Δύο φοιτητές καταθέτουν τις σκέψεις τους για τη δημόσια παιδεία. Το κείμενο που ακολουθεί, είναι της Παναγιώτας Ντούτση, φοιτήτριας του τμήματος Marketing και Επικοινωνίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ιδιωτικής υπαλλήλου, και του Γιάννου Πετρόγιαννη, φοιτητή τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Την Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου συντελέστηκε η τελευταία (;) πράξη του εγκλήματος για την υποβάθμιση της Δημόσιας Παιδείας στη χώρα μας. Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας το οποίο έγινε νόμος του κράτους με 166 ψήφους (ΝΔ-Ελληνική Λύση), περιλαμβάνει μια σειρά από διατάξεις οι οποίες όχι μόνο δεν διασφαλίζουν την εξέλιξη και την πρόοδο των ελληνικών δημόσιων ΑΕΙ αλλά τα υπονομεύουν.
Μεταξύ άλλων, το νέο νομοσχέδιο, συμπεριλαμβάνει μείωση των εισακτέων και καθιέρωση ελάχιστης βάσης του 10 αποκλείοντας έτσι χιλιάδες Έλληνες μαθητές από το κατοχυρωμένο δημοκρατικό δικαίωμα για πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση. Γνωρίζει άραγε η κυρία υπουργός ότι οι βάσεις είναι εξαρτώμενες από την επίδοση των υποψήφιων φοιτητών η οποία διαφέρει από χρονιά σε χρονιά λόγω του διαφορετικού βαθμού δυσκολίας των θεμάτων; Με κυνική δήλωσή της η ίδια παραδέχτηκε ότι θα κλείσει το 1/3 των τμημάτων των ελληνικών ΑΕΙ. Αυτό σημαίνει ότι περίπου 20.000 μαθητές θα μείνουν εκτός της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αλήθεια, έχει αναλογιστεί τι περαιτέρω κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες θα δημιουργήσει;
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι όλα αυτά τα κάνει στο όνομα της αριστείας. Ποια αριστεία όμως, όταν η ίδια η κυβέρνηση θέσπισε λίγους μήνες πριν την εξίσωση των πτυχίων των δημοσίων ΑΕΙ με αυτά των κολλεγίων; Εξισώνει δηλαδή όλους αυτούς που μόχθησαν για να περάσουν στο πανεπιστήμιο και να πάρουν πτυχίο με αυτούς που απλά είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν για την απόκτηση τους.
Η κίνηση αυτή αποδεικνύει περίτρανα ότι η κυβέρνηση όχι απλά δεν δίνει σε όλους τις ίδιες ευκαιρίες για πρόσβαση στο ύψιστο αγαθό της εκπαίδευσης όπως οφείλει να κάνει ένα κράτος δικαίου, τουναντίον λειτουργεί ως ένας χορηγός επικοινωνίας των κολλεγίων και έχει ως στόχο την αύξηση της πελατείας και κατ’ επέκταση των κερδών τους. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά δημιουργεί και την πανεπιστημιακή αστυνομία για να καταστείλει κάθε μορφή ακαδημαϊκής ελευθερίας και διαλόγου προσλαμβάνοντας 1.000 ανειδίκευτους ειδικούς φρουρούς να προστατεύουν δήθεν τους φοιτητές.
Δίνει δηλαδή 20.000.000 ευρώ το χρόνο για να «καθαρίσει» τα κέντρα ανομίας, όπως χαρακτηρίζουν τα δημόσια πανεπιστήμια, ενώ την ίδια στιγμή μειώνει τον προϋπολογισμό και τα κονδύλια για την έρευνα και την εύρυθμη λειτουργία τους. Θα έπρεπε να γνωρίζει όμως η κυβέρνηση ότι αυτά τα «κέντρα ανομίας» ενισχύουν το κύρος της χώρας μας αφού βρίσκονται σε πολύ υψηλή θέση στην κατάταξη των κορυφαίων πανεπιστημίων παγκοσμίως.
Όλα αυτά βέβαια είναι προφανές ότι έχουν ως απώτερο στόχο την συνταγματική αναθεώρηση του άρθρου 16 καταλύοντας έτσι οριστικά τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της παιδείας στη χώρα μας. Έχουμε την τιμή να σπουδάζουμε σε δυο από τα κορυφαία πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας (Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων) τα οποία παρέχουν πολύ υψηλή ποιότητα εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Καταβάλουμε πολύ μεγάλη προσπάθεια για να ανταποκριθούμε στις υψηλές απαιτήσεις με στόχο την απόκτηση του πτυχίου μας. Δεν δεχόμαστε λοιπόν από την κυβέρνηση να μας φιμώνει, να μας διαβάλει και να υπονομεύει τις προσπάθειές μας.
Αυτό που ονειρευόμαστε και παλεύουμε ως νέοι άνθρωποι, είναι ένα δημόσιο και ανοιχτό πανεπιστήμιο που θα παρέχει ίσες ευκαιρίες σε όλους χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις.