Το ουσιαστικό θέμα των τελευταίων 24ωρων δεν είναι ο «ζολωτικού τύπου» ανασχηματισμός που πυροδοτεί διάφορες, δικαιολογημένες και αδικαιολόγητες αντιδράσεις, αλλά οι πανελλαδικές εξετάσεις.
Καλώς ή κακώς, οι εξετάσεις είναι μια ζωτική διαδικασία της ελληνικής κοινωνίας, όπως είναι τα μπάνια τον Αύγουστο, η «κατά τη γνώμη μου, ισχύει ότι» ατάκα στα καφενεία και τα ωριαία δελτία ειδήσεων με τις λίγες ειδήσεις.
Οι άνθρωποι 16-18 ετών ζούνε γι αυτές και μαζί με αυτούς, το ζούνε και οι οικογένειές τους. Το ζούνε για το καλό, τη χαρά της επιτυχίας και την αίσθηση της πλήρωσης του στόχου, αλλά και της ασφάλειας, που είναι πρόσκαιρη πάντως. Το ζούνε για το υπερβολικό επίσης, με την επίδειξη των επιτυχόντων-ουσών ως τρόπαια και την ευκαιρία για μπόλικη «ελληνική κριτική», που συνήθως είναι πιο άδεια και από το περιεχόμενο των ελληνικών survival shows.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το κεντρικότατο ζήτημα των πανελλαδικών και της παιδείας στην Ελλάδα, υπόκειται μόνιμα σε μια προσπάθεια ποσοτικοποίησης πραγμάτων που δεν είναι ποσοτικά.
Συχνά θα ακουστεί από τους ίδιους ανθρώπους, το πρωί ότι «το σχολείο μας έχει 80% επιτυχία» και το μεσημέρι ότι «μα καλά είναι δυνατόν να περνάνε με 3 στο πανεπιστήμιο;». Αυτοί οι άνθρωποι είναι συχνά εκλεγμένοι, πράγμα που κάνει την έκθεσή τους ακόμα πιο ανεπανόρθωτη στις διφορούμενες δηλώσεις. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πχ, προειδοποιεί ότι θα επαναφέρει τη «βάση του 10», την ίδια στιγμή που οι βουλευτές του κόμματός του έχουν κάνει τα πάντα την τελευταία δεκαετία για να μην κλείσει το ΤΕΙ της Ηγουμενίτσας, από τους «συνήθεις στόχους» των χαμηλών βάσεων.
Η ποσοτικοποίηση της παιδείας και η υιοθέτηση της λιγότερο απελευθερωτικής της πλευράς είναι μια συνειδητή επιλογή.
Όταν ένα πανεπιστήμιο διαφημίζει σωρηδόν τα μεταπτυχιακά του προγράμματα, το κάνει γιατί γνωρίζει πολύ καλά ότι προοδευτικά δεν θα έχει χρήματα να συντηρήσει βασικές του λειτουργίες.
Όταν εδώ και μια εικοσαετία η εκπαίδευση σαλαμοποιείται με προπτυχιακές σπουδές τόσο εξειδικευτικές που καταντούν άχρηστες, ο σκοπός είναι η βαθμιαία απαξίωση του «συνολικού πτυχίου», όχι ως δέσμης προσόντων, αλλά ως μιας ουσιαστικής πιστοποίησης ενός κατά το δυνατόν ολοκληρωμένου ανθρώπου, που σε μια κρίσιμη ηλικία μπήκε στο πανεπιστήμιο και βγήκε από εκεί πρώτα πολίτης με συνείδηση και ταυτόχρονα, επιστήμονας.
Όταν η διέξοδος σε εναλλακτικούς εκπαιδευτικούς δρόμους μετατρέπεται περίπου σε καθαρισμό του «άγους της αποτυχίας», τότε η κοινωνία που πιστεύει ότι όποιος-α δεν περνάει στο πανεπιστήμιο, ταυτόχρονα χάνει και το τρένο, πάσχει από οξεία πολιτική ορθότητα.
Κάθε φορά, τέτοιες μέρες, λίγο μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων και λίγο πριν την αναζήτηση σπιτιού, ας έχουμε στο μυαλό μας το εξής: Η παιδεία κάθε βαθμίδας πρέπει να αφορά όλους και όλες και όχι να αναπαράγει την παραμικρή διάκριση, από τις φανερές μέχρι αυτές που υποτίθεται ότι «εξαλείφθηκαν», αλλά είναι παρούσες και ισχυρότατες ακόμα.
Καθώς επίσης ότι δεν χωράει σε «καντάρια» που μετράνε το βάρος της με λάθος ζύγια.