Το μεγάλο ερώτημα των SMS (κυρίως) που σήμερα Παρασκευή ειδικά, έρχονται… βροχηδόν σε κινητά τηλέφωνα πολιτών, είναι αν όντως επιτρέπεται σε υποψήφιους-ες να χρησιμοποιούν τα στοιχεία επικοινωνίας που διαθέτουν.
Τι ισχύει για παράδειγμα αν λάβετε SMS από υποψήφιο-α που είτε δεν τον ξέρετε, είτε δεν τον ψηφίζετε, είτε δεν σας έχει πάρει ποτέ τηλέφωνο μέχρι τώρα, αλλά ξαφνικά λαμβάνετε ένα μήνυμα στο κινητό σας, που σας καλεί να του-της ρίξετε ένα από τους δύο σταυρούς που δικαιούστε, στο νομό Ιωαννίνων;
Καταρχάς, τα SMS δεν τα στέλνουν οι ίδιοι οι υποψήφιοι. Δεν κάθονται δηλαδή με το κινητό και στέλνουν σε 1.000 ή 2.000 παραλήπτες μαζικά μηνύματα. Τη μαζική προώθηση την αναλαμβάνουν εταιρίες, επί πληρωμή.
Πού βρίσκουν όμως τα τηλέφωνα (ή και τα mails);
Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, με την απόφαση 9/2023 καθορίζει τις βασικές αρχές που επιτρέπουν τη χρήση προσωπικών δεδομένων επικοινωνίας για προώθηση υποψηφίων ή και την απαγορεύουν.
Σημειώνεται ότι κατά περίπτωση, οι ορισμοί είναι κάπως γενικοί και μπορεί να επιδέχονται ερμηνειών, ειδικά αν ποτέ φτάσουν σε δικαστικό επίπεδο.
Το σίγουρο είναι ωστόσο ότι ένα μήνυμα από κάποιον που δεν γνωρίζετε καν και σας ζητάει να τον-την ψηφίσετε, είναι «κάπως».
Πότε μπορούν οι υποψήφιοι-ες να χρησιμοποιούν στοιχεία πολιτών, ακόμα και χωρίς συγκατάθεση; Σε τέσσερις, χοντρικά, περιπτώσεις: Αν ο ίδιος ο πολίτης έχει εκχωρήσει τα στοιχεία του σε κάποια εκδήλωση του υποψηφίου, αν τα έχει εκχωρήσει ο ίδιος σε άλλη περίσταση (πχ κατά τη διάρκεια κάποιας επαγγελματικής δοσοληψίας ή σχέσης), αν προέρχονται από τα μητρώα μελών-φίλων του κόμματος (αρκεί να αποδεικνύεται ότι ο υποψήφιος πήρε από εκεί τα στοιχεία) και αν έχουν εκχωρηθεί από κάποιο σύλλογο ή σωματείο.
Σε γενικές γραμμές δηλαδή, θα πρέπει να έχει συναινέσει ο πολίτης. Επίσης, οι υποδείξεις είναι σε γενική κατεύθυνση και είναι πάντα υπό την αίρεση του νόμου.
Αντεδείκνυνται τα στοιχεία που προέρχονται από «συλλογή» στο ίντερνετ, με κάποιο πρόγραμμα που μαζεύει τηλέφωνα και mails (crawler). Επίσης, δεν συνίσταται η αγορά λιστών από εταιρίες (που έχουν με κάποιον τρόπο μαζέψει τα στοιχεία), ούτε αν αυτά προέρχονται από δημόσια μητρώα. Επίσης, γίνεται αναφορά στο αντιδεοντολογικό της χρήσης από υποψηφίους-ες που συγκέντρωσαν στοιχεία όντας δημόσιοι λειτουργοί-αν τα στοιχεία ελήφθησαν κατά τη διάρκεια μιας εξυπηρέτησης δηλαδή.
Επίσης, η συλλογή στοιχείων από ακολούθους προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «ενδέχεται να δικαιολογεί» την αποστολή προσωπικών μηνυμάτων.
Κοινώς, η Αρχή προσπαθεί να υπάρχει παντού η συγκατάθεση, άμεση ή έμμεση.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να παρέχεται και ο τρόπος απεγγραφής από τέτοιες λίστες.