτων όπως οι εργαζόμενοι τους, οι προμηθευτές τους, και οι εξωτερικοί τους συνεργάτες.
Η πρόταση αυτή αφορά στην επιμήκυνση του χρόνου μέσα στον οποίο μπορεί να μεταφέρεται η φορολογική ζημιά των επιχειρήσεων, από τα πέντε έτη που είναι σήμερα, στα δέκα έτη, για όσες φορολογικές ζημιές αφορούν στα έτη 2014 και μετά.
Το κίνητρο αυτό θα δώσει «ανάσα» σε πολλές επιχειρήσεις που επλήγησαν τα προηγούμενα χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης που μάστιζε τη χώρα και συσσώρευσαν μεγάλες φορολογικές ζημιές.
Ακόμη οι επιχειρήσεις που επένδυσαν σημαντικά ποσά όλα αυτά τα χρόνια στην κτήση πάγιου εξοπλισμού (κτιριακές εγκαταστάσεις, μηχανήματα, τεχνικές εγκαταστάσεις, δικαιώματα και άδειες παραγωγής και εκμετάλλευσης), και υλοποίησαν σημαντικά επιχειρηματικά σχέδια και όχι «ευκαιριακές» και εσωστρεφείς επιχειρήσεις, θα έχουν μια επιπλέον βοήθεια μιας και στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας τους τα οικονομικά τους αποτελέσματα είναι επιβαρυμένα από τα έξοδα απόσβεσης των πάγιων περιουσιακών τους στοιχείων.
Το κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό μετά την πρόσφατη μείωση του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρηματικών κερδών από 28% σε 24% και την προσθήκη χαμηλότερου εισαγωγικού φορολογικού κλιμακίου (9%) για τους ελεύθερους επαγγελματίες θεωρώ πως θα είναι αντιμετωπίσιμο σε συνδυασμό με τα πολλαπλασιαστικά οφέλη μιας τέτοιας ενέργειας στην συνολική λειτουργία της οικονομίας.
Η υιοθέτηση του μέτρου αυτού από την πολιτεία θα έδινε το μήνυμα της επανεκκίνησης στις υγιείς επιχειρηματικά δυνάμεις του τόπου μας, της εμπιστοσύνης στις κερδοφόρες οικονομικές μονάδες μιας και αφορά μόνον αυτές, αλλά και περαιτέρω ώθηση και ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα με κέρδη που ξεπερνούν τα στενά πλαίσια των επιχειρήσεων και περνούν στην κοινωνία μας.
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους ότι εάν ο στόχος είναι n επανεκκίνηση της οικονομικής ανάπτυξης και n δημιουργία θέσεων εργασίας, τότε αυτός περνά και μέσα από δυναμικές αποφάσεις.
Γιώργος Χουσμεκερίδης
Οικονομολόγος, Μ.Β.Α.
Φοροτεχνικός Σύμβουλος, Λογιστής Α' Τάξης
https://eisphora.wordpress.com