dodoni back
ΠΡΟΣΩΠΑ & ΠΡΑΓΜΑΤΑ

Η «Νόρα» και το υλικό από το οποίο φτιάχνονται τα μεγάλα έργα

Εικόνα του άρθρου Η «Νόρα» και το υλικό από το οποίο φτιάχνονται τα μεγάλα έργα
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: Γιώργος Τσαντίκος
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 23/01/2020, 11:27
ΠΡΟΣΩΠΑ & ΠΡΑΓΜΑΤΑ

Το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων ανεβάζει τη «Νόρα» του Ίψεν, σε σκηνοθεσία της Μαρίας Μαγκανάρη. Δεν θα υπήρχε καλύτερη συγκυρία για μια συνέντευξη με τη σκηνοθέτιδα του έργου.


Το «Κουκλόσπιτο» στην εποχή του «έλεγξε» ένα θεσμό όπως η οικογένεια. Πώς «διαβάζεται» σήμερα το έργο;

   Το «Κουκλόσπιτο ή Νόρα» είναι ένα έργο τόσο τολμηρό που ακόμα και σήμερα σοκάρει. Ο Ίψεν βάζει στο μικροσκόπιο την οικογένεια και τον θεσμό του γάμου- έννοιες που παραδοσιακά θεωρούνται “ιερές”- και δεν τους χαρίζεται καθόλου. Τον ενδιαφέρει ν' αποκαλύψει την υποκρισία που υπάρχει πίσω από αυτό που φαίνεται. Είναι εντυπωσιακό ότι στα δώδεκα γνωστότερα έργα του υπάρχει μόνο μία περίπτωση (σχετικά) υγιούς γάμου (συγκεκριμένα στον “Εχθρό του λαού”).

   Στη «Νόρα», μια εικόνα συζυγικής και οικογενειακής τελειότητας αποδεικνύεται ψευδής. Η αποκάλυψη ενός μεγάλου μυστικού θα φέρει στο φως την απόλυτη ανισότητα που επικρατεί στη σχέση μεταξύ των δύο συζύγων. Ο Τόρβαλντ συμπεριφέρεται στη Νόρα σαν να είναι παιδί κι εκείνη, όπως συμβαίνει σε καταστάσεις μακροχρόνιας ανισότητας και καταπίεσης, αναπτύσσει συμπεριφορές υποταγής. Το μυστικό που τόσα χρόνια κρατάει είναι το κλειδί της συνειδητοποίησής της και της πορείας της προς την χειραφέτηση.

 Το έργο, θα λέγαμε, ελέγχει την οικογένεια ως πυρηνικό θεσμό της κοινωνίας, αποκαλύπτοντας τη θέση που έχει η γυναίκα εντός της. Φυσικά, ό,τι ισχύει στην οικογένεια, δεν θα μπορούσε παρά να ισχύει και στην κοινωνία. Υπό αυτήν την έννοια είναι απόλυτα σύγχρονο, καθώς η θέση της γυναίκας στην κοινωνία τόσο το 1879 που γράφτηκε το έργο, όσο και σήμερα, είναι εξαιρετικά δυσμενής. Ο Ίψεν λέει: «Μια γυναίκα δεν μπορεί να είναι ο εαυτός της στη σύγχρονη κοινωνία γιατί είναι μια αποκλειστικά ανδροκρατούμενη κοινωνία».

Είναι θλιβερό να συζητάμε ακόμα και σήμερα για το αυτονόητο δικαίωμα της γυναίκας στο ίδιο της το σώμα και στην επιλογή της να κυοφορήσει ή όχι. Και είναι υποκρισία να μας σοκάρουν οι όλο και αυξανόμενες γυναικοκτονίες (που πολύ συχνά συμβαίνουν από συζύγους ή συντρόφους).

Η άλλη πτυχή- ταμπού που αναδεικνύεται στη «Νόρα» είναι η έννοια της μητρότητας. Στις σημειώσεις του για το έργο ο Ίψεν λέει κάπου ότι η κοινωνία αντιμετωπίζει τη γυναίκα σαν ένα έντομο που πεθαίνει αφού κάνει παιδιά. Δεν είναι τυχαίο ότι οι μητέρες στα έργα του απομυθοποιούνται και αντιμετωπίζονται πρωτίστως ως άνθρωποι με ανάγκες και ελαττώματα. Η μητρότητα δεν είναι αυτονόητη. Οι γυναίκες οφείλουν να βρουν πρώτα τον πραγματικό τους εαυτό εάν θέλουν να γίνουν χρήσιμες μητέρες. Όλα αυτά νομίζω ότι είναι ζητήματα εξαιρετικά κρίσιμα και στις μέρες μας.

Υπάρχουν αντιστοιχίες των ηρώων του Ίψεν στη «Νόρα» με αυτούς του Τσέχωφ στον «Θείο Βάνια»;

Είχε πολύ ενδιαφέρον για μένα η ενασχόληση με αυτούς τους δύο σπουδαίους συγγραφείς σε τόσο κοντινό χρονικό διάστημα. Νομίζω πως υπάρχουν πολλά κοινά αλλά και πολλές διαφορές μεταξύ των δύο έργων.

Ο Ίψεν είναι η απαρχή του μοντέρνου δράματος, τόσο σε επίπεδο περιεχομένου, όσο και μορφής. Ο Τσέχωφ, και ειδικά ο «Θείος Βάνιας» έχει χαρακτηριστεί από κάποιους μελετητές ως το πρώτο μοντέρνο έργο.

Η μεγάλη ομοιότητα ανάμεσα στα δύο έργα είναι, κατά τη γνώμη μου, η εξέταση των ανθρώπινων σχέσεων και της έννοιας της επικοινωνίας. Δεν είναι τυχαίο που και στα δύο έργα υιοθετείται η έννοια του ανσάμπλ (ensemble), δηλαδή της χρήσης συγκεκριμένου αριθμού ηθοποιών- ρόλων από την αρχή μέχρι το τέλος του έργου. Δεν προστίθενται καινούργια πρόσωπα χάριν ποικιλίας και εξέλιξης της πλοκής. Και οι δύο συγγραφείς παρακολουθούν την πορεία των συγκεκριμένων σχέσεων και ανθρώπων. Και στα δύο έργα συναντάμε αληθινούς ανθρώπους, με αδυναμίες και ελαττώματα, μακριά από τα ρομαντικά, ηρωικά στερεότυπα. Οι ήρωες είναι ανθρώπινοι, κανένας τους δεν είναι τέλειος, όλοι έχουν σκιές και διαπράττουν σφάλματα.

Η μεγάλη διαφορά των δύο έργων, κατά τη γνώμη μου, είναι ο τρόπος που ο κάθε συγγραφέας καθοδηγεί το φινάλε σε σχέση με την αρχή του έργου. Πιο απλά: από πού ξεκινούν και πού καταλήγουν οι ήρωές τους. Ενώ στο φινάλε του «Θείου Βάνια» μοιάζει να μην έχει συντελεστεί σχεδόν καμία ουσιαστική αλλαγή στις ζωές των ηρώων, στη «Νόρα» έχουν έρθει τα πάνω κάτω. Αν ο Ίψεν μας αποκαλύπτει τη δυνατότητα μιας υπαρξιακής (και όχι μόνο) επανάστασης, ο Τσέχωφ μας κλείνει το μάτι, σαν να μας λέει «Ζήστε στο εδώ και στο τώρα γιατί μόνο αυτό υπάρχει!».

Το «ιψενικό σύμπαν» έχει ιδιαιτέρως μαχητικούς ήρωες. Είναι «ήρωες» τελικά;

Μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον και σπουδαίο που στον Ίψεν τα πρόσωπα έρχονται σε σύγκρουση με το κατεστημένο- συχνά με ολέθριες συνέπειες. Αυτό που διαφοροποιεί όμως τους ήρωές του από τους ρομαντικούς ήρωες της Βικτωριανής εποχής, έχει να κάνει με το πόσο λίγο ο συγγραφέας τους εξιδανικεύει.

 Όσο και να μας γοητεύει η Νόρα με την ηρωική της έξοδο και την ανάγκη της για αυτοπραγμάτωση, δεν παύει να μας δημιουργεί αμηχανία η πράξη της να εγκαταλείψει τα παιδιά της. Ομολογώ, ότι σαν μητέρα η ίδια, ήρθα συχνά αντιμέτωπη με ποικίλα συναισθήματα απέναντι σε αυτό το πρόσωπο. Γιατί ο Ίψεν δεν μας δείχνει μόνο ένα θύμα των κοινωνικών συνθηκών. Μας παρουσιάζει και ένα πρόσωπο χειριστικό, φιλόδοξο, εγωκεντρικό, που αγαπά το χρήμα και έχει κάνει δεύτερη φύση το ψέμα. Και καταφέρνει, αυτό το ατελές πρόσωπο να το αγαπήσουμε, να το συμπονέσουμε.

Νομίζω εντέλει, ότι αυτό κάνει κάποια έργα μεγάλα: η δυνατότητα των δημιουργών τους να αγγίζουν ψυχικές περιοχές που δεν είναι εύκολα εξηγήσιμες και μονοδιάστατες. Αυτές τις γκρίζες ζώνες που όλοι έχουμε αλλά σπάνια δεχόμαστε να αποκαλύψουμε.


Πώς προσεγγίζετε τη «Νόρα», στην παράσταση που ετοιμάσατε;

Οι βασικοί άξονες της δουλειάς μου είναι πάντα το κείμενο και οι ηθοποιοί- οι όποιες σκηνοθετικές προτάσεις έρχονται προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι δύο αυτοί πόλοι. Με ενδιαφέρει πρωτίστως να αντιληφθούμε κρυφές περιοχές του κειμένου (που ποτέ δεν αποκαλύπτονται από την πρώτη ανάγνωση- μάλιστα πολλές φορές αποκαλύπτονται με τη σκηνική δράση σε δεύτερο χρόνο). Και βέβαια με ενδιαφέρουν οι ρόλοι ως πρόσωπα που μπορούν να υπάρξουν επί σκηνής μέσω της επικοινωνίας τους με τους άλλους και όχι ως αυθύπαρκτοι ήρωες. Δηλαδή, δεν υπάρχει η Νόρα από μόνη της, ο ρόλος της θα δομηθεί σε σχέση με το πώς αλληλεπιδρά με τον Τόρβαλντ, πώς μιλά στα παιδιά της, πώς αντιμετωπίζει τη νεοαφιχθείσα φίλη της Κριστίνα, πώς μισεί τον Κρόγκσταντ αλλά και πώς ταυτίζεται μαζί του, πώς παίζει με τον Ρανκ κ.ο.κ.

Κάποιοι βασικοί άξονες που μας καθοδήγησαν εδώ, είχαν να κάνουν με την έννοια του βλέμματος (Ποιος κοιτάει τι; Ποιος κάνει ότι δεν βλέπει; Τι φαίνεται και τι κρύβεται; κ.λπ). Εξ ου και η σκηνοθετική επιλογή να είναι παρόντες στις παρυφές της σκηνής οι ηθοποιοί στις στιγμές που δεν είναι πάνω στη σκηνή. Αυτή η συνθήκη μας αποκάλυψε και πολλά σε σχέση με τα περίφημα «Ιψενικά τρίγωνα»

Άλλη κρίσιμη έννοια για την παράσταση υπήρξε η έννοια του «μέσα» και του «έξω». Το έργο αρχίζει με τη Νόρα να αδιαφορεί για το εκτός του σπιτιού της στο οποίο βρίσκονται οι διάφοροι «ξένοι» και τελειώνει με την ηρωίδα να αφήνει το «κουκλόσπιτό» της για να ανακαλύψει τι συμβαίνει εκτός. Έχει παρεμβληθεί η τραγική αποκάλυψη ότι ο Ξένος τελικά βρισκόταν μέσα στο ίδιο της το σπίτι- ήταν ο ίδιος της ο σύζυγος.

Το στοιχείο της μεταμόρφωσης, παρόν στο έργο τόσο ως μασκάρεμα, όσο και ως υιοθέτηση ρόλων-ταυτοτήτων από την κεντρική ηρωίδα, υπήρξε επίσης καθοριστικό.

Τέλος, εάν υποθέσουμε πως η σκηνή είναι το «εγώ» της Νόρας, το κρυφό, ασυνείδητο κομμάτι της ψυχής της τοποθετείται συμβολικά στο βάθος της σκηνής, κρυμμένο και ανασύρεται σταδιακά στη διάρκεια του έργου.


Η ιδέα της μουσικής επί σκηνής, πώς προέκυψε;

Η ιδέα ανήκει στην μουσικό της παράστασης, την πολυτάλαντη τραγουδοποιό Τατιάνα Ζωγράφου. Ήθελε εξαρχής να χρησιμοποιήσει τσέλο στις συνθέσεις της για το έργο και πρότεινε να παίζει ζωντανά επί σκηνής η τσελίστρια Μάχη Βαλαή. Αυτό ταίριαξε ιδανικά με τη δική μου ανάγκη να διακινείται κάτι στο βάθος της σκηνής, σε αυτόν τον μυστικό χώρο της Νόρας, κάτι που συμβαίνει ερήμην της μέχρι να το ανασύρει και να το αναγνωρίσει. Θα λέγαμε πως το τσέλο είναι το ασυνείδητο της Νόρας που της χτυπά διαρκώς την πόρτα.

Πώς «έδεσε» ο θίασος με το έργο;

Η δουλειά με τους ηθοποιούς σε όλη τη διάρκεια των προβών ήταν για μένα μια ευτυχής συγκυρία. Δούλεψαν όλοι με μεγάλο κέφι και οι πρόβες ήταν νομίζω εξαιρετικά δημιουργικές. Το αποτέλεσμα βέβαια πάντα κρίνεται από το κοινό.

Θα αναφερθώ στη Νόρα μας, τη νέα ηθοποιό Βίκυ Κατσίκα, με μεγάλο θαυμασμό. Νομίζω πως ο τρόπος που υπάρχει επί σκηνής είναι σπουδαίος, όπως και η εργατικότητά και το ήθος της. Ο Γιωργής Τσαμπουράκης, εξαιρετικός ηθοποιός κατά τη γνώμη μου, μετά τον Άστρωφ που ερμήνευσε στον «Θείο Βάνια» έχει φτιάξει έναν πολύπλευρο, γοητευτικό, Τόρβαλντ. Στην αρχική διανομή τον Κρόγκσταντ θα ερμήνευε ο Δημήτρης Ντάσκας. Εξαιτίας ενός σοβαρού θέματος υγείας δεν μπόρεσε τελικά να είναι μαζί μας. Τον αντικατέστησε ο Βαγγέλης Χατζηνικολάου, ο οποίος σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να φτιάξει έναν Κρόγκσταντ με βάθος και πολλές ποιότητες. Τέλος, οι ηθοποιοί με τους οποίους συνεργάστηκα για πρώτη φορά, η Χαρά Ζησιμάτου (στο ρόλο της Λίντε), ο Γιάννης Κοντός (στο ρόλο του Ρανκ) και η καλλιτεχνική διευθύντρια του ΔΗ.ΠΕ.ΘΙ. Ελένη Δημοπούλου (στο ρόλο της παραμάνας Άννα) μπήκαν με δύναμη στο κλίμα της πρόβας και με εξέπληξαν με τη δημιουργικότητα και τη δοτικότητά τους.


Ευχαριστώ πολύ

Κι εγώ ευχαριστώ


Info

«Νόρα» του Ερρίκου Ίψεν

Μετάφραση: Γιώργος Σκεύας

Σκηνοθεσία: Μαρία Μαγκανάρη

Συνεργάτις δραματουργός: Σοφία Ευτυχιάδου

Σκηνικά-κοστούμια: Ευαγγελία Κιρκινέ

Μουσική: Τατιάνα Ζωγράφου

Φωτισμοί - βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Γοζαδίνου

Παίζουν: Βίκυ Κατσίκα (Νόρα), Γιωργής Τσαμπουράκης (Τόρβαλντ),  Γιάννης Κοντός (Ρανκ), Χαρά Ζησιμάτου (Λίντε), Βαγγέλης Χατζηνικολάου  (Γκρόγκσταντ), Ελένη Δημοπούλου (Άννα).

Τσέλο επί σκηνής: Ανδρομάχη Βαλαή.

Ενορχήστρωση - μεταγραφή: Θωμάς Κοντογεώργης

Στην ηχογραφημένη μουσική παίζουν: Βαγγέλης Ζωγράφος (κοντραμπάσο),  Πάνος Κανελλόπουλος (μαντολίνο), Θωμάς Κοντογεώργης (πιάνο), Μιχάλης  Πορφύρης (βιολοντσέλο).

Μίξη - ηχογράφηση: Νίκος Πλατύραχος

Χριστουγεννιάτικη μουσική: Διασκευή του Das Perlenhalsbnand Nr. 1

Cry me a river: Words and music by Arthur Hamilton.

Πληροφορίες – κρατήσεις: 6955998405 (κα. Μαρία Κεβρεκίδου) και 2651025670 (ώρες γραφείου).

Παραστάσεις: Πρεμιέρα, Σάββατο 18 Ιανουαρίου στις 9.00 μ.μ.  στο Καμπέρειο Θέατρο.

Κάθε Πέμπτη (9.00 μ.μ.), Παρασκευή (9.00 μ.μ.), Σάββατο (9.00 μ.μ.) και Κυριακή (7.00 μ.μ.).

Πωλήσεις εισιτηρίων: Viva.gr  (https://www.viva.gr/tickets/theater/kampereio-idryma/nora-tou-henrik-ibsen/)  και στα γραφεία του ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων (Παπάζογλου 5, Αρχοντικό  Πυρσινέλλα, 9.00 π.μ.– 15.00).

Τιμές εισιτηρίων: 10 ευρώ (κανονικό), 7 ευρώ (μαθητές, φοιτητές,  στρατευμένοι, πολύτεκνοι και άτομα άνω των 65 ετών), 3 ευρώ (Κάτοχοι  κάρτας ανεργίας και ΑμεΑ). Ομαδικά εισιτήρια (άνω των 20) για Φορείς,  Συλλόγους και Σωματεία: 7 ευρώ.

ΕΤΙΚΕΤΕΣ
ΣΧΟΛΙΑ
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
Ντοτη3