Ενώ η Ελλάδα έχει σημειώσει ταχεία και απτή πρόοδο στην ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών τα τελευταία χρόνια, πρέπει να αντιμετωπίσει σημαντικά κενά σε άλλους τομείς, όπως η χαμηλή κάλυψη των δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας και ο χαμηλός αριθμός των απασχολούμενων ειδικών στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ).
Σύμφωνα με την έκθεση για την πρόοδο των χωρών μελών προς την κατεύθυνση της ψηφιακής δεκαετίας 2030, που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή περισσότερο από το ήμισυ του πληθυσμού της Ελλάδας έχει τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες (52%), κοντά στο μέσο όρο της ΕΕ (54%).
Το ποσοστό των ειδικών στις ΤΠΕ στο σύνολο της απασχόλησης στην Ελλάδα είναι 2,5%, από τα χαμηλότερα στην ΕΕ. Το ποσοστό των γυναικών μεταξύ των ειδικών ΤΠΕ είναι, με 20,3%, ωστόσο πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 18,9%.
Οι τρέχουσες προοπτικές αποδυναμώνονται από διάφορους παράγοντες, όπως η διαρροή ψηφιακών ταλέντων, η έλλειψη εξειδίκευσης που αναζητούν οι επιχειρήσεις, η οποία θα πρέπει να ελέγχεται τακτικά, και ο ανεπαρκής αριθμός αποφοίτων ΤΠΕ.
Ευρυζωνικότητα
Η Ελλάδα εξακολουθεί να μην διαθέτει μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την καθοδήγηση των επενδύσεων και των πρωτοβουλιών που θα ευθυγραμμίζονται με τον στόχο της ψηφιακής δεκαετίας του 2030 για συνδεσιμότητα Gigabit για όλους. Η χώρα υπολείπεται του μέσου όρου της ΕΕ όσον αφορά την κάλυψη σταθερών δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας (28% έναντι 73%).
Το ελληνικό Εθνικό Ευρυζωνικό Σχέδιο 2021-2027, που εγκρίθηκε στα τέλη του 2022, στοχεύει στη δημιουργία υποδομών 100 Mbps, εύκολα αναβαθμίσιμων σε 1 Gbps, γεγονός που υπολείπεται του στόχου της Ψηφιακής Δεκαετίας για καθολικές ταχύτητες Gigabit έως το 2030.
Η Ελλάδα έχει πολύ καλύτερες επιδόσεις στην κινητή συνδεσιμότητα και, ως πρωτοπόρος στη διάθεση των πρωτοπόρων ζωνών 5G, έφτασε σε συνολική κάλυψη 5G 86% το 2022 (πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 81%).
Ψηφιακός μετασχηματισμός ΜΜΕ
Το 2022, η Ελλάδα έλαβε αρκετά μέτρα για να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για τις επιχειρήσεις ώστε να επιταχύνουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό τους, αλλά η ψηφιακή ένταση των ΜΜΕ και η υιοθέτηση προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών από τις ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να επιταχυνθούν ώστε να συμβάλουν στις συλλογικές προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων της ψηφιακής δεκαετίας.
Το επίπεδο της ψηφιακής έντασης των ΜΜΕ στην Ελλάδα είναι 41%, απέχοντας ακόμη πολύ από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 69%.
Όσον αφορά την υιοθέτηση των προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών, οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι πιο αργές στην υιοθέτησή τους: το 2020 το 13% χρησιμοποιούσε μεγάλα δεδομένα (μέσος όρος ΕΕ: 14%), ενώ το 15% χρησιμοποιούσε υπηρεσίες νέφους (μέσος όρος ΕΕ: 34%) και μόνο το 3% χρησιμοποιούσε τεχνητή νοημοσύνη (μέσος όρος ΕΕ: 8%).
Ωστόσο, ο τομέας των ψηφιακών τεχνολογιών είναι ένας από τους πιο δυναμικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας, με ρυθμούς ανάπτυξης από τους υψηλότερους στη χώρα (6,1% μεταξύ 2017 - 2021 σε όρους σύνθετου ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης (CAGR)), γεγονός που θα μπορούσε να ενισχύσει τη συμβολή της Ελλάδας στην Ψηφιακή Δεκαετία.