Ο συγγραφέας Μάνθος Σκαργιώτης μιλάει στο «Εξώφυλλο» για το νέο του βιβλίο
Είχαμε συνηθίσει τον τίτλο σε… ελεύθερο λογισμικό. Σημαίνει όμως (και) άλλα πράγματα, έτσι δεν είναι;
Για όσους ασχολούνται πιο συστηματικά με την Πληροφορική, ναι, είναι συνηθισμένη, όπως λέτε, λέξη. Εγώ την ανακάλυψα, καθώς «περιπλανιόμουν» στην Αφρική, για να συγκεντρώσω υλικό για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου. Σημαίνει «είμαι, επειδή είμαστε». Ειπώθηκε από παιδιά της φυλής Ξόζα πάνω σε παιχνίδι που τους πρότεινε ένας ανθρωπολόγος. Συγκεκριμένα, ο ανθρωπολόγος έβαλε κάτω από δέντρο ένα καλάθι γεμάτο φρούτα. Όποιο παιδί έφτανε, σε αγώνα δρόμου, πρώτο στο καλάθι θα έπαιρνε όλα τα φρούτα. Μόλις δόθηκε το σύνθημα να ξεκινήσει ο αγώνας, τα παιδιά, αντί να τρέξουν, πιάστηκαν από τα χέρια και πήγαν όλα μαζί στο καλάθι. Όταν ο ανθρωπολόγος τα ρώτησε γιατί το έκαναν αυτό, απάντησαν: «Ουμπούντου». Δηλαδή, «δεν μπορούμε να είμαστε χαρούμενα, αν έστω και ένα από εμάς είναι λυπημένο». Ο τίτλος, λοιπόν, αποτελεί ένα μήνυμα αλληλεγγύης, αγάπης και ανθρωπιάς.
Τι πραγματεύεται η ιστορία του «Ουμπούντου»;
Τα βασικά θέματα του μυθιστορήματος είναι το μεταναστευτικό, η προσφυγιά και η Ελλάδα της κρίσης. Τα δευτερεύοντα είναι τα παράγωγα των προηγούμενων: Συμπεριφορές Ελλήνων και ξένων, εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, θρύλοι, ανεργία, ξενοφοβία, ηθική διάβρωση, κοινωνικές εξαρτήσεις και συγκρουσιακές σχέσεις, διαπλοκή του συστήματος, έρωτας υπό διωγμόν, η γοητευτική αγριότητα της Αφρικής σε συνδυασμό με την πολιτισμένη βαρβαρότητα του δυτικού κόσμου, ο κυνισμός των ισχυρών, το σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής, το εμπόριο των ονείρων, η θεία δίκη, η ελπίδα. Η ιστορία εξελίσσεται σε ένα κτήμα, κάπου στην Αιτωλοακαρνανία, όπου ο κτηματίας – μετανάστης κάποτε (στα χρόνια του απαρτχάιντ) στη Νότια Αφρική – απασχολεί τώρα (στα χρόνια της κρίσης) μετανάστες από τη Σομαλία και το Μπανγκλαντές.
Πού κλίνει περισσότερο το βιβλίο, στην ιστορία ή στη μυθοπλασία;
Είναι δύσκολο να πω ποιο είναι αυτό που κυριαρχεί. Αυτές οι δυο έννοιες είναι τόσο αλληλένδετες μέσα στο βιβλίο, που τα όρια της καθεμιάς γίνονται δυσδιάκριτα ακόμα και στον δημιουργό. Πιστεύω πως τα μυθιστορήματα στα οποία «συνεργάζονται» συνεχώς η ιστορία και η μυθοπλασία θα μπορούσαμε να τα παρομοιάσουμε με τη Μεσόγειο: Η θάλασσα είναι η μυθοπλασία, ενώ οι χερσόνησοι και τα νησιά είναι η ιστορία, το στέρεο έδαφος. Το χώμα ή το νερό υπερέχει;
Έχετε μια ιδιαίτερη αφιέρωση στο βιβλίο. Σε ποιον αναφέρεται ακριβώς;
Ο Δημήτρης Τσαφέντας είναι σχεδόν άγνωστος εδώ στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στη Μοζαμβίκη του 1918. Ο πατέρας του ήταν από την Κρήτη και η μάνα του (πέθανε την ώρα της γέννας) ντόπια. Μεγάλωσε μέχρι τα οχτώ του στο σπίτι της Κρητικιάς γιαγιάς του στην Αλεξάνδρεια. Ήταν ατίθασο παιδί. Όταν η γιαγιά του δεν μπορούσε άλλο να τον κρατήσει, τον πήρε ο πατέρας του στη Νότια Αφρική, όπου ζούσε. Ο μικρός Δημήτρης όμως δεν έγινε αποδεκτός από την οικογένεια που είχε ήδη δημιουργήσει ο πατέρας του. Ούτε από την ευρύτερη κοινωνία. Γιατί ήταν μιγάς. Λευκός για τους Μαύρους, Μαύρος για τους Λευκούς. Άνθρωπος δηλαδή χωρίς πρόσωπο, χωρίς ταυτότητα. Αργότερα, ταξίδεψε ως ναυτεργάτης για είκοσι χρόνια. Ήξερε οχτώ γλώσσες. Έμεινε και στην Ελλάδα για μερικούς μήνες. Το 1966 σκότωσε μέσα στο κοινοβούλιο της Νότιας Αφρικής τον πρωθυπουργό της χώρας, Φερβούρντ, με τέσσερις μαχαιριές. Ουσιαστικά, ο Τσαφέντας ήταν εκείνος που έδωσε το πρώτο χτύπημα –πριν από τον Μαντέλα– στο φίδι του απαρτχάιντ μέσα στη φωλιά του. Πέθανε ξεχασμένος στις φυλακές της Νότιας Αφρικής.
Τι μπορεί να διδάξει ένα βιβλίο με επίκεντρο την ιστορία ξενιτεμένων, εν μέσω γενικευμένης προσφυγιάς;
Δεν ξέρω αν μπορεί να διδάξει. Μπορεί όμως να περιγράψει ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές και να δώσει αφορμές, ώστε ο αναγνώστης να προβληματιστεί. Από εκεί και μετά είναι στο χέρι του να καθορίσει τη στάση του απέναντι στους ξένους που καταφθάνουν στη χώρα μας. Αρκεί πρώτα να καταλάβει ότι αυτοί οι άνθρωποι έρχονται όχι γιατί βαρέθηκαν τα σπίτια τους και τις πατρίδες τους, ούτε γιατί ζήλεψαν τα δικά μας πλούτη, τον δικό μας ήλιο, τη δική μας κουλτούρα, αλλά γιατί τους κυνήγησαν από τις εστίες τους η φτώχεια και οι πόλεμοι. Καταστάσεις για τις οποίες δεν έχουν ευθύνη οι ίδιοι, αλλά κυρίως ο δυτικός κόσμος. Μακάρι, διαβάζοντας κάποιος το βιβλίο να νιώσει ότι τους εξαθλιωμένους που περνούν έξω από την πόρτα μας δεν τους πετροβολούμε, αλλά τους δίνουμε ψωμί και νερό. Και ως Ευρώπη (όλες οι χώρες) οφείλουμε να τους δώσουμε και μια γωνιά για να μείνουν. Όσο για τους κινδύνους που επικαλούμαστε, όπως αυτόν της εθνικής, πολιτισμικής και θρησκευτικής αλλοίωσής μας, δεν είναι παρά προφάσεις εν αμαρτίαις. Τη βεβαιότητα ότι δεν υπάρχουν τέτοιοι κίνδυνοι μας την υπαγορεύει η ιστορία.
Info
Δευτέρα 25 Νοεμβρίου στις 19:00 στα παλιά σφαγεία, οι εκδόσεις «Διόπτρα και το βιβλιοπωλείο «Αναγνώστης» παρουσιάζουν το «Ουμπούντου» του Μάνθου Σκαργιώτη
Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο δρ Φιλολογίας Δημήτρης Ράπτης και η αρχαιολόγος και υποψήφια διδάκτορας Αρχαιολογίας Κωνσταντίνα Ζήδρου. Θα διαβάσει αποσπάσματα η φιλόλογος Σπυριδούλα Βασιλείου.