Πριν από 13 χρόνια, υπουργός Μεταφορών ήταν ο Μιχάλης Λιάπης, ο οποίος πλέον δεν ασχολείται με την πολιτική. Ο ξάδερφος του τότε πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, είχε επισκεφθεί τα Γιάννενα και μεταξύ άλλων, δήλωνε για το αεροδρόμιο Ιωαννίνων. «Σε δύο χρόνια θα είναι στο στολίδι της περιοχής». Κάτι τέτοιο, δεν έγινε.
Πέρασαν δεκατρία χρόνια τελικά και τα 52 εκατ. του τότε προϋπολογισμού (με αρχική έκπτωση 52,5% έγιναν σταδιακά 21 εκατ.) ευρώ, αλλά το έργο φτάνει στην ολοκλήρωσή του μόλις φέτος, με πολλούς «αστερίσκους», πολλά ερωτηματικά και μια αύξηση πτήσεων που είναι μεν θετική για την επισκεψιμότητα της περιοχής, αλλά και ενδεχομένως προβληματική, ακόμα και για τις νέες υποδομές στο αεροδρόμιο.
Το 2006 λοιπόν, θα γινόταν ένας αεροσταθμός επιφάνειας 10.500 τ.μ., με μεταφορική ικανότητα περίπου 270.000 επιβάτες ετησίως ή, σε χρονικό διάστημα μίας ώρας, 550 επιβάτες, που αντιστοιχεί σε αναχώρηση τεσσάρων πτήσεων και άφιξη δύο και αντίστροφα. Ακριβώς έτσι περιγράφει ακόμα στο site της το σκοπό του έργου, η εταιρία Obermeyer.
Το 2013 τα έργα ήταν «βαλτωμένα». Είχε εκτελεστεί μόλις το 35% του συμβατικού αντικειμένου και η χαίνουσα κρίση, σε συνδυασμό με τις λανθασμένες επιλογές της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Υποδομών, είχαν ουσιαστικά σταματήσει το έργο. Έτσι, το αεροδρόμιο Ιωαννίνων που η μοναδική ουσιαστική παρέμβαση που είχε γνωρίσει μέχρι τότε ήταν η ονομασία του σε «Βασιλεύς Πύρρος» μην και μας το πάρουν οι «κακοί» ξένοι…
Στις 22 Απριλίου του 2013, ο τότε υφυπουργός Υποδομών Σταύρος Καλογιάννης, που πρόσφατα επανήλθε στο κοινοβούλιο, ενημέρωσε ότι αντί του διώροφου κτιρίου 10.500 τ.μ. θα κατασκευαζόταν ένα κτίριο 2.000 τ.μ. και θα αναβαθμιζόταν ο υπάρχων σταθμός.
Όπως τόνιζε τότε, ο προϋπολογισμός θα μειωνόταν στα 8 περίπου εκατ. ευρώ, αντί των 21 (που είχε φτάσει ο προϋπολογισμός από τα αρχικά… 52 εκατ. του 2006). Ο λόγος του «κουρέματος» ήταν προφανής, ότι χρήματα δεν υπήρχαν, αλλά και ότι το αεροδρόμιο τότε κρινόταν σχεδόν άχρηστο και ασύμφορο. Ενδεικτικό της όχι ιδιαίτερα μακροπρόθεσμης αντίληψης και σχεδιασμού, είναι ότι ρόλο στην απόφαση του υπουργείου τότε έπαιζε η «φθίνουσα πορεία» του αεροδρομίου με κίνηση που είχε πέσει, από τους 140.000 επιβάτες, στους 100.000 το διάστημα 2007-2011. Ενδιαφέρον είναι ότι τόσο ο κ. Καλογιάννης τότε, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, όσο και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Μιχάλης Κασσής κάνανε ακριβώς την ίδια κριτική: ότι το έργο απεντάχθηκε από το ΕΣΠΑ και πέρασε στους δημόσιους πόρους…
Σήμερα το αεροδρόμιο έχει ανακάμψει, διαψεύδοντας τις τότε εκτιμήσεις. Το πρώτο εξάμηνο του 2019 κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση από τα αεροδρόμια της χώρας, σε σύγκριση με το ίδιο διάστημα του 2018: 59.655 επιβάτες, αύξηση 28,8% και τάση να φτάσει τους αριθμούς που το 2013, η πολιτική ηγεσία του Υποδομών σύγκρινε ως φθίνοντες…
Φυσικά, η αύξηση της κίνησης οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην προσπάθεια που έκαναν οι τοπικοί φορείς, δημόσιοι και επιχειρηματικοί, με τις συμφωνίες για τις διεθνείς πτήσεις, τον ερχομό δεύτερης εταιρίας που δημιούργησε ένα στοιχειώδη ανταγωνισμό στις πτήσεις εσωτερικού κ.α.
Το νέο αεροδρόμιο όμως, είναι αρκετό;
Το «απίστευτο και όμως ελληνικό» είναι ότι μέσα σε δεκατρία χρόνια, φτιάχτηκε ένα αεροδρόμιο με συν 2.500 τ.μ. εγκαταστάσεων, με… τα ίδια χρήματα περίπου που προέβλεπε ο προϋπολογισμός μείον τις εκπτώσεις και τις περικοπές.
Δημιουργήθηκαν κάποια καίρια έργα βέβαια, όπως ο νέος πύργος ελέγχου, ο χώρος στάθμευσης αεροσκαφών, η επέκταση του αεροδιαδρόμου, το νέο πάρκινγκ και ο κόμβος πρόσβασης που ετοιμάζεται.
Το νέο αεροδρόμιο είναι σαφώς καλύτερο από το προηγούμενο. Μπορεί όμως να υποστηρίξει την κίνηση που δέχεται πλέον; Η αίθουσα αφίξεων είναι ίδια με την παλιά, υπάρχει ένας ιμάντας αποσκευών μόνο, ενώ στις αναχωρήσεις έχουν τοποθετηθεί οι παλιοί ιμάντες. Σημειωτέον ότι το αεροδρόμιο πλέον εξυπηρετεί πτήσεις προς επτά προορισμούς εσωτερικού και εξωτερικού.
Σε λίγο καιρό, το νέο αεροδρόμιο θα είναι έτοιμο. Θα έχει «υποστεί» ήδη αρκετά, από τις διαχρονικές ανακρίβειες για τα ηλεκτρονικά μέσα προσέγγισης μέχρι τις μικροπολιτικές κόντρες, εάν είναι «δημοτικό» ή «κρατικό». Το σίγουρο είναι ότι αποτελεί μια αναγκαία μεταφορική «πύλη» για μια πόλη και ευρύτερη περιοχή που τα τελευταία χρόνια διαπιστώνει ότι η υπόλοιπη χώρα δεν είναι δα και τόσο μακριά.