Το ενδεχόμενο να λειτουργήσει ευεργετικά για την αργυροχρυσοχοΐα, μια ενδεχόμενη κατάργηση του Ειδικού Φόρου Πολυτελείας, εξετάζει το Ινστιτούτο Μικρών Εεπιχειρήσεων ΓΣΕΒΕΕ σε μελέτη που υπογράφουν οι Λεωνίδας Βατικιώτης, Δημήτρης Γιακούλας, Ελένη Γκρίνγουδ, Απόστολος Μπόκας.
Η μελέτη τιτλοφορείται «Οικονομικές συνέπειες της ενδεχόμενης κατάργησης Ειδικού Φόρου Πολυτελείας στον κλάδο της αργυροχρυσοχοΐας» και εξετάζει την πορεία στην κατανάλωση και στα φορολογικά έσοδα, αν ο συγκεκριμένος φόρος καταργούνταν.
Η μελέτη αναλύει διάφορα σενάρια ελαστικότητας ζήτησης (0,5 έως 1,6), ήτοι το μέτρο που αποτυπώνει την «ευαισθησία» της ζητούμενης ποσότητας ενός αγαθού ή μιας υπηρεσίας, όταν μεταβάλλεται ένας από τους παράγοντες που την επηρεάζουν.
Το συμπέρασμα είναι ότι, όταν η ελαστικότητα είναι ίση ή μεγαλύτερη από 0,8, η αύξηση στα έσοδα από τον ΦΠΑ υπερκαλύπτει την απώλεια από την κατάργηση του φόρου πολυτελείας. Με βάση τα δεδομένα του 2019, όπως επισημαίνουν οι μελετητές, εκτιμάται ότι η κατάργηση του φόρου θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των συνολικών φορολογικών εσόδων.
Οι επιχειρήσεις στον κλάδο, ο οποίος είναι ιδιαίτερα κομβικός στα Γιάννενα, μειώνονται σταθερά κατά την περίοδο 2012-2021, από την οποία αντλούνται και στοιχεία για τη μελέτη.
Το 2021, καταγράφηκε μια οριακή αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο (από 5.785 το 2020 σε 5.865 το 2021).
Συμπερασματικά, η μελέτη αναφέρει ότι «με βάση τη θεωρία βέλτιστης φορολόγησης, ο φόρος πολυτελείας κρίνεται ως αναποτελεσματικός, καθώς διαστρεβλώνει τις προτιμήσεις για τα αγαθά τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως πολυτελή -σχετικά αυθαίρετα- και επειδή ο φόρος εισοδήματος οδηγεί σε μια πιο δίκαιη αναδιανομή πλούτου, σε αντιδιαστολή με τον φόρο που επιβάλλεται στα αγαθά».
Οι ερευνητές σημειώνουν επίσης ότι «η προτεινόμενη κατάργηση του φόρου δεν θα πρέπει να ιδωθεί ως μέτρο ελάφρυνσης για τους/τις καταναλωτές/τριες υψηλού εισοδήματος, αλλά ως στρατηγική που μπορεί να τονώσει τη συνολική οικονομική δραστηριότητα και κυρίως να τονώσει έναν από τους λίγους μεταποιητικούς –παραγωγικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας».