Σάββατο βράδυ, οι τρεις Naxatras, η ψυχεδελική μπάντα από τη Θεσσαλονίκη που «κλείνει το μάτι» στις σκληρότερες και πιο συμπαγείς εκδοχές του ροκ εν ρολ, αλλά και στις γραμμές της τζαζ όπως τις διέγραψε ο Μάιλς Ντέιβις και το Τζον Κολτρέιν, ήταν στα Γιάννενα. Λίγο πριν ανέβουν στη σκηνή, μίλησαν στον «Τύπο». Λίγο μετά, εξήγησαν με νότες γιατί είναι από τόσο νωρίς, ένα από τα καλύτερα ελληνικά συγκροτήματα.
Naxatras είναι μια ινδουιστική θεότητα ή λέω ό,τι να ‘ναι;
Γιάννης Βαγενάς: Για την ακρίβεια είναι ορολογία για τις φάσεις της σελήνης, αλλά έχει και μια διάσταση μυθολογική. Προέκυψε γιατί εκείνη την περίοδο διάβαζα κάτι σχετικό και έπεσα πάνω στη λέξη, στη φάση που ψάχναμε νέο όνομα για τη μπάντα. Στην αρχή λεγόμασταν Dust, μετά Temple, που δεν ήταν ό,τι πιο μυθικό. Μόλις το ‘πα στα παιδιά, συμφωνήσαμε.
Βρήκατε κανένα κοινό σημείο με τους Dust, τους παλιούς; Εσείς πώς θέλετε τελικά να ακούγεστε;
Γ. Β. Εμείς θέλουμε να ακουγόμαστε σαν τους Naxatras. Με τους Dust, μια και το ‘φερε η κουβέντα, βρήκαμε κάποια στοιχεία, αλλά αυτοί είναι πιο hard rock.
Γιάννης Ντέλιας: Είναι πιο απλοϊκός ο ήχος νομίζω. Εμείς δεν θέλουμε μια απλή αντιγραφή ενός ρετρό ήχου. Στα κομμάτια μας υπάρχουν υποσυνείδητα σύγχρονες επιρροές
Μπορεί να παιχτεί κάτι τώρα στη μουσική και να είναι εντελώς καινούργιο;
Γ.Ντ.: Αν αποτυπώσεις σε αυτό το προσωπικό σου όραμα και αφήσεις το στίγμα στη μουσική, ναι γίνεται. Παρθενογένεση βέβαια, ειδικά στη μουσική, δεν υπάρχει. Αλλά και με ένα όργανο, που λέει ο λόγος, να βγει κάποιος και να παίξει, αν βρει τη μοναδικότητά του, θα δείξει κάτι καινούργιο.
Γίνατε μπάντα που βγάλατε δύο δίσκους μέσα σε ένα χρόνο…
Γ.Β.: Ναι, για ελάχιστες μέρες κυκλοφόρησαν μέσα στον ίδιο χρόνο.
Κώστας Χαριζάνης: Υπάρχει βέβαια και το EP πιο πριν…
Στην ίδια περίοδο γράφτηκαν τα κομμάτια και στους δύο δίσκους;
Γ.Β. Αν εξαιρέσουμε το ΕΡ που είναι μια άλλη ιστορία, τα κομμάτια του πρώτου και δεύτερου δίσκου είχαν απόσταση. Τα κομμάτια του δεύτερου δίσκου, τα παίζαμε στην περιοδεία που κάναμε για τον πρώτο. Υπήρχαν σαν ιδέες, αλλά κάτσαμε και τα δουλέψαμε μετά τον πρώτο δίσκο.
Γ.Ντ. Σίγουρα είναι πιο προσεγμένος ο ήχος αυτή τη φορά, υπάρχουν άλλα στοιχεία μουσικά, πιο progressive
Εγώ νομίζω ότι είναι καλύτερος από τον πρώτο. Εσείς;
Γ.Β. Έχουμε ακούσει και τις δύο απόψεις για τους δύο δίσκους, τελικά νομίζω ότι είναι καλό να ασχολείται ο κόσμος με αυτό. Νομίζω ότι ο πρώτος δίσκος είναι πιο προσβάσιμος από τον δεύτερο ως feeling. Τον πρώτο θα τον βάλεις πιο εύκολα να τον ακούσεις το πρωί, με τον καφέ ενδεχομένως, ενώ το δεύτερο έχει ένα σκοτεινό στοιχείο, είναι πιο συμπαγής ο ήχος.
Γ.Ντ. Υπάρχουν Διαφορετικές προσεγγίσεις. Στον πρώτο δίσκο παίζαμε ιδέες που είχαμε και έπρεπε να τις ηχογραφήσουμε. Δεν είχαμε πολλή εμπειρία από στούντιο, σχεδόν καθόλου, οπότε υπό μια έννοια γνωρίσαμε τον ήχο μας μέσα από την πρώτη ηχογράφηση. Στον δεύτερο, έχοντας πιο ενιαίες ιδέες, γράψαμε κάτι που είναι κόνσεπτ.
Γ.Β. Όντως, στον δεύτερο δίσκο αποφασίσαμε ένα πολύ αφηρημένο κονσεπτ «ταξιδιού στο διάστημα». Γι αυτό και οι σταθμοί των κομματιών, αλλά και οι νότες από τις οποίες αρχίζει το κάθε κομμάτι, έχουν μια αύξουσα σειρά. Εξ ου και το εξώφυλλο. Ήρθε και έδεσε τέλεια το δίσκο.
Σας αγχώνει το live;
Γ.Ντ. Μπα, όχι ιδιαίτερα. Υπάρχει βέβαια το καλό άγχος, μην απογοητεύσεις κανέναν, ναι.
Κ.Χ.: Δεν έχουμε κολλήματα κανείς μας. Πάνω στη σκηνή θα αρκεστούμε σε ό,τι έχουμε
Γ.Β. Αν ανεβούμε σε μια σκηνή με πολύ κόσμο από κάτω, θα υπάρξει μια αναστάτωση στην αρχή. Αλλά με την πρώτη νότα και αν είναι όλα κομπλέ, φεύγει. Για μας, είτε παίζουμε στην πρόβα, είτε στο live, είναι το ίδιο feeling.
Πώς είναι να περνάς τα σύνορα;
Γ.Β.Είναι ό, τι καλύτερο μπορούσε να συμβεί σε μας. Το να ταξιδέψεις στον κόσμο, αν μπορείς να το κάνεις με τη δουλειά σου, είναι ό,τι καλύτερο
Γ.Ντ. Η παγκόσμια αναγνώριση είναι το καλύτερο. Να πηγαίνεις στη Γαλλία και ο κόσμος να ξέρεις τα κομμάτια σου, π.χ.
Γ.Β. Ναι, είναι πολύ τρελό αυτό, γιατί δεν μπορείς να το συνειδητοποιήσεις μέχρι να παίξεις εκεί και να δεις ότι ένας άσχετος άνθρωπος, σε μια άλλη χώρα, ξέρει τα κομμάτια σου.
Κ.Χ. Δέχεσαι διαφορετικά vibes από τον κόσμο εκεί, γιατί έρχεσαι από την Ελλάδα. Στην Ελλάδα σου λένε «για Ελλάδα καλός είσαι». Ενώ έξω, ισχύει αυτό που ισχύει για μια ξένη μπάντα, είναι πιο αντικειμενική η αντιμετώπιση. Το ίδιο γίνεται και για εμάς
Κάτι τελευταίο: αν ηχογραφούσατε μια διασκευή ποια θα διαλέγατε;
Γ.Β. Είναι μια πολύ γελοία σκέψη που κάναμε κάποτε: θα ήταν το βασικό κομμάτι από το «Βαθύ Λαρύγγι» που είναι κάτι σαν porn funk και λέγαμε κάποια στιγμή να το κάνουμε. Δεν έγινε, καθώς δεν έχουμε παίξει ποτέ cover.
Γ.Ντ.Είχαμε πει κατά καιρούς, όχι σοβαρά όμως, ακούγοντας ένα κομμάτι, «αν το παίζαμε διασκευή πώς θα ήτανε», αλλά ποτέ δεν προέκυψε.
Οκ, σας ευχαριστώ πολύ
Εμείς ευχαριστούμε
…και το live
Σάββατο βράδυ, το φιλοστονερικό-ροκ εν ρολ κοινό της πόλης, υπέστη μια σειρά από μικρές και μεγάλες αποκαλύψεις: πρώτον, ότι οι Naxatras ήρθαν όντως στα Γιάννενα και ότι η φήμη τους προηγείται της παρουσίας τους: το μαγαζί γέμισε, κάνοντας εισιτήρια που κόβονται συνήθως σε πιο παλιά ονόματα του χώρου. Δεύτερον, ότι ο ήχος στο Lake’s tailor είναι κάτι παραπάνω από καλός, όπου και να κάθεσαι και «βάζει κάτω» τα μέχρι τώρα γνωστά στην πόλη, στις μικρές και μεσαίες σκηνές. Τρίτο και σημαντικότερο: οι Naxatras είναι όντως το μέλλον την ελληνικής ροκ εν ρολ σκηνής. Μην διανοηθείτε να τους κατατάξετε στο «στόνερ χαμό» που είναι και λίγο υπερβολικός εδώ που τα λέμε. Το τρίο από τη Θεσσαλονίκη ξεπερνάει τα στενά όρια της μουσικής σέχτας και παίζει δυσανάλογα ώριμα για το μέσο όρο ηλικίας του, αλλά και κάνει αντιστρόφως ανάλογο θόρυβο, κυριολεκτικά και μεταφορικά, με τον αριθμό μελών του. Οι τρεις εξαιρετικοί και συμπαθέστατοι τύποι από τη Θεσσαλονίκη είναι σε εκείνη τη γλυκιά ηλικία που ξυπνάς με χανγκόβερ και ξαναπάς καρφί για μπύρες και κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα, με τον τρόπο που δεν τα καταφέραμε οι περισσότεροι και οι περισσότερες. Ψυχωμένοι ήταν και οι Stoned Spirit που άνοιξαν τη συναυλία